Για πρώτη φορά από το 2009, οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατέγραψαν αύξηση στον τζίρο τους, σύμφωνα με την έκθεση της ΕΚΤ που καλύπτει την περίοδο μεταξύ Απριλίου – Σεπτεμβρίου 2017 σχετικά με την πρόσβαση των επιχειρήσεων της Ευρωζώνης στoν τραπεζικό δανεισμό.
Κέρδη επίσης πέτυχαν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Ζώνης του Ευρώ για πρώτη φορά από το 2009 που διενεργήθηκε η πρώτη έρευνα της ΕΚΤ, ενώ οι περισσότερες εξ αυτών φαίνεται να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα πρόσβασης σε χρηματοδότηση.
Σύμφωνα με την «Καθημερινή» μόνο οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις αναφέρουν σε ποσοστό 23% την πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση ως ένα από τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, δίνοντας βαθμολογία 7 στην κλίμακα από 1 μέχρι 10. Οπως επισημαίνεται, το 19% των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων εξέφρασε την ανάγκη να προσφύγει σε δανεισμό όταν το προηγούμενο εξάμηνο το ποσοστό αυτό διαμορφωνόταν στο 31%.
Αντίθετα, είναι ενδεικτικό ότι στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης η βασική ανησυχία των ΜμΕ είναι η διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού (23%) και όχι τόσο η πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Σημειώνεται ότι στην έρευνα συμμετείχαν 11.000 επιχειρήσεις με λιγότερους από 250 εργαζομένους, ενώ το καθαρό ποσοστό προκύπτει από το ισοζύγιο αρνητικών και θετικών απαντήσεων που δόθηκαν από τις ΜμΕ κατά τη διάρκεια της έρευνας.
Επίσης, η Ελλάδα φαίνεται να υστερεί έναντι των υπόλοιπων χωρών και ως προς τη δυνατότητα του τραπεζικού συστήματος να χορηγήσει δάνεια προς τις επιχειρήσεις.
Ωστόσο, το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι έχει επιδεινωθεί η διαθεσιμότητα δανείων από τις τράπεζες προς τις ΜμΕ έχει μειωθεί αισθητά σε σύγκριση με στοιχεία της προηγούμενης έρευνας (Μάρτιος – Οκτώβριος 2016).
Εν ολίγοις, τόσο η ζήτηση για δάνεια όσο και η προσφορά δανείων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα συνιστούν μεγάλο πρόβλημα για τις ΜμΕ, γεγονός που τις καθιστά περισσότερο ευάλωτες σε σύγκριση με εκείνες των υπόλοιπων χωρών της Ευρωζώνης. Ως εκ τούτου, βελτιωμένη είναι η εικόνα των τραπεζών στην Πορτογαλίας ως προς τη δυνατότητα χορήγησης δανείων, εκτίμησε το 22% των ερωτηθέντων, ενώ ικανοποιητική είναι και η πορεία της Ιρλανδίας σε αυτό τον τομέα (17%).
Ακόμα, το χρηματοδοτικό κενό (financing gap) των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη Ζώνη του Ευρώ παρέμεινε αρνητικό την περίοδο Απριλίου – Σεπτεμβρίου 2017. Αυτό δηλαδή σημαίνει ότι η αύξηση της ανάγκης εξωτερικής χρηματοδότησης ήταν μικρότερη από την αντίστοιχη πρόσφορα. Η Ελλάδα εξακολουθεί να καταγράφει το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό χάσμα, ενώ ακολουθούν η Γαλλία και το Βέλγιο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανάγκη των επιχειρήσεων για χρηματοδότηση από άλλες πιθανές πηγές (τιτλοποιήσεις, υπεραναλήψεις, εμπορικές πιστώσεις κ.ά.) έχει σε γενικές γραμμές μειωθεί, για αυτό και το μέγεθος του χρηματοδοτικού κενού παρουσιάζεται στην Ελλάδα αισθητά βελτιωμένο (11% από 24%).
Παρότι η πρόσβαση σε δανεισμό συνιστά πρόβλημα για τις ΜμΕ, αρκετές εξ αυτών δεν επιλέγουν τον δανεισμό καθότι ένας αριθμός παραγόντων λειτουργεί για αυτές αποτρεπτικά. Ενδεικτικά, το 19% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι τα επιτόκια δανεισμού στην Ελλάδα δεν είναι ελκυστικά, ενώ το 21% δήλωσε ότι δεν χρειάζεται αυτού του είδους χρηματοδότηση.
Σε ό,τι αφορά τις προσδοκίες τους για τη διαθεσιμότητα τραπεζικών δανείων στο μέλλον, μεγάλο ποσοστό των ελληνικών ΜμΕ αναμένει ότι αυτή βαίνει διαρκώς επιδεινούμενη, εν αντιθέσει με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις των χωρών της Ευρωζώνης, που παραμένουν αισιόδοξες τόσο για τη χρηματοδοτική τους δυνατότητα όσο και για την προσφερόμενη σε αυτές χρηματοδότηση.