«Γράφουν κάθε 15 λεπτά επιστολές στην κυβέρνησή μας. Όλοι αυτοί είναι απλά και μόνο σχολαστικοί γραφειοκράτες», σχολίασε σκωπτικά σε τηλεοπτική εκπομπή ο ιταλός υπουργός Εσωτερικών Ματτέο Σαλβίνι μιλώντας για τη στάση της ΕΕ απέναντι στην Ιταλία. Η ιταλική κυβέρνηση συνασπισμού θεωρεί ότι για τη μέτρια πορεία της ιταλικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια και για την περαιτέρω αύξηση του δημόσιου χρέους της -που ξεπερνά πλέον το 130% του ΑΕΠ- ευθύνεται η δημοσιονομική πολιτική της ΕΕ. Δεν θα δεχθούμε τις υποδείξεις των Βρυξελλών, είναι το μήνυμα που εκπέμπει η ιταλική συγκυβέρνηση της ακροδεξιάς Λέγκας και του λαϊκιστικού Κινήματος Πέντε Αστέρων, αναφέρει το in.gr.
Με αυτά τα δεδομένα η όξυνση της αντιπαράθεσης μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών μοιάζει αναπόφευκτη, δεδομένου ότι ούτε η ΕΕ προτίθεται να υπαναχωρήσει στα ιταλικά αιτήματα. Ο αρμόδιος επίτροπος για το ευρώ και αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόφσκις δρομολογεί πλέον διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος κατά της Ιταλίας, με το επιχείρημα ότι το ιταλικό χρέος θα αυξανόταν ακόμη περισσότερο με το νέο σχέδιο προϋπολογισμού που υπέβαλε η Ρώμη, κι αυτό κόντρα στη συμφωνία με την προηγούμενη ιταλική κυβέρνηση για σταδιακή μείωση του χρέους. Οι αμφιβολίες για τις ιταλικές εκτιμήσεις σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη διατηρούνται, επισήμανε ο επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Πιέρ Μοσκοβισί.
«Ποιος θα πληρώσει στο τέλος τον λογαριασμό; Δεν έχουμε πάρει καμία απάντηση σε αυτήν την ερώτηση» σχολίασε ο γάλλος επίτροπος, τονίζοντας ότι η Κομισιόν δεν είχε άλλη επιλογή από το να αντιδράσει όπως αντέδρασε στο ιταλικό σχέδιο προϋπολογισμού.
Για επιβολή όρων που αφορούν τον προϋπολογισμό απαιτείται η συγκατάθεση των υπόλοιπων 18 κρατών μελών της ευρωζώνης. Για εκπλήρωση των όρων θα δοθεί προθεσμία τριών έως έξι μηνών στη Ρώμη. Μόνο μετά το πέρας αυτής της προθεσμίας θα μπορούσε η Κομισιόν να επιβάλει χρηματικές κυρώσεις ή να αναστείλει την καταβολή ευρωπαϊκών πόρων στη Ρώμη. Μέχρι σήμερα η Κομισιόν δεν έχει φθάσει ποτέ στο σημείο να λάβει τόσο δραστικά μέτρα εναντίον κάποιας χώρας μέλους.
«Η κυβέρνηση ρισκάρει την ευημερία των Ιταλών»
Σκοπός της ιταλικής κυβέρνησης είναι να αυξήσει τις κοινωνικές δαπάνες, να μειώσει το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης και τους φόρους, αλλά και να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις. Κατά την άποψη του ιταλού υπουργού Οικονομικών Τζουζέπε Τρία, αυτό θα οδηγούσε εν τέλει σε τόνωση της ιταλικής ανάπτυξης και τελικά και σε μείωση του δημόσιου χρέους. Οι ειδικοί της Κομισιόν αλλά και οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης έχουν άλλη άποψη επί του θέματος, θεωρώντας υπερβολικά αισιόδοξες τις προβλέψεις των Ιταλών.
Τα υψηλότερα ελλείμματα και οι αυξανόμενες δαπάνες αναχρηματοδότησης του χρέους θα προκαλούσαν κρίση στο ήδη ασθενές ιταλικό τραπεζικό σύστημα, επισήμανε ο Βάλντις Ντομπρόφσκις, προειδοποιώντας ότι στο τέλος το ιταλικό κράτος ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπο με αδυναμία πληρωμών. «Η κυβέρνηση ρισκάρει την ευημερία των Ιταλών», υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν.
Παρά τις πιέσεις των Βρυξελλών προς τους κυβερνώντες στη Ρώμη να τηρήσουν τους προβλεπόμενους κανόνες, ο ιταλός υπουργός Εργασίας και Οικονομικής Ανάπτυξης Λουίτζι ντι Μάιο καθιστά σαφές ότι η κυβέρνησή του δεν προτίθεται να αλλάξει κανέναν από τους πυλώνες του σχεδίου προϋπολογισμού της.
Πάντως η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος είναι σύνθετη και απαιτεί ένα πλέγμα διαβουλεύσεων και αποφάσεων από τα υπόλοιπα 18 κράτη μέλη του ευρώ. Σε μερικές εβδομάδες η ΕΕ θα αποστείλει κατάλογο μέτρων στη Ρώμη, η οποία θα κληθεί να ανταποκριθεί εντός τριών με έξι μηνών. Οικονομολόγοι προειδοποιούν όμως ότι οι διεθνείς δανειστές της Ιταλίας δεν θα κάνουν τόση υπομονή, με αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού της Ιταλίας να αυξηθεί με ταχείς ρυθμούς και συνακόλουθα να επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τον ήδη βεβαρημένο ιταλικό προϋπολογισμό.
Από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση ο νέος συνασπισμός στη Ρώμη τον περασμένο Ιούνιο, το λεγόμενο σπρεντ στα ιταλικά ομόλογα έχει διπλασιαστεί και κινείται σήμερα στην περιοχή των 330 μονάδων βάσης. Εάν ξεπεραστεί το επίπεδο των 400 μονάδων, η κατάσταση θα είναι κρίσιμη, όπως ομολόγησε ακόμη και ο ιταλός υπουργός Εσωτερικών Μ. Σαλβίνι προ εβδομάδων. Εκπρόσωποι της ιταλικής κυβέρνησης έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στη δυνατότητα εισαγωγής παράλληλου νομίσματος για εξόφληση των λογαριασμών του δημοσίου και είσπραξη των φόρων. Ωστόσο, η κυκλοφορία ενός τέτοιου νομίσματος δεν προβλέπεται από τους κανόνες της ευρωζώνης.
Ενδεχόμενα και κίνδυνοι για την Ιταλία
Ο Αλέσιο Τέρτσι, οικονομολόγος του ερευνητικού Ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών, επισήμανε στην DW ότι κατά τη γνώμη του υπάρχουν δύο ενδεχόμενα: «Το καλύτερο σενάριο θα ήταν οι κυβερνώντες στη Ρώμη να μην έχουν ιδέα τι κάνουν. Το χειρότερο σενάριο είναι να θέλουν να προκαλέσουν μια κρίση, η οποία θα οδηγήσει τελικά σε εισαγωγή ενός δεύτερου νομίσματος στην Ιταλία και σε έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη».
Σύμφωνα με τον ιταλό οικονομολόγο, οι συμπατριώτες του θα έχαναν έτσι μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους, ενώ το ιταλικό ΑΕΠ θα σημείωνε σοβαρή κάμψη.
Λιγότερο δραματική είναι η ανάλυση του αμερικανικού Ινστιτούτου Peterson για τη Διεθνή Οικονομία, το οποίο σημειώνει σε ανάλυσή του ότι οι αγορές θα επιδείξουν κι άλλη υπομονή απέναντι στην Ιταλία. Εάν η ιταλική ανάπτυξη δεν υποχωρήσει εξαιτίας εξωτερικών σοκ, τότε το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους μπορεί να διατηρηθεί σε επιτρεπόμενα πλαίσια, εκτιμούν αναλυτές του αμερικανικού ινστιτούτου, προσθέτοντας ότι «μια κρίση δεν είναι αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αντιπαράθεσης μεταξύ ΕΕ και Ιταλίας».
«Η Ιταλία δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της μια δεύτερη ύφεση», δήλωσε ο ισπανός υπουργός Εξωτερικών Γιοσέπ Μπορέλ σε συνέντευξή του στον ιστότοπο Politico στις Βρυξέλλες, υιοθετώντας πάντως πιο διαλλακτικό τόνο: «Ελπίζω η ιταλική κυβέρνηση και η Κομισιόν να περιορίσουν τις αλληλοκατηγορίες και να καταλήξουν σε μια συμφωνία κατά το πρότυπο της Πορτογαλίας». Η χώρα της Ιβηρικής, μετά από χρόνια εφαρμογής σκληρών μέτρων λιτότητας, συμφώνησε με την Κομισιόν σε ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα και δεν εξαρτάται πια από τον μηχανισμό διάσωσης της ΕΕ. Ο ισπανός υπουργός προειδοποίησε ακόμη ότι η Κομισιόν δεν μπορεί να τηρήσει απέναντι στην Ιταλία εξίσου σκληρή στάση και να επιβάλει τα δρακόντεια μέτρα που είχαν επιβληθεί από την ΕΕ στην Ελλάδα.