Σημαντική «ανάσα» αναμένεται να πάρουν οι φορολογούμενοι πολίτες, καθώς έρχεται πακέτο φοροελαφρύνσεων.
Το οικονομικό επιτελείο εξετάζει όλα τα σενάρια για τις φοροελαφρύνσεις των επόμενων κρίσιμων 18 μηνών. Τόσο ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, έχουν δώσει το στίγμα των προθέσεων της Κυβέρνησης.
Ωστόσο, οι λεπτομέρειες είναι αυτές που θα κάνουν τη διαφορά και οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι το «πακέτο» του 2021 μπορεί να φτάσει στο 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ, αν όλα κυλήσουν ομαλά, σύμφωνα με το βασικό σενάριο εξόδου από την κρίση του κορωνοϊού.
Ειλημμένη είναι η απόφαση για επιτάχυνση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, σύμφωνα με τα «Παραπολιτικά». Το πρώτο «ψαλίδισμα» έγινε ήδη την 1η Ιουνίου και αυτή η μείωση των εισφορών κατά 0,9% έχει κόστος 123 εκατ. ευρώ. Ο σχεδιασμός για το 2021 προβλέπει «διπλή» μείωση, δηλαδή αντί να εφαρμοστεί το αρχικό πλάνο για περαιτέρω μείωση των εισφορών κατά 1,09%, το «ψαλίδισμα» να φτάσει στις 2 μονάδες.
Το κόστος δεν είναι αμελητέο και υπολογίζεται σε περίπου 800 εκατομμύρια ευρώ, αν και θα πρέπει να επανυπολογιστούν οι επιπτώσεις του κορωνοϊού στην απασχόληση. Σημειωτέον ότι ο σχεδιασμός αυτός έχει τη σύμφωνη γνώμη μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς, σε αντίθεση με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών νομικών προσώπων, έχει οριζόντια εφαρμογή.
Πριν από την πανδημία του κορωνοϊού, στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους εργάζονταν πυρετωδώς πάνω σε σενάρια για μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης μισθωτών, συνταξιούχων και ελεύθερων επαγγελματιών. Τα σενάρια αυτά επανενεργοποιούνται με στόχο το «ψαλίδισμα» της εισφοράς κατά 30%. Ξαναπιάνοντας την άκρη του νήματος από εκεί όπου την είχαν αφήσει, οι τεχνοκράτες του υπουργείου Οικονομικών και της ΑΑΔΕ θα εξετάσουν αν η μείωση θα είναι οριζόντια ή κλιμακούμενη ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος, ενώ στα υπόψη είναι και η αύξηση του αφορολογήτου της εισφοράς, το οποίο σήμερα βρίσκεται στα 12.000 ευρώ.
Σε ετήσια βάση, η οριζόντια μείωση των συντελεστών της εισφοράς αλληλεγγύης κατά 30% θα φέρει φορολογική ελάφρυνση έως 200 ευρώ για εισοδήματα που δεν ξεπερνούν τα 30.000 ευρώ. Το κόστος μιας τέτοιας παρέμβασης υπολογίζεται σε περίπου 330 εκατ. ευρώ.
Ο ΕΝΦΙΑ
Δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η ολοκλήρωση του σχεδιασμού για τη φορολογία ακινήτων και τον ΕΝΦΙΑ, αν και το «blackout» στην οικοδομή λόγω κοροναϊού κάνει πιο δύσκολη την εξίσωση. Ο σχεδιασμός για φέτος προέβλεπε περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 8% μεσοσταθμικά, σε συνδυασμό, όμως, με την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών. Η τελευταία θα «ξεπαγώσει» αν όλα πάνε καλά μέσα στο φθινόπωρο, αλλά, όπως παραδέχονται αρμόδιες πηγές του υπουργείου Οικονομικών, θα πρέπει να εξεταστούν από την αρχή όλα τα ευρήματα. Η απόφαση για λύση αυτής της απαιτητικής εξίσωσης είναι ειλημμένη και αυτό σημαίνει ότι του χρόνου τέτοια εποχή θα δρομολογείται μια ελάφρυνση των ιδιοκτητών ακινήτων κατά περίπου 200 εκατ. ευρώ.
Πέρα από τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις, στο υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζουν τη δυνατότητα άρσης και φορολογικών βαρών. Ανάλογα με τον δημοσιονομικό χώρο που θα εξασφαλιστεί θα εξαρτηθεί από την αναστολή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και την επόμενη χρονιά, η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να ξεκινήσει το «ξήλωμα» του τέλους επιτηδεύματος, που ξεκίνησε το 2011 ως έκτακτο μέτρο και μονιμοποιήθηκε ως «χαράτσι», ακόμα και σε αδρανή «μπλοκάκια» ελεύθερων επαγγελματιών. Το κόστος από μια μείωση του τέλους κατά 30% υπολογίζεται σε περίπου 140 εκατ. ευρώ, ενώ στο πιο... προχωρημένο σενάριο της μείωσης κατά 50% ο... λογαριασμός ανεβαίνει στα 240 εκατ. ευρώ.
Κι αν για το «πακέτο» του 2021 υπάρχει ένας αστερίσκος που συνδέεται με τις επιπτώσεις του κορωνοϊού και τις αποφάσεις των Ευρωπαίων, για την τρέχουσα χρήση είναι ειλημμένη η απόφαση για ελάφρυνση των επιχειρήσεων με «ψαλίδισμα» της προκαταβολής φόρου.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το εύρος μείωσης είναι μεταξύ 30% και 50%, χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί εάν η μείωση θα είναι οριζόντια ή στοχευμένη ανά ΚΑΔ ή ΑΦΜ. Το κόστος της παρέμβασης υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσει έως τα 1,2 δισ. ευρώ, δίνοντας ανάσες ρευστότητας στην αγορά.