Στο τέλος της δεύτερης, διήμερης κλειστής συνεδρίασής της, η αυστριακή κυβέρνηση συνασπισμού του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος και των Πράσινων, παρουσίασε σήμερα το απόγευμα στη Βιέννη ένα πακέτο περίπου 19 δισεκατομμυρίων ευρώ για επιπλέον ενίσχυση της οικονομίας μετά τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού.
Πέραν των γνωστών προθέσεών της, όπως η εφάπαξ καταβολή ενός ποσού στους ανέργους, παρουσιάστηκαν νέα σχέδια, συμπεριλαμβανομένου ενός εκτεταμένου πακέτου για τη γεωργία και δύο «δισεκατομμύρια για το κλίμα», με τα μέτρα στήριξης να φθάνουν συνολικά τα 50 δισεκατομμύρια ευρώ, όπως δήλωσε ο καγκελάριος και αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος Σεμπάστιαν Κουρτς.
Παρά το γεγονός ότι ο δείκτης χρέους αναμένεται να αυξηθεί σε πάνω από 90% φέτος, ο ίδιος εμφανίστηκε ταυτόχρονα αισιόδοξος ότι, όπως και μετά την τελευταία μεγάλη οικονομική κρίση, θα ήταν δυνατό να υπάρξει μία πίεση του χρέους σαφώς προς τα κάτω.
Όπως τόνισε ο αντικαγκελάριος και αρχηγός των Πράσινων Βέρνερ Κόγκλερ, το πακέτο ελάφρυνσης περιέχει ισχυρά κοινωνικά στοιχεία, όπως το «μπόνους παιδιών», το νομοσχέδιο για την προστασία του κλίματος ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ που θα απαιτηθεί για τα επόμενα χρόνια, ανεξάρτητα από την κρίση του κορονοϊού, έχει ήδη εξασφαλιστεί με τη δέσμη μέτρων.
Από την πλευρά του, ο προερχόμενος από το Λαϊκό Κόμμα υπουργός Οικονομικών Γκέρνοτ Μπλιούμελ σημείωσε πως το πακέτο βρίσκεται πάνω στους πυλώνες «διάσωση, ελάφρυνση και επενδύσεις».
Σύμφωνα με την υπουργό Περιβάλλοντος Λεονόρε Γκεβέσλερ, η οποία προέρχεται από τους Πράσινους, η κυβέρνηση σκοπεύει να δαπανήσει συνολικά «δύο πλήρη δισεκατομμύρια» για την προστασία του κλίματος το 2021 και το 2022, και αυτά θα είναι επιπλέον, πέρα από τις προτεραιότητες που έχουν ήδη εγγραφεί στον προϋπολογισμό.
Ένα ποσό 750 εκατομμυρίων ευρώ θα επενδυθεί σε μια επιθετική αποκατάσταση της πολιτικής για το κλίμα, και, όπως ανέφερε η ίδια, πάνω απ ‘όλα, η οικονομική υποστήριξη θα πρέπει να είναι σε θέση να ισχύει για όσους δυσκολεύονται να κάνουν την αλλαγή, και θα αρθούν τα νομικά εμπόδια στο δίκαιο για την κατοικία και τις μισθώσεις.
Ένα «Πακέτο Βοήθειας«, ύψους 38 δισεκατομμυρίων ευρώ, κατά των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης του κορονοϊού, που θα αντικαθιστούσε το «Ταμείο Κρίσης» ύψους τεσσάρων δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο είχε αποφασιστεί μία εβδομάδα νωρίτερα για τον ίδιο σκοπό, είχε εξαγγείλει η κυβέρνηση συνασπισμού ήδη στις 18 Μαρτίου.
Όπως είχε τονίσει τότε ο καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς, στόχος είναι η διάσωση όσο το δυνατόν περισσότερων θέσεων εργασίας, «όσο υψηλό και να είναι το κόστος», ενώ από την πλευρά του, ο αντικαγκελάριος και αρχηγός των Πράσινων Βέρνερ Κόγκλερ είχε επισημάνει ότι η τωρινή κρίση είναι «η μεγαλύτερη κρίση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Με αυτό το «Πακέτο Βοήθειας» ανατρεπόταν ήδη πριν καν από την παρουσίασή του στη Βουλή, ο νέος προϋπολογισμός για το 2020, που είναι ο πρώτος της νέας κυβέρνησης συνασπισμού η οποία ορκίστηκε και ανέλαβε καθήκοντα στις 7 Ιανουαρίου.
Με το «Πακέτο Βοήθειας» να προβλέπει συμπληρωματικές, στα τέσσερα εκατομμύρια του Ταμείου Κρίσης», επιπλέον «έκτακτες βοήθειες» ύψους 15 δισεκατομμυρίων ευρώ, εγγυήσεις δανείων (εννέα δισεκατομμύρια ευρώ) και αναστολή φόρων (10 δισεκατομμύρια ευρώ), το έλλειμμα θα είναι αντίστοιχα πολύ μεγαλύτερο από το αναμενόμενο έως τις αρχές του έτους πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ για το 2020.
Στον νέο προϋπολογισμό που κατατέθηκε λίγες ημέρες αργότερα στη Βουλή είχαν συνυπολογιστεί τα τέσσερα δισεκατομμύρια του «Ταμείου Κρίσης», αλλά όχι τα 38 δισεκατομμύρια του «Πακέτου Βοήθειας».
Ο καγκελάριος Κουρτς, ανακοινώνοντας τότε τα νέα μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορονοϊού στην οικονομία, είχε τονίσει πως θα μπορούσαν να ακολουθήσουν περαιτέρω βήματα, που προφανώς είναι η σημερινή κυβερνητική απόφαση για τα 19 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ως αντίδραση για τις επιπλέον δαπάνες, ο υπουργός Οικονομικών Γκέρνοτ Μπλιούμελ είχε ανακοινώσει την εγκατάλειψη του στόχου του μηδενικού ελλείμματος, που προφανώς δεν προβλέπεται πλέον στον προϋπολογισμό του 2020.
«Ένας ισοσκελισμένος προϋπολογισμός είναι πάντα σημαντικός, όμως η υγεία των Αυστριακών, οι θέσεις εργασίας και η οικονομική θέση της χώρας είναι σημαντικότερα», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αυστριακός υπουργός Οικονομικών.