Αφετηρία του πρώτου ανατιµητικού κύκλου στα ασφάλιστρα αυτοκινήτου -και µάλιστα µε διψήφιο ποσοστό- ύστερα από ένα πολυετές πτωτικό σερί φαίνεται ότι θα αποτελέσει το έτος 2019.
Σύµφωνα µε φορείς του κλάδου,η κάθετη πτώση των ασφαλίστρων κατά την περίοδο της ύφεσης σε ποσοστό που αγγίζει ακόµη και το 50% θα είχε σταµατήσει από το 2016, ωστόσο η... προσέλκυση των χιλιάδων ανασφάλιστων οχηµάτων που κυκλοφορούσαν στους ελληνικούς δρόµους µε «δέλεαρ» την τιµή ανέβαλε για λίγο την αλλαγή πολιτικής εκ µέρους των ασφαλιστικών οµίλων.
Οπως σηµειώνει ο πρόεδρος της Επιτροπής Αυτοκινήτου της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος και πρόεδρος του συστήµατος Φιλικού ∆ιακανονισµού, ∆ηµήτρης Ζορµπάς, μιλώντας στην εφημερίδα «Έθνος», ήδη από το 2016 θα έπρεπε να είχαν σηµειωθεί αυξήσεις της τάξης του 9% για να ισορροπήσει η κατάσταση. Ωστόσο, το κυνήγι πελατών, το οποίο χάρισε στις εταιρείες περίπου 780.000 νέα συµβόλαια, είχε ως αποτέλεσµα έναν... αδυσώπητο πόλεµο τιµών που έριξε τα ασφάλιστρα κατά 15%.
Μόνο φέτος οι µειώσεις ανήλθαν σε 10%, ανεβάζοντας το ποσοστό πτώσης στα υφεσιακά χρόνια κοντά στο 50%. Κερδισµένες από τη µάχη αυτή βγήκαν οι Εταιρείες Ελεύθερης Παροχής Υπηρεσιών (ΕΠΥ), οι οποίες κατέχουν περίπου το 11,2% του στόλου, που στο σύνολό του τζιράρει περίπου 1 δισ. ευρώ, αναφέρει το protothema.
Οι ζηµιές είναι αναπόφευκτες, εάν οι εταιρείες δεν σταµατήσουν τον «πόλεµο» τιµών, µε την ισορροπία να µεταφράζεται σε µια πιο ορθολογική και αυξητική τιµολόγηση.
Το προφίλ του οδηγού
Σύµφωνα, λοιπόν, µε τον κ. Ζορµπά, από τις αρχές του νέου έτους σταδιακά η αγορά, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες και µε βάση τις επιµέρους παραµέτρους (που συνδέονται π.χ. µε το προφίλ του οδηγού, τη γεωγραφική περιοχή όπου κινείται το όχηµα κ.λπ.), θα προχωρήσει σε πιθανή αναπροσαρµογή προς τα πάνω, µε τις εκτιµήσεις παραγόντων του κλάδου να κάνουν λόγο για ένα ποσοστό της τάξης του 15%-20%. Οπως υπογραµµίζει ο διευθύνων σύµβουλος της Συνεταιριστικής Ασφαλιστικής, οι περισσότερες εταιρείες θα καταγράψουν ζηµιές από του χρόνου, εάν δεν αλλάξουν τακτική.
Σε σχετική µελέτη η KPMG αναφέρει ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου έχουν επιδοθεί σε ένα παιχνίδι µηδενικού αποτελέσµατος, στο οποίο δεν φαίνεται να κερδίζει κανένας. Μείωση της κερδοφορίας κυρίως λόγω του έντονου ανταγωνισµού και συρρίκνωση των περιθωρίων κέρδους είναι το αποτέλεσµα του «παιχνιδιού» αυτού, σε µια αγορά η οποία συρρικνώνεται διαρκώς. ∆εν είναι τυχαίο ότι από το 2010, οπότε η παραγωγή ασφαλίστρων άγγιξε τα 2 δισ. ευρώ (1,96 δισ.), ακολούθησε µία επταετία συνεχούς πτώσης, η οποία οδήγησε την αγορά κάτω ακόµη και από το 1 δισ. ευρώ, µε τη φετινή χρονιά να αναµένεται να κλείσει και πάλι σε θετικό πρόσηµο (έστω οριακά), λόγω της επανασφάλισης χιλιάδων οχηµάτων µε την απειλή «τσουχτερών» προστίµων από την Πολιτεία.
Την ίδια στιγµή, η ανοδική πορεία του ∆είκτη Ζηµιών (στα επίπεδα του 80%) αφήνει στο παρελθόν τα µεγάλα περιθώρια κέρδους, ενώ τα «αποθέµατα» κερδών προηγούµενων ετών αναµένεται να εξαντληθούν σύντοµα.
Η KPMG εκτιµά ότι, µόλις εξαντληθούν όλες οι διαθέσιµες «αποθήκες» κέρδους -κάτι το οποίο φαίνεται να γίνεται πραγµατικότητα- η αύξηση των τιµολογίων θα γίνει πλέον αναγκαστική, εκτιµώντας ότι ο χρονικός ορίζοντας για την αντίστροφη πορεία των τιµολογίων δεν είναι µακρινός. ∆εν πρέπει να ξεχνάµε, εξάλλου, ότι οι εταιρείες έχουν να αντιµετωπίσουν υψηλότερο δείκτη ζηµιών, ο οποίος συνοδεύεται από υψηλές προµήθειες που καταβάλλουν οι ασφαλιστικές στο δίκτυο για την πρόσκτηση εργασιών -στα επίπεδα του 18%, ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό, εάν λάβουµε υπόψη ότι η ασφάλιση για αστική ευθύνη στο αυτοκίνητο αποτελεί υποχρεωτική εκ του νόµου κάλυψη- ένα ποσοστό 4,8% που πηγαίνει στο Επικουρικό, 3%-4% που αφορούν στο αντασφαλιστικό κόστος και διάφορα άλλα γενικά έξοδα.