Την ώρα που η Τουρκία με τις κινήσεις της σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο επιδιώκει να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα σε βάρος της Ελλάδας, στο εσωτερικό η συζήτηση για την αστυνομική βία καλά κρατεί.
Στη χώρα μας διαχρονικά έχουμε ταλέντο και συνήθεια να διαφωνούμε ακόμη και για τα ασήμαντα. Είναι απορίας άξιο το πως οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες, παρασύρουν και τους πολίτες. που αισθάνονται την ανάγκη να πάρουν την μια ή την άλλη θέση, ανάλογα με τις κομματικές τους προτιμήσεις.
Του Τάσου Παπαδόπουλου
Αυτοί οι διαχωρισμοί οπαδικού τύπου στην πολιτική, βεβαίως δεν βοηθούν να ανοίξουν οι ορίζοντες του λαού, που δεν αντιλαμβάνεται ότι πέρα από το εγώ υπάρχει και το εμείς, που καλό θα ήταν κάποτε να μπει κι αυτό σαν μια σημαντική παράμετρος στην καθημερινότητα μας.
Οι αναχρονιστικοί διαχωρισμοί δεξιός ή αριστερός κυριαρχούν και σήμερα στον πολιτικό στίβο, την ώρα που τους έχει ξεπεράσει η ζωή και οι ουσιαστικές ανάγκες των πολιτών.
Στη Γερμανία για παράδειγμα για δεύτερη τετραετία συγκυβερνούν δεξιοί και σοσιαλιστές, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να βρουν κοινό τόπο οι άλλοτε αντίπαλοι. Ανάλογες κυβερνητικές συμμαχίες, όχι όμορων ιδεολογικά χώρων, βλέπουμε και σε άλλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης.
Όλες αυτές οι κυβερνητικές συνεργασίες αποδεικνύουν ότι ιδεολογικά δεν υπάρχει άβυσσος που χωρίζει δεξιούς και αριστερούς. Κι αυτό γιατί μετά την έλευση του κομμουνισμού στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, η Δύση απάντησε με την δημιουργία και την εδραίωση ενός ισχυρού κοινωνικού κράτους, που συνδύαζε την ελευθερία των κινήσεων στην οικονομία και την παράλληλη προστασία των εργαζόμενων.
Έτσι βλέπουμε να δημιουργούνται δομές στην δημόσια Υγεία, την Παιδεία και την Κοινωνική Πρόνοια. Οι εργαζόμενοι δεν είναι πλέον έρμαιο του εργοδότη και απασχολούνται με κανόνες και αμοιβές ανάλογες των προσόντων τους με την καθιέρωση κατώτατων αμοιβών.
Αυτό το κράτος πρόνοιας και των κατοχυρωμένων εργατικών δικαιωμάτων, παρά τις αμφισβητήσεις από την πλευρά των κομμουνιστών και των ποικιλώνυμων αριστερών, λειτουργεί και βοηθάει τον εργάτη να σπουδάσει τα παιδιά του, κάτι που στο παρελθόν ήταν άπιαστο όνειρο.
Από την άλλη πλευρά, οι ελάχιστες χώρες που διατηρούν κατ’ επίφαση κομμουνιστικά καθεστώτα, αποτελούν στις μέρες μας παράδειγμα προς αποφυγήν και όχι προς μίμηση, μια και είναι καρικατούρα ενός συστήματος, που απέτυχε παταγωδώς στην μητρόπολή του, την Σοβιετική Ένωση.
Τι βλέπει κανείς στα σημερινά κομμουνιστικά μοντέλα. Από την Κίνα και το ακολούθημά της, το Βιετνάμ, όπου τα δικαιώματα των εργαζομένων είναι ανύπαρκτα, οι αμοιβές ελάχιστες και η ασφαλιστική κάλυψη μηδενική;
Η μήπως το μοντέλο της Κούβας, όπου ο επαναστάτης ηγέτης της χώρας Φιντέλ Κάστρο παρέδωσε την εξουσία, όταν βιολογικά δεν μπορούσε να την ασκήσει, στον αδελφό του Ραούλ;
Για να μην δούμε και την Βόρειο Κορέα, όπου η εξουσία πηγαίνει από τον παππού στον εγγονό και το καθεστώς είναι μια από τις πιο στυγνότερες δικτατορίες της υφηλίου.
Κατά τα άλλα οι εγχώριοι κομμουνιστές και οι συν αυτώ αριστεροί, ωρύονται ότι στη χώρα μας για την δραστηριότητα των αστυνομικών αρχών επικαλούμενοι την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Κλείνουν τα μάτια στις μολότοφ που πέφτουν σαν βροχή εναντίον των αστυνομικών και στις πέτρες, που είναι κομμάτια από μάρμαρο, που έχουν σπάσει από πεζοδρόμια και κάγκελα.
Οι αστυνομικοί κατά κάποιους βουλευτές της αριστεράς, είναι μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι, άρα κι αν κάποιος τραυματισθεί ή χάσει την ζωή του, από την δραστηριότητα των ποικιλώνυμων ομάδων, που λυμαίνονται τις γειτονιές της Αθήνας, λίγο το κακό.
Η αντίφαση λόγων και έργων βρίσκεται στο γεγονός ότι οι πολιτικοί της αριστεράς, μολονότι κάνουν χρήση όλων των προνομίων, που τους εξασφαλίζει το δημοκρατικό πολίτευμα, δηλ. αστυνομική φρούρηση επί εικοσιτετραώρου βάσεως και αν κρίνει κανείς από την περίοδο Α. Τσίπρα, με πολλαπλάσιο αριθμό στελεχών.
Παράλληλα αδιαφορούν για τα δικαιώματα των πολιτών που οι περιουσίες τους είναι έρμαιο των κατά τα άλλα μπαχαλάκηδων. Από καταλήψεις μέχρι καταστροφές καταστημάτων και αυτοκινήτων. Όλα αυτά αντί να τα καταδικάσουν μας, λένε ότι συμβαίνουν και εις … Παρισίους.
Η χώρα αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα. Τα πρώτα σημάδια της επανεκκίνησης της οικονομίας, δεν σημαίνουν και σοβαρή ανάπτυξη, ούτε μια ανταγωνιστικότητα, ικανή να αλλάξει σε μια νύχτα τη χώρα.
Η τουρκική απειλή δεν είναι λόγια του Ερντογάν, αλλά έργα του νέο σουλτάνου, που η Ελλάδα καλείται να αντιμετωπίσει, ενδεχομένως και πέρα από την διπλωματική οδό.
Χρειάζεται λοιπόν εγρήγορση και σοβαρότητα από τους πολιτικούς, αποφασιστικότητα και σε βάθος και όχι επιδερμική ενημέρωση των πολιτών. Για να ξέρουμε απλά τι μας περιμένει και να μην αιφνιδιαστούμε ένα πρωί, σαν τις μωρές παρθένες…