Ανοιχτό άφησε το ενδεχόμενο για αλλαγές στις ρυθμίσεις χρεών και για περισσότερες δόσεις προς την Εφορία για όλους άνοιξε η υφυπουργός Οικονομικών, Κατερίνα Παπανάτσιου, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι πρώτα πρέπει να προχωρήσει ο εξωδικαστικός συμβιβασμός και μετά θα δοθεί λύση και για όσους δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.
Μάλιστα, η Κατερίνα Παπανάτσιου προανήγγειλε πως το προσεχές διάστημα θα εκδοθεί υπουργική απόφαση για να ενταχθούν στον εξωδικαστικό και όσοι χρωστούν πάνω από 50.000 ευρώ, αλλά με πιο αυστηρά κριτήρια και με βάση μελέτες βιωσιμότητας που θα πρέπει να καταθέσουν οι οφειλέτες.
Με βάση στοιχεία που επικαλέστηκε η ίδια, από τα 100 δισεκατομμύρια που χρωστούν οι φορολογούμενοι στην εφορία, τα 24,6 δισ. ευρώ είναι χρέη έχουν προστεθεί μέσα σε 3 χρόνια, από το 2015 και μετά. Ωστόσο στην κυβέρνηση θεωρούν «διαχειρίσιμο» το γεγονός ότι υπάρχουν 3,3 εκατομμύρια μικροφειλέτες που χρωστούν και δεν πληρώνουν από 1 έως 2.000 ευρώ το πολύ.
Σε ομιλία της σε εκδήλωση της Ειδικής Γραμματείας Ιδιωτικού Χρέους, η υφυπουργός Οικονομικών τόνισε οι ρυθμίσεις με τις 100 ή τις 12 έως 24 δόσεις, δεν πρέπει να συγχέονται με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό που αφορά μόνον βιώσιμες επιχειρήσεις.
«Το αίτημα που μεταφέρεται από τους συλλογικούς φορείς και τα μέσα ενημέρωσης για αύξηση αυτών των δόσεων αφορά ένα τελείως ξεχωριστό πρόβλημα. Και αυτό είναι ένα μεγάλο κοινωνικό ζήτημα, είναι ένα ζήτημα που μας απασχολεί και αναζητούμε λύση. Αλλά είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να δούμε σε επόμενη φάση. Θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί ή έστω να έχει προχωρήσει σε πολύ ώριμο στάδιο η διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού», όπως είπε.
Για τις οφειλές ιδιωτών προς το Δημόσιο, τόνισε ότι «όσο και αν αυτό ακούγεται περίεργο, σε σχέση με την εικόνα που δημιουργείται από την αντιπολίτευση και τα μέσα ενημέρωσης, η πραγματικότητα είναι ότι η κατάσταση σταδιακά βελτιώνεται» καθώς ο ρυθμός αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών έχει περιοριστεί, ενώ καταγράφεται και σημαντική αύξηση των εισπράξεων έναντι ληξιπρόθεσμων οφειλών μετά το 2015, έναντι της περιόδου προ του 2014.
Συγκεκριμένα, για τα ληξιπρόθεσμα χρέη των 100 δισεκατομμύρια η Κατερίνα Παπανάτσιου ανέφερε τα εξής:
– τα 100 δισ. ευρώ είναι το σύνολο των οφειλών που υπάρχουν από τα βάθη του χρόνου, μεταφέρονται από έτος σε έτος ακόμη και στις περιπτώσεις που θεωρείται απίθανο να εξοφληθούν και δημιουργούν μια πλασματική εικόνα της κατάστασης.
– οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά 11,7 δισ. ευρώ το 2014, κατά 11,1 δισ. ευρώ το 2015, κατά 7,5 δισ. ευρώ το 2016 και κατά 6 δισ. ευρώ το 2017. Δηλαδή ο ρυθμός αύξησης των οφειλών έπεσε στο μισό μεταξύ του 2014 και του 2017. Στα ποσά των τελευταίων ετών συμπεριλαμβάνονται και οι ρυθμισμένες οφειλές 762.000 φορολογούμενων που είναι 4,5 δισ. ευρώ.
– το 80% των οφειλετών (σχεδόν 3,2 εκατ. πολίτες) χρωστούν μικρά ή πολύ μικρά ποσά, δηλαδή μέχρι 2.000 ευρώ. Με άλλα λόγια, το 80% των οφειλετών χρωστούν μόλις το 1,0% του συνόλου των οφειλών. Από αυτά τα 3,3 εκατ. οφειλέτες, τα 2,2 εκατ. χρωστούν λιγότερο και από 500 ευρώ ο καθένας.
«Πρόκειται για ποσά που είναι διαχειρίσιμα» τόνισε η κυρία Παπανάτσιου «τόσο από την πλευρά του πολίτη όσο και από την πλευρά του Δημοσίου» αφήνοντας έτσι να εννοηθεί ότι μπορεί να υπάρξουν νέες ρυθμίσεις χρεών, πέραν από τις κατασχέσεις που ήδη γίνονται.
– από την άλλη πλευρά, 29.000 φορολογούμενοι, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, χρωστούν 88 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή σχεδόν το 90% του συνόλου. Σε αυτά περιλαμβάνονται και οφειλές που είναι πρακτικά ανείσπρακτες. Με πολύ αυστηρά κριτήρια, η φορολογική αρχή ήδη έχει χαρακτηρίσει οριστικά ως ανεπίδεκτα είσπραξης τα 13,5 δισ. ευρώ από τα 100 δισ. ευρώ.
Ειδικά για τον Εξωδικαστικό συμβιβασμό πάντως, η Κατερίνα Παπανάτσιου απέφυγε να αναφέρει εάν έχει γίνει δεκτή έστω και μία αίτηση ρύθμισης για χρέη προς το Δημόσιο.
Όπως είπε «στις πρώτες εβδομάδες από τότε που τέθηκε σε ισχύ η ρύθμιση έχουν υποβληθεί περίπου 200 αιτήσεις, ενώ 3500 έχουν καταστεί επιλέξιμες και άλλες 2200 βρίσκονται σε αρχικό στάδιο της υποβολής».
Προανήγγειλε όμως πως «στο επόμενο διάστημα ευελπιστούμε να προχωρήσουμε στην έκδοση της υπουργικής απόφασης που θα ορίζει τη διαδικασία και τους όρους για τις οφειλές που ξεπερνούν τα 50.000 ευρώ. Προφανώς για την κατηγορία 50.000-250.000 ευρώ η υποβολή πρότασης ρύθμισης από το Δημόσιο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και κάποια συμπληρωματικά κριτήρια συγκριτικά με αυτά της κατηγορίας έως 50.000 ευρώ, ενώ για την κατηγορία άνω των 250.000 ευρώ εκτιμούμε ότι θα πρέπει να προσκομίζεται από τον οφειλέτη μια αξιολόγηση βιωσιμότητας και ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης».