Η αριστερά ανέκαθεν αξιοποιούσε το «ταλέντο» της να συμβολοποιεί στην Ελλάδα πρόσωπα, γεγονότα, αλλά και πολιτικές διαμάχες. Αντίθετα, η κεντροδεξιά δεν έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες σε αυτό το πεδίο.
Στο πλαίσιο αυτό, η πρόσφατη εορτή και πορεία του Πολυτεχνείου ανέδειξε για μία ακόμη φορά αυτή την αντίθεση μεταξύ των δύο πολιτικών σχηματισμών.
Tου Στράτου Γ. Σιμόπουλου*
Το Πολυτεχνείο για την αριστερά ακόμη και σήμερα συμβολίζει τη μάχη για περισσότερη δημοκρατία, άσχετα αν 50 χρόνια μετά η δημοκρατία μας είναι βαθιά και στέρεη. Ειδικά αν στην εξουσία βρίσκεται κεντροδεξιά κυβέρνηση, η οποία εξ’ ορισμού εξυφαίνει σκοτεινά σχέδια εναντίον των λαϊκών κατακτήσεων, τότε το Πολυτεχνείο αποκτά και αντικυβερνητική διάσταση.
Πόσο όμως έχουν απήχηση αυτά τα διλήμματα στην Ελλάδα του 2020, η οποία μάλιστα έχει διέλθει δια «πυρός και σιδήρου» την τελευταία δεκαετία;
Πλέον, ένα πολύ μικρό ακροατήριο διαθέτει ευήκοα ώτα διότι το "ψωμί, παιδεία, ελευθερία" των δεκαετιών του 60 και του 70 για τους περισσότερους Έλληνες σήμερα σημαίνει:
- Περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες δουλειές.
- Πανεπιστήμια που είναι κέντρα παραγωγής γνώσεων και όχι ορμητήρια αντιεξουσιαστών.
- Διεύρυνση της δυνατότητας του πολίτη να έχει περισσότερες επιλογές όταν αναφέρεται στην υγεία, την παιδεία, την πρόνοια, τον πολιτισμό και στα δημόσια αγαθά.
Τις παραπάνω απαιτήσεις ικανοποιεί με την πρότασης της για την αναθεώρηση η Νέα Δημοκρατία (αναθεώρηση των άρθρων για τα δάση, τα Πανεπιστήμια και πολλαπλές επιλογές στα δημόσια αγαθά).
Η αριστερά ακόμη και για προφανή ζητήματα, όπως τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΔΕΗ ή οι αστικές συγκοινωνίες της Θεσσαλονίκης προτιμά να μην δίνει λύση και να τα καθιστά δήθεν «σύμβολα» στον αγώνα της κατά του κεφαλαίου και των ιδιωτικοποιήσεων.
Την ίδια στιγμή όμως ταλαιπωρεί τους πολίτες και τους κρατά εγκλωβισμένους σε ένα κράτος-πατερούλη.
Η διαδικασία, λοιπόν, αναθεώρησης του Συντάγματος ανέδειξε τις ιδεολογικές διαφορές μεταξύ της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, που όμως δεν είναι καθόλου θεωρητικές, αλλά έχουν άμεσες και μετρήσιμες επιπτώσεις στην ζωή και στο επίπεδο ζωής των πολιτών, καθώς και στην ανάπτυξη αυτού του τόπου.
Το κυρίαρχο ιδεολογικό και πολιτικό διακύβευμα έγκειται, όμως, στην εμμονή του ΣΥΡΙΖΑ για την θρησκευτική ουδετερότητα με αναθεώρηση του άρθρου 3 παρ.1. Δεν θέλω να ασπασθώ την άποψη ότι η αριστερά παραδοσιακά βρίσκεται απέναντι από την ορθόδοξη εκκλησία διότι η δεύτερη «τόσο με το φιλανθρωπικό της έργο όσο και με το πνευματικό, με την ύπαρξη δηλαδή του παραδείσου και τη μετά θάνατο ζωή αποτρέπει τους πιστούς από το να προχωρήσουν εδώ και τώρα στη λαϊκή επανάσταση».
Με πρόφαση τα ανθρώπινα δικαιώματα, η αριστερά στέκεται «απέναντι» στο κύριο συστατικό στοιχείο της ελληνικής εθνικής ταυτότητας που είναι η ορθοδοξία, και στο άλλο συστατικό στοιχείο, το οποίο είναι η γλώσσα, κάνει εκπτώσεις.
Με ρεαλιστική πολιτική η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη απέκρουσε την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ για τον συνταγματικό ορισμό του Ελληνικού Κράτους ως ουδετερόδοξου.
Η ΝΔ επανέφερε, παράλληλα, σε σωστές βάσεις το μάθημα της ιστορίας στα σχολεία και την αριστεία στους σημαιοφόρους των παρελάσεων.
Τέλος, η ΝΔ ξεδιπλώνει μια διαφορετική πολιτική και στο θέμα αντιμετώπισης του προσφυγικού με περισσότερες περιπολίες στα σύνορα, ταχύτερες διαδικασίες απονομής ασύλου και κλειστά προαναχωρησιακά κέντρα.
Σε λίγες εβδομάδες τα αποτελέσματα και στον τομέα αυτό θα είναι ορατά.
* Ο Στράτος Σιμόπουλος είναι Βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, πρώην Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Έργων. Περισσότερα άρθρα και απόψεις του μπορείτε να διαβάσετε στο site www.efsimopoulos.gr