Ανοιχτή για σχεδόν οκτώ μήνες θα παραμείνει η πλατφόρμα για όλα τα αυθαίρετα, η οποία αναμένεται να κλείσει από την 1 Ιουλίου μόνο για τις μεγάλες πολεοδομικές παραβάσεις.
Πρόκειται για την κατηγορία 5, στην οποία κατατάσσονται όσα αυθαίρετα παραβιάζουν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 40% τα πολεοδομικά μεγέθη κάλυψης και δόμησης και σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20% το επιτρεπόμενο ύψος, σύμφωνα με τους όρους δόμησης της περιοχής ή αυτούς που ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της οικοδομικής άδειας.
Από το καλοκαίρι θα τεθεί σε εφαρμογή η ηλεκτρονική ταυτότητα του κτιρίου που είχε προβλεφθεί από προηγούμενο νόμο αλλά ουδείς μέχρι σήμερα εφάρμοσε, τροφοδοτώντας σε μεγάλο βαθμό μαζί με την απουσία ελέγχων, τα προβλήματα της αυθαιρεσίας.
Το νέο πλαίσιο των αυθαιρέτων παρουσίασε χθες η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος, παρουσία των προέδρων του ΤΕΕ και της ΠΟΜΙΔΑ κ. Γ. Στασινού και κ. Σ. Παραδιά, η οποία καλείται να θεσμοθετήσει τις αλλαγές και να βάλει ένα τέλος στις συνεχείς παρατάσεις των νόμων.
Όπως ανακοινώθηκε από τον Κωστή Χατζηδάκη, θα δοθεί παράταση για την τακτοποίηση αυθαιρέτων μέχρι τα τέλη Ιουνίου του 2020.
Με το νέο καθεστώς που διαμορφώνεται προβλέπεται να επιβάλλονται κλιμακωτά πρόστιμα στους ιδιοκτήτες αυθαιρέτων που δεν θα συμμορφώνονται με τον νέο νόμο.
Έτσι τίθεται εύλογα το ερώτημα πώς θα διαμορφώνονται αυτά τα πρόστιμα. Στο Κτηματολόγιο, για παράδειγμα, τα πρόστιμα θα υπολογίζονται με βάση την αξία του ακινήτου – που θα προκύπτει από τις αντικειμενικές τιμές – και τον χρόνο καθυστέρησης στην υποβολή της δήλωσης. Στην περίπτωση των αυθαιρέτων τι θα ισχύσει;
Εδώ, όπως εξηγούν πηγές που γνωρίζουν καλά το θέμα, μπαίνει ο παράγοντας Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου. Με απλά λόγια, είναι κάτι ανάλογο με το DNA. Σε αυτήν θα καταγράφονται τα βασικά χαρακτηριστικά όλων των κτιρίων (σχέδια, παρεμβάσεις κ.ά.).
Τα πρόστιμα λοιπόν θα υπολογίζονται ανάλογα με τον χρόνο τακτοποίησης των αυθαιρέτων και σύνδεσης-εφαρμογής με την Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου. Και όπως εξηγούν από το υπουργείο Περιβάλλοντος, θα μπουν προθεσμίες.
Αλλά ας το εξειδικεύσουμε: από την 1η Ιουλίου όλοι οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα μπορούν να συνδεθούν με την Ηλεκτρονική Ταυτότητα. Ωστόσο, οι ιδιοκτήτες αυθαιρέτων θα πρέπει πρώτα να ενταχθούν στον νόμο πληρώνοντας τα προβλεπόμενα πρόστιμα (θα είναι ανάλογα με αυτά που ισχύουν σήμερα), να τακτοποιηθούν και μετά να λάβουν Ηλεκτρονική Ταυτότητα. Τώρα, για κάθε χρόνο που καθυστερεί η τακτοποίηση τα πρόστιμα θα αυξάνονται (θα υπάρχει δηλαδή προσαύξηση).
Με καταληκτική ημερομηνία
Αυτή όμως η διαδικασία δεν θα συνεχίζεται στο… διηνεκές. Θα υπάρχει και μια καταληκτική προθεσμία. Δηλαδή η διάταξη θα προβλέπει πως μέχρι την καταληκτική προθεσμία – σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας – το πρόστιμο που θα καλούνται να καταβάλουν οι ιδιοκτήτες θα μεταβάλλεται για κάθε χρόνο καθυστέρησης, με μια κλιμακωτή προσαύξηση.
Για τον σκοπό αυτόν γίνονται εκτεταμένες συζητήσεις μεταξύ υπουργείου Περιβάλλοντος, Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ) και Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ). Και αυτό επειδή από το υπουργείο Περιβάλλοντος είναι πεπεισμένοι πως με την Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου θα εξασφαλίζονται η ασφάλεια των ενοίκων, η διαφάνεια στην κτηματαγορά και τελικά η εξάλειψη των πολεοδομικών παραβάσεων.
Η Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτηρίου
Από τον Ιούνιο και μετά, οι δηλώσεις θα συνδεθούν με την έκδοση ηλεκτρονικής ταυτότητας του κτιρίου ή της ιδιοκτησίας. Πιο συγκεκριμένα, όπως τόνισε ο υφυπουργός Περιβάλλοντος, Δημήτρης Οικονόμου, στην νέα βάση δεδομένων της ταυτότητας κτιρίου θα εντάσσονται αρχικά όλα τα νέα κτίρια. Τμηματικά θα γίνεται για τα πιο παλιά καθώς η ηλεκτρονική ταυτότητα κτιρίων, θα πραγματοποιείται κατά διηρημένη ιδιοκτησία.
Αυτό σημαίνει πως όποιος μια διηρημένη ιδιοκτησία και θέλει να κάνει μια μεταβίβαση, να νοικιάσει ή να πουλήσει ένα ακίνητο, θα μπορεί να δημιουργήσει ηλεκτρονική ταυτότητα αποκλειστικά της διηρημένης ιδιοκτησίας του, ανέφερε ο κ. Οικονόμου.
Σταδιακά θα προστίθενται και οι υπόλοιπες διηρημένες ιδιοκτησίες, μέχρι να φτάσει στο τέλος, όπου θα καταγράφεται όλο το ακίνητο.
Ο πρώτος ιδιοκτήτης του κτιρίου που θα προχωρήσει στην έκδοση ηλεκτρονικής ταυτότητας διηρημένης ιδιοκτησίας θα πρέπει να δηλώσει και το ποσοστό που του αντιστοιχεί σε χιλιοστά επί των κοινοχρήστων χώρων και αν υπάρχουν και εκεί αυθαιρεσίες, θα πρέπει να τις δηλώσει, προσκομίζοντας και τα σχετικά σχέδια. «Αν κάποιος σκόπιμα δεν δηλώσει τις αυθαιρεσίες θα το βρει μπροστά του αργότερα», επεσήμανε ο υφυπουργός.
Με 100 δόσεις
Για όσους ιδιοκτήτες η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώς δεν είναι πρώτη προτεραιότητα, μπορούν να προβούν σε τακτοποίηση με τον ισχύοντα νόμο, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, θα είναι σε ισχύ έως το τέλος Ιουνίου του 2020. Και μετά, με τον έως τώρα σχεδιασμό, ακολουθεί η σύνδεση με την Ηλεκτρονική Ταυτότητα Κτιρίου.
Υπενθυμίζεται πως – με το ισχύον καθεστώς – η τακτοποίηση μπορεί να γίνει σε 100 δόσεις, ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι μπορούν να προβούν σε τακτοποίηση των αυθαιρέτων τους καταβάλλοντας το 30% των προβλεπόμενων προστίμων και οι δικαιούχοι του προγράμματος κοινωνικής αλληλεγγύης το 20%.
Στο μεταξύ, οι ιδιοκτήτες αυθαιρέτων θα πρέπει να έχουν υπόψη τους πως στην περίπτωση που ολοκληρωθούν οι διαδικασίες στατικής επάρκειας προβλέπεται μείωση του προστίμου κατά 30% σε περιοχές σεισμικής επικινδυνότητας 1 (Μακεδονία και Θράκη), κατά 50% σε περιοχές σεισμικής επικινδυνότητας 2 (Αττική, Δωδεκάνησα και Ανατολικό Αιγαίο) και κατά 60% σε περιοχές σεισμικής επικινδυνότητας 2 (νησιά του Ιονίου).
Επιπλέον, σε ό,τι αφορά την τακτοποίηση αυθαιρέτων – αλλά και των περιβαλλοντικών παραβάσεων – σε αρχαιολογικούς χώρους, προβλέπεται – και εδώ – η υποβολή δήλωσης υπαγωγής.
Στη συνέχεια, έπειτα από αίτηση του ενδιαφερομένου, γνωμοδοτεί το αρμόδιο όργανο ή υπηρεσία του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού με την έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης για το αν η υπαγωγή αυτή προκαλεί ή όχι άμεση βλάβη στο πολιτιστικό αγαθό.
Την ίδια ώρα δίνεται υπό προϋποθέσεις η δυνατότητα τακτοποίησης ακινήτων που κρίθηκαν αυθαίρετα με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Πρόκειται για κτίρια των οποίων η οικοδομική άδεια, μεταξύ άλλων, «εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή των κανόνων δικαίου που δεν ίσχυαν».