Ντόμινο αντιδράσεων στην επιστημονική κοινότητα έχουν προκαλέσει οι διαρροές για έρευνα του Stanford που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα τον Απρίλιο, καθώς πρότεινε πως ο κορωνοϊός είναι στατιστικά πολύ πιο ακίνδυνος από όσο εκτιμούν οι υγειονομικές αρχές που επιβάλλουν lockdown και περιορισμούς στα ταξίδια.
Σύμφωνα με πηγή του πανεπιστημίου με άμεση γνώση του θέματος, την οποία επικαλείται το Buzzfeed News στο εκτενές ρεπορτάζ της Stephanie M. Lee, η συγκεκριμένη έρευνα του Δρ. Τζον Ιωαννίδη και συνεργατών του, είχε χρηματοδοτηθεί εν μέρει από τον ιδρυτή των αερογραμμών JetBlue Airways, επιχειρηματία Ντέιβντ Νίλμαν, που από το ξέσπασμα της πανδημίας επιμένει ότι ο κορωνοϊός δεν είναι τόσο θανατηφόρος ώστε να δικαιολογεί την καραντίνα και τα υπόλοιπα αυστηρά μέτρα.
Οι διαρροές που επικαλείται το Buzzfeed, περιλαμβάνουν μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μεταξύ του στελέχους της αεροπορικής εταιρείας και των επιστημόνων, όσο η έρευνα διεξαγόταν.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στις 17 Απριλίου, πριν ελεγχθούν από ανεξάρτητους επιστήμονες, και απασχόλησαν τα διεθνή μέσα, καθώς η έκθεση πρότεινε πως ο ιός πιθανώς να είχε μολύνει από 50 έως και 85 φορές περισσότερους ανθρώπους από τα καταγεγραμμένα κρούσματα στις ΗΠΑ και, ως εκ τούτου, ήταν πολύ λιγότερο επικίνδυνος για τους ανθρώπους από όσο πιστευόταν, ρίχνοντας το ποσοστό θνητότητας στο 0,12% με 0,2%.
Οι επιστήμονες υποστήριξαν πως έλεγξαν 3.300 δείγματα εθελοντών στην Σάντα Κλάρα, και διαπίστωσαν πως ο ιός ήταν ήδη διαδεδομένος σε ασυμπτωματικά άτομα και άλλους που δεν είχαν αντιληφθεί πως είχαν περάσει την νόσο Covid-19.
Όπως σημείωναν, αν τα κρούσματα είναι 85 φορές περισσότερα από όσα έχουν εντοπίσει οι έλεγχοι, η θνησιμότητα είναι υπερβολικά μικρότερη από τα επίσημα στατιστικά, κοντά στα αντίστοιχα ποσοστά της «ακίνδυνης» κοινής γρίπης.
Η μελέτη επικρίθηκε σχεδόν αμέσως για την μεθοδολογία και την εγκυρότητά της, αναγκάζοντας τους συγγραφείς της να προβούν σε διορθώσεις δύο εβδομάδες αργότερα, αλλά τα αμφισβητούμενα αποτελέσματα είχαν ήδη διαδοθεί στον διεθνή τύπο, συνοδευόμενα από την εγκυρότητα του ονόματος ενός πανεπιστημίου όπως το Stanford.
Συντηρητικά ΜΜΕ στις ΗΠΑ αναπαρήγαγαν την έρευνα, υποστηρίζοντας τη θεωρία πως οι φόβοι για τον κορωνοϊό είναι υπερβολικοί. «Η πλειονότητα του πληθυσμού διατρέχει ελάχιστο κίνδυνο, όσο κινδυνεύετε να σκοτωθείτε ενώ οδηγείτε από το σπίτι στη δουλειά και ξανά πίσω», υποστήριζε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της έρευνας Δρ. Ιωαννίδης, μιλώντας στο κανάλι Fox News.
«Αυτό που ο ωστόσο δεν ανέφερε ο Δρ. Ιωαννίδης, ήταν πως η μελέτη του είχε χρηματοδοτηθεί εν μέρει από τον Νίλμαν» που πολλοί υποπτεύονται ότι επιθυμούσε διακαώς ένα καθησυχαστικό αποτέλεσμα, το οποίο θα υποστήριζε την επαναλειτουργία του κλάδου του.
«Είναι αναπόφευκτος ο προβληματισμός για το κατά πόσο υπήρχε σύγκρουση συμφερόντων στην περίπτωση των συγγραφέων της έρευνας», σημειώνεται στην ανώνυμη αναφορά που κατατέθηκε στο αρμόδιο γραφείο του πανεπιστημίου Stanford, από πηγή που είχε εμπλακεί προσωπικά στην επίμαχη έρευνα.
Από τα επίμαχα email προκύπτει πως οι συγγραφείς της έρευνας αγνόησαν τις ενστάσεις δύο καθηγητών του πανεπιστημίου, που επιχείρησαν να διασταυρώσουν την ακρίβεια των τεστ αντισωμάτων που χρησιμοποιήθηκαν.
Τελικά, οι καθηγητές αρνήθηκαν να συμπεριληφθούν στην λίστα των συνεργατών, καθώς είπαν ότι δεν μπορούσαν να επιβεβαιώσουν επαρκώς τα αποτελέσματα. Στην αναφορά σημειώνεται πως ο Νίλμαν «είναι πιθανό να χρησιμοποίησε οικονομικά κίνητρα για να διασφαλίσει την συνεργασία ενός εκ των επιστημόνων, που αρχικά είχε γράψει στα email ότι ανησυχούσε για την ακρίβεια των τεστ». Στατιστικολόγος του Στάνφορντ προειδοποιεί για λανθασμένα μοντέλα
Όταν ρώτησαν τον Δρ. Ιωαννίδη αν ο Νίλμαν είχε κάνει δωρεά, ισχυρίστηκε πως δεν ήταν «προσωπικά ενήμερος» για κάτι τέτοιο. «Ο Ντέιβιντ Νίλμαν έχει συγκεκριμένη άποψη, ιδέες και σκέψεις», απάντησε στο BuzzFeed News. «Δεν γνωρίζω ακριβώς ποιοι ήταν οι άνθρωποι που χρηματοδότησαν την έρευνα τελικά. Αλλά όποιοι κι αν ήταν, κανείς τους δεν μας είπε πώς θα έπρεπε να σχεδιαστεί ή να διεξαχθεί η έρευνα, ούτε απαίτησαν κάποιο συγκεκριμένο τύπο αποτελέσματος ή αναφοράς». Μάλιστα ο καθηγητής πρόσθεσε πως δεν γνώριζε το συνολικό κόστος της έρευνας, αλλά διαβεβαίωσε ότι οι πόροι προήλθαν από ανώνυμες δωρεές που κατατέθηκαν στο γραφείο Ανάπτυξης του Stanford. «Αυτή η μέθοδος χρηματοδότησης είναι η λιγότερο επεμβατική για να διεξαγάγει κανείς μια έρευνα. Διασφαλίζει απολύτως την ανεξαρτησία της».
Από την πλευρά του, ο ιδρυτής της JetBlue Airways παραδέχθηκε ότι ορισμένοι από τους ερευνητές γνώριζαν ότι είχε προσφέρει χρήματα για την μελέτη.
Ο Νίλμαν επιβεβαίωσε ότι είχε κάνει δωρεά 5.000 δολαρίων στο Stanford για να δοθούν στους επιστήμονες και επικοινωνούσε προσωπικά μαζί τους. Ωστόσο αρνήθηκε τις μομφές ότι άσκησε επιρροή στα αποτελέσματα με οποιονδήποτε τρόπο, προσθέτοντας πως οι επιστήμονες επέδειξαν «φοβερή ακεραιότητα» και δεν του αποκάλυψαν τα αποτελέσματα πριν αυτά δημοσιευτούν.
Κατηγόρησε δε το άτομο που υπέβαλλε την αναφορά στο πανεπιστήμιο, πως κατέληξε σε αβάσιμα συμπεράσματα τα οποία «δεν αποδεικνύονται επειδή είναι αναληθή».