Η Ευρώπη πρέπει να αφυπνισθεί...
Ουκ έστιν αριθμός τους τελευταίους μήνες πολιτικών και οικονομικών αναλύσεων και μελετών που προσπαθούν να αποδείξουν και να πείσουν ότι η χρηματοοικονομική κρίση τού 2008 φέρει την ακεραία ευθύνη για την άνοδο των αποκαλούμενων νέων ακροδεξιών πολιτικών σχηματισμών σε Ευρώπη και Αμερική.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Για παράδειγμα, στο πολύ σοβαρό αμερικανικό περιοδικό Foreign Affairs, τρεις καθηγητές γράφουν: «Η οικονομική κρίση τού 2008 ήταν καταστροφική για την παγκόσμια οικονομία … Και σε συνδυασμό με την κρίση δημοσίου χρέους της ευρωζώνης έπληξε σοβαρά τα πολιτικά συστήματα στην Δύση. Η καταπολέμηση κρίσεων έγινε το νέο φυσιολογικό. Τα μακρόβια δικομματικά συστήματα στην Γαλλία και στην Ισπανία σαρώθηκαν. Οι λαϊκές ακροδεξιές δυνάμεις προέκυψαν από τα περιθώρια, μερικές φορές επιτυγχάνοντας σημαντικές εκλογικές νίκες…
»Το 2015 δημοσιεύσαμε μελέτη που συγκέντρωνε στοιχεία για σχεδόν 100 χρηματοπιστωτικές κρίσεις και περισσότερες από 800 εθνικές εκλογές σε 20 δημοκρατίες από το 1870. Διαπιστώσαμε ότι τα ακροδεξιά κόμματα είναι οι μεγαλύτεροι ωφελημένοι από τις οικονομικές καταστροφές. Μετά από μία κρίση, το ποσοστό των ψήφων που πηγαίνουν σε δεξιά κόμματα αυξάνεται περισσότερο από 30%.
Διαπιστώσαμε, επίσης, ότι οι κυβερνητικές πλειοψηφίες τείνουν να συρρικνώνονται και η διακυβέρνηση καθίσταται δύσκολη καθώς όλο και περισσότερα κόμματα και ομάδες κατά του κατεστημένου εισέρχονται σε νομοθετικά σώματα. Τα αποτελέσματα αυτά γίνονται εντονότερα μετά από χρηματοοικονομικές κρίσεις, οι οποίες συνήθως είναι βιαιότερες από τις γνωστές οικονομικές κάμψεις.
»Στο πλαίσιο αυτό, οι δεξιοί λαϊκιστές είναι πιο πρόθυμοι να εκμεταλλευτούν τα πολιτισμικά ρήγματα και να κατηγορήσουν για τα οικονομικά προβλήματα τους αλλοδαπούς και εκείνους που υποτίθεται ότι θέτουν τα συμφέροντα μίας παγκόσμιας ελίτ πάνω από αυτά των συμπολιτών τους. Όπως δήλωσε η Βρεταννίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέϊ πέρυσι: Αν πιστεύετε ότι είστε πολίτης του κόσμου, είστε πολίτης του πουθενά.
Αντίθετα, η αριστερά έχει υιοθετήσει μία διεθνιστική αντίληψη και συνήθως αποφεύγει την ακατάπαυστη ρητορική εναντίον αλλοδαπών και μειονοτήτων. Οι άνθρωποι θέλουν να αποδίδουν ευθύνες και η δεξιά είναι πρόθυμη να παρουσιάσει αποδιοπομπαίους τράγους –τους μετανάστες, την Κίνα ή την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα ονόματα αλλάζουν, αλλά το σενάριο παραμένει ίδιο».
Το ερώτημα που προκύπτει από την παραπάνω έρευνα-ανάλυση είναι αν η κατάσταση παρουσιάζεται έτσι ακριβώς όπως την περιγράφουν οι καθηγητές M. Funke, M. Schularick και Christopher Trebesch στο Foreign Affairs. Η δική μας εμπειρική αίσθηση είναι ότι η κατάσταση έχει πολύ πιο σύνθετα χαρακτηριστικά και, κυρίως, απέχει αισθητά από την ομογενοποίηση που τής προσδίδεται.
Κατ’ αρχήν, όταν μιλάμε για ακροδεξιά θα πρέπει να προσδιορίσουμε για ποια κόμματα γίνεται λόγος και σε ποιες χώρες. Διότι, απλούστατα, οι διαφορές μεταξύ του Εθνικού Μετώπου στην Γαλλία και του αντίστοιχου πολιτικού μορφώματος στο Βέλγιο, για παράδειγμα, είναι τεράστιες. Το ίδιο ισχύει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, όπως λ.χ. μεταξύ του αυστριακού FPÖ και της Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα.
Κατά συνέπεια, η αντιμετώπιση της ανόδου των ακροδεξιών πολιτικών σχηματισμών στη Ευρώπη απέχει πολύ από τού να είναι ενιαία.
Διότι τα αίτια που προκαλούν την άνοδο αυτή διαφέρουν από χώρα σε χώρα, αλλά και από περιοχή σε περιοχή. Άλλα είναι τα προβλήματα που επικαλούνται οι Φλαμανδοί οπαδοί της ακροδεξιάς στην Αμβέρσα στο Βέλγιο, άλλα αυτά των ομοϊδεατών τους στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας και εντελώς διαφορετικά αυτά των οπαδών του Εθνικού Μετώπου στο Πα-ντε-Καλαί στην βόρεια Γαλλία.
Ωστόσο, οι τρεις αυτές πόλεις δεν απέχουν μεταξύ τους περισσότερα από 110 χιλιόμετρα. Σε κάθε περίπτωση δε, περισσότερο από την χρηματοδοτική κρίση, βασικό πρόβλημά τους είναι το μεταναστευτικό, το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει σπασμωδικά και με τρόπους που είναι μέλι στις φρυγανιές των λαϊκιστών.
Παράλληλα, αμήχανη απέναντι στον λαϊκισμό είναι και η γλώσσα που ομιλούν τα ευρέως φάσματος φιλελεύθερα κόμματα, παρά το γεγονός ότι μόνον αυτά μπορούν να διαχειριστούν κρίσεις και να προσφέρουν λύσεις. Όπως έκαναν μέχρι σήμερα.
Όμως, τα κόμματα αυτά, που καλύπτουν τον κεντροδεξιό και κεντροαριστερό χώρο, θα πρέπει να ανανεώσουν την σκέψη τους και, κυρίως, να αντισταθούν δυναμικά στις δυνάμεις αυτές που μέσα από την καλλιέργεια της άγνοιας και του φόβου θέλουν να πάνε τους δείκτες του ρολογιού προς τα πίσω. Παίζουν, δηλαδή, το παιχνίδι του χαμένου χρόνου γιατί είναι και το μόνο που γνωρίζουν.