Τα πρώτα σημάδια μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας, λίγους μήνες μετά την κατάρρευση της αμερικανικής Lehman Brothers και το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης είναι ήδη εμφανή στην Ελλάδα το φθινόπωρο του 2008. Σε δημόσιες τοποθετήσεις ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής και κορυφαία στελέχη της κυβέρνησής του υποστηρίζουν ότι η οικονομία είναι θωρακισμένη. Πίσω από τις κλειστές πόρτες των υπουργικών γραφείων, ωστόσο, η αγωνία για τις εξελίξεις είναι έκδηλη. Τα μηνύματα από τον επιχειρηματικό κόσμο για την πορεία της αγοράς, αλλά και τα πρώτα στοιχεία που δείχνουν σημαντική αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών στις τράπεζες, είναι ανησυχητικά, αναφέρει το in.gr.
Μπορεί το ποσοστό των κόκκινων δανείων να διαμορφώνεται σε χαμηλά μονοψήφια επίπεδα, ωστόσο οι καθυστερήσεις στις πληρωμές από νοικοκυριά και επιχειρήσεις ύστερα από μια επταετία υψηλών ρυθμών πιστωτικής επέκτασης αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο. Ολα δείχνουν πως ένα μεγάλο κύμα πλειστηριασμών βρίσκεται προ των πυλών.
Η πρώτη παρέμβαση
Τα πρώτα μέτρα προστασίας των δανειοληπτών δεν αργούν να περάσουν από τη Βουλή. Με τις πρώτες παρεμβάσεις της, στα τέλη του 2008, η κυβέρνηση παγώνει τις αναγκαστικές εκτελέσεις, προστατεύοντας ένα κομμάτι της κοινωνίας που αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Ταυτόχρονα όμως θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία μιας νέας γενιάς κακοπληρωτών, των στρατηγικών. Αυτών δηλαδή που, ενώ μπορούν, δεν εξυπηρετούν το χρέος τους, εκμεταλλευόμενοι τα οριζόντια μέτρα αναστολής των πλειστηριασμών.
Η πρώτη απόφαση ορίζει ότι οι τράπεζες δεν έχουν το δικαίωμα να βγάλουν στο σφυρί πρώτες κατοικίες εάν οι οφειλές δεν ξεπερνούν τις 20.000 ευρώ. Η δεύτερη, που δένει τα χέρια των πιστωτικών ιδρυμάτων, θέτει ως ελάχιστη τιμή πώλησης ενός ακινήτου σε πλειστηριασμό την αντικειμενική του αξία. Επιπλέον, λίγο πριν φύγει από την εξουσία, τον Σεπτέμβριο του 2009, η κυβέρνηση Καραμανλή αναστέλλει κάθε πλειστηριασμό, χωρίς κανένα κριτήριο, εάν οι οφειλές δεν ξεπερνούν τις 200.000 ευρώ.
Η εποχή Κατσέλη
Μετά τις βουλευτικές εκλογές τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, η καυτή πατάτα περνά στα χέρια του Γιώργου Παπανδρέου. Οι οικονομικές συνθήκες επιδεινώνονται ραγδαία και η κυβέρνηση του ΠαΣοΚ όχι μόνο προχωρεί στην ανανέωση των μέτρων της προηγούμενης, αλλά δημιουργεί επιπρόσθετα κίνητρα αθέτησης πληρωμών, ακόμη και για όσους δεν έχουν ανάγκη.
Μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου την άνοιξη του 2010, εισάγεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα πτωχευτικό δίκαιο για φυσικά πρόσωπα. Ο λόγος για τη νομοθετική παρέμβαση της υπουργού Ανάπτυξης Λούκας Κατσέλη, που έχει μείνει στην ιστορία ως «νόμος Κατσέλη». Η νέα νομοθεσία παρέχει ουσιαστική προστασία σε όσους κινδυνεύουν να μείνουν στον δρόμο λόγω της ραγδαίας μεταβολής της οικονομικής τους κατάστασης. Ταυτόχρονα όμως καλλιεργεί το έδαφος για να δράσουν οι πονηροί. Αυτοί δηλαδή που θέλουν να κρατήσουν το σπίτι τους, που πλήρωσε η τράπεζα, χωρίς να αποπληρώσουν το δάνειό τους.
Στην αρχική του μορφή ο νόμος παρέχει προστασία σε κύριες κατοικίες με αντικειμενική αξία από 300.000 έως 450.000 ευρώ, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη, χωρίς κανένα εισοδηματικό κριτήριο. Σε σύντομο χρονικό διάστημα περισσότεροι από 170.000 οφειλέτες σπεύδουν να εξασφαλίσουν το απυρόβλητο. Η τρόικα πιέζει ασφυκτικά όλες τις κυβερνήσεις για αλλαγές, ωστόσο το εγχώριο πολιτικό σύστημα δεν αντέχει το κόστος αυστηροποίησης των μέτρων. Οι πρώτες μικρές τροποποιήσεις έρχονται το καλοκαίρι του 2013 από τη συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠαΣοΚ. Ορίζεται ότι μέχρι την ημερομηνία του δικαστηρίου ο δανειολήπτης θα πρέπει να καταβάλλει στην τράπεζα το 10% των δόσεων που πλήρωνε με ελάχιστο τα 40 ευρώ τον μήνα. Η ουσία του νόμου ωστόσο δεν αλλάζει.
Παρότι δημιουργεί σοβαρές αρρυθμίες στο τραπεζικό σύστημα, παγώνοντας δάνεια άνω των 10 δισ. ευρώ, ο νόμος Κατσέλη παραμένει σε ισχύ σχεδόν για μία πενταετία. Κατά τη διάρκειά της, οι δείκτες καθυστερήσεων στη στεγαστική πίστη τετραπλασιάζονται. Στα τέλη του 2015 το 40% των δανείων της κατηγορίας βρίσκεται στο «κόκκινο» και οι ημερομηνίες εκδίκασης των υποθέσεων από τα δικαστήρια φτάνουν μέχρι το 2032!
Τελικά αυτός που θα προχωρήσει στο ξήλωμα των ευνοϊκών ρυθμίσεων είναι ο νέος Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, παρ΄ ότι ανεβαίνει στην εξουσία με το σύνθημα «κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη». Μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015 και τις εκλογές του Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει, τη δουλειά αναλαμβάνει ο υπουργός Ανάπτυξης Γιώργος Σταθάκης, ο οποίος αυστηροποιεί τα κριτήρια ένταξης στον νόμο, καθώς μειώνει το πλαφόν της αντικειμενικής αξίας στις 180.000-260.000 ευρώ και εισάγει εισοδηματικά κριτήρια. Ταυτόχρονα βάζει στο «παιχνίδι» τις τράπεζες, καθώς για να προχωρήσει η υπόθεση πρέπει ο οφειλέτης να χαρακτηριστεί «συνεργάσιμος» από τον πιστωτή του.
Τελευταία ευκαιρία
Η αυλαία για τον νόμο Σταθάκη πέφτει στις αρχές του 2019 και ύστερα από μαραθώνιες διαβουλεύσεις κυβέρνησης και θεσμών ψηφίζεται η τελευταία ασπίδα προστασίας της πρώτης κατοικίας, που έληξε τα μεσάνυχτα της περασμένης Παρασκευής. Η ρύθμιση έδινε τη δυνατότητα, υπό προϋποθέσεις, σε όσους είχαν στο τέλος του 2018 ληξιπρόθεσμες οφειλές συνδεδεμένες με το σπίτι τους να πετύχουν μια ευνοϊκή ρύθμιση με επιδότηση των δόσεων έως 50% από το κράτος. Ωστόσο, οι αιτήσεις δεν ξεπέρασαν τις 5.500 έναντι εκτίμησης για 150.000 δικαιούχους όταν ψηφίστηκε ο νόμος.
Ανοίγουν οι αιτήσεις για την επιδότηση δόσεων
Μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται να ανοίξει η πλατφόρμα των αιτήσεων για το νέο πρόγραμμα εννεάμηνης επιδότησης δανείων συνδεδεμένων με την κύρια κατοικία του οφειλέτη. Με χρήση των στοιχείων εισόδου στο Taxis, οι ενδιαφερόμενοι θα υποβάλλουν την αίτηση, δηλώνοντας μεταξύ άλλων το ακίνητό τους, για να ακολουθήσει ο έλεγχος της επιλεξιμότητάς τους, με χρήση στοιχείων από τις βάσεις δεδομένων της ΑΑΔΕ, του ΕΦΚΑ και των τραπεζών.
Πρόκειται για έναν μηχανισμό που δεν είναι ακόμη έτοιμος. Για τον λόγο αυτόν θα απαιτηθεί χρόνος και οι πρώτες πληρωμές δεν αναμένονται πριν από τον ερχόμενο Οκτώβριο. Σημειώνεται ότι η δράση καλύπτει ανέργους που λαμβάνουν έκτακτη ενίσχυση, ελεύθερους επαγγελματίες με ετήσια μείωση τζίρου 20% και άνω στο β’ τρίμηνο 2020, υπαλλήλους με μείωση μισθού (10% για αποδοχές έως 1.000 ευρώ, 20% από 1.000 ως 2.000 ευρώ και 30% για υψηλότερα ποσά), εργαζομένους στο «Συν-εργασία» και ιδιοκτήτες ακινήτων που εισπράττουν μειωμένο ενοίκιο.
Ανατροπή δεδομένων λόγω της πανδημίας
Ενώ όλα έδειχναν πως βαίνουμε σε πλήρη απελευθέρωση των πλειστηριασμών στα τέλη του περασμένου Απριλίου, με τη λήξη του τελευταίου προγράμματος προστασίας, η κρίση του κορωνοϊού ανέτρεψε τα πάντα. Η αναμενόμενη μεγάλη ύφεση ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία σπεύδει να δημιουργήσει ένα νέο πλέγμα προστασίας των κορωνόπληκτων αυτή τη φορά οφειλετών. Οι πλειστηριασμοί δεν μπορούν να αναβληθούν, ωστόσο παρέχεται η δυνατότητα επιδότησης των δόσεων για να μη φτάσουμε σε αυτούς. Οι διαβουλεύσεις με τους θεσμούς ξεκινούν άμεσα και σε τρεις μήνες επέρχεται συμφωνία για το πρόγραμμα με την κωδική ονομασία «ΓΕΦΥΡΑ».
Το όνομα δεν είναι τυχαίο. Επιλέχθηκε λόγω του μεταβατικού χαρακτήρα του μηχανισμού που θα λειτουργήσει μέχρι την εφαρμογή του υπό διαπραγμάτευση με τους θεσμούς μόνιμου πτωχευτικού πλαισίου για φυσικά πρόσωπα, το οποίο η κυβέρνηση θέλει να ενεργοποιήσει την ερχόμενη Πρωτοχρονιά. Μέσω της δράσης θα επιδοτηθούν για εννέα μήνες οι δόσεις ενήμερων (σε ποσοστό έως 90%) και κόκκινων δανειοληπτών (σε ποσοστό έως 80%), εφόσον έχουν πληγεί από την πανδημία.