Σε ομιλία, που έκανε ο γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Jürgen Habermas στην διάσκεψη «Νέες προοπτικές για την Ευρώπη», που διοργάνωσε το Κολλέγιο Επιστημών του Ανθρώπου του πανεπιστημίου Goethe της Φρανκφούρτης στις 21.9.2018, εκφράζεται η ανησυχία για την προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι μόνο.
«Δεν έχω να πω νέα και η κατάσταση αποσύνθεσης, στην οποία βρίσκεται σήμερα, στην εποχή του Trump, ακόμη και ο πυρήνας της Ευρώπης, με κάνει να έχω για πρώτη φορά αμφιβολίες για το βάσιμο των παλαιών προοπτικών, που μέχρι τώρα, διαρκώς και αταλάντευτα, επαναλάμβανα, ότι ανοίγονται μπροστά μας».
Του Χρίστου Αλεξόπουλου
Η βαθύτατη παρακμή στην Ευρώπη, η οποία επισημαίνεται από την πρώτη παράγραφο της ομιλίας του Jürgen Habermas, εδράζεται από το ένα μέρος στην μονοδιάστατη προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο ως οικονομικού μορφώματος από το πολιτικό σύστημα και από το άλλο στην φθορά, που προκαλείται στην προοπτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης από την μη ταυτόχρονη προώθηση της κοινωνικής και πολιτισμικής σύγκλισης.
Βέβαια η παρακμή δεν περιορίζεται μόνο στον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά έχει πλανητικές διαστάσεις λόγω του υψηλού βαθμού αλληλεξάρτησης των κοινωνιών στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της πολυπλοκότητας, της μεγάλης ταχύτητας της ροής του χρόνου (με αποτέλεσμα την μεγάλη δυσκολία στην πολιτική του διαχείριση) και της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού και των κοινωνικών ανισοτήτων, με παράλληλη αναντιστοιχία των ορίων του οικονομικού και του πολιτικού συστήματος.
Το οικονομικό κινείται σε πλανητικό επίπεδο, ενώ το πολιτικό περιορίζεται σε εθνικό ή το πολύ ευρωπαϊκό, χωρίς νομιμοποίηση για λήψη παγκόσμιας εμβέλειας ρυθμιστικών και δεσμευτικών αποφάσεων.
Αυτές οι συνθήκες έχουν οδηγήσει σε πολύ μεγάλο άνοιγμα της «ψαλίδας» μεταξύ φτωχών και πλουσίων και στην συνεχή αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Σύμφωνα με στοιχεία, τα οποία δημοσιοποίησε η Μη Κυβερνητική Οργάνωση OXFAM και προέρχονται από την ελβετική τράπεζα Schweizer Grossbank Credit Suisse και το αμερικανικό περιοδικό Forbes, οι δισεκατομμυριούχοι αυτού του πλανήτη αύξησαν το 2018 την περιουσία τους κατά 12%. Αντιθέτως το μισό πιο φτωχό τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού καταγράφει μείωση κατά 11%.
Επίσης σε παγκόσμιο επίπεδο 736 εκατομ. άνθρωποι ζουν με 1,90 δολ. την ημέρα, ενώ ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός (3,4 δισεκ. άνθρωποι ή 46% του συνολικού πληθυσμού) ζει με 5,50 δολ. το πολύ. Ακόμη διαπιστώνεται, ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα ο κατώτατος μισθός είναι πολύ χαμηλός. Οι δισεκατομμυριούχοι κάθε ημέρα γίνονται πιο πλούσιοι κατά 2,5 δισεκατομμύρια δολλάρια.
Αυτά τα στοιχεία δείχνουν, ότι οι συνεχώς αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες είναι μια από τις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής, ενώ σύμφωνα με την ετήσια Έκθεση Κινδύνων του World Economic Forum (στο Davos) «Οι κίνδυνοι σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνονται. Ταυτοχρόνως αποδυναμώνεται η συλλογική βούληση για την αντιμετώπιση τους και η διαίρεση της παγκόσμιας κοινότητας διευρύνεται».
Αυτόματα αναδύεται το ερώτημα, τι εργασιακές συνθήκες θα διαμορφωθούν με την γενικευμένη αξιοποίηση της αυτοματοποίησης στην παραγωγική διαδικασία και τι επιπτώσεις θα υπάρξουν στην κοινωνική συνοχή στο πλαίσιο του ισχύοντος μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, το οποίο παράγει και διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες. Επίσης ποιά θα είναι η πολιτική τους διαχείριση;
Η αποδυνάμωση των κοινωνιών σε σχέση με την ζωτικής σημασίας ανάγκη να αντιμετωπισθούν οι αυξανόμενοι κίνδυνοι είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας ολοκληρωμένης και μακροπρόθεσμης διαχείρισης της εξέλιξης με σημείο αναφοράς την ανθρώπινη οντότητα και τις βασικές της ανάγκες.
Για παράδειγμα, η συγκέντρωση του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα (στο μέλλον θα είναι πολύ μεγαλύτερα) σε συνδυασμό με τις τεράστιες επικοινωνιακές δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας και την συμβολή της στην επιτάχυνση της ροής του χρόνου με την ενημέρωση σε πραγματικό χρόνο από το ένα μέρος και την μαζοποίηση των κοινωνιών από το άλλο, έχουν διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για την υποκατάσταση της παραγωγής κοινωνικών αξιών στις τοπικές κοινωνίες από τα καταναλωτικά πρότυπα, που διοχετεύονται από τα Μαζικά Μέσα Επικοινωνίας και την κοινωνία του θεάματος γενικότερα και οριοθετούν την ζωή των ανθρώπων.
Με αυτό τον τρόπο εργαλειοποιούνται οι πολίτες με στόχο την αναπαραγωγή των συστημάτων, που συνθέτουν το ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης. Έτσι όμως σταδιακά «χάνεται» η ελεύθερη βούληση των πολιτών και η ουσιαστική δημοκρατική λειτουργία των κοινωνιών ως συλλογικών υποκειμένων.
Η νόηση αξιοποιείται κάτω από την προϋπόθεση, ότι ο προσανατολισμός της είναι συμβατός με τις αγορές και το ανάλογο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης.
Ένα μεγάλο τμήμα του επιστημονικού δυναμικού μάλιστα χρησιμοποιείται στον τεχνολογικό τομέα για την οικοδόμηση σχέσης εξάρτησης της ανθρώπινης οντότητας από καταναλωτικά «αγαθά» (π.χ. το πρότυπο της σύγχρονης γυναίκας προϋποθέτει υπερκατανάλωση ενδυμάτων, όπως αυτό προωθείται από την μόδα, αλλά και χρήση πληθώρας καλλυντικών και άλλων ανάλογων προϊόντων) καθώς και από προϊόντα της ψηφιακής τεχνολογίας (π.χ. Smartphone).
Ταυτοχρόνως ήπειροι, όπως είναι η Αφρική, καταδικάζονται σε αφανισμό, με αποτέλεσμα εκατομμύρια άνθρωποι να μετακινούνται μαζικά σε άλλες ηπείρους για να επιβιώσουν και πολλοί από αυτούς ή να μην προλαβαίνουν να φύγουν, διότι χάνουν την ζωή τους από την πείνα ή πνίγονται στη Μεσόγειο, έχοντας πληρώσει τους «διακινητές» προκαταβολικά για τον θάνατο τους.
Όσοι κατορθώσουν να φτάσουν στις χώρες επιλογής τους, πολλές από τις οποίες ακόμη και τώρα εκμεταλλεύονται τους φυσικούς πόρους των χωρών προέλευσης τους και παράλληλα έχουν την κύρια ευθύνη για την κλιματική αλλαγή (ένα από τα βασικά αίτια για τις μετακινήσεις πληθυσμών), θεωρούνται υπεύθυνοι για τις ρατσιστικού και ξενοφοβικού χαρακτήρα αναταράξεις στις κοινωνίες υποδοχής τους.
Σε αυτή την ανθρωπιστική κρίση επενδύουν πολιτικά οι εκπρόσωποι του λαϊκισμού και του εθνικισμού, οι οποίοι αρχίζουν να αποκτούν στάτους εναλλακτικής λύσης, με αποτέλεσμα ο εθνικιστικός λαϊκισμός να αποκτά διαστάσεις γενικευμένου κινδύνου.
Στην Ευρώπη υπάρχουν πολλά παραδείγματα, από την Ιταλία μέχρι την Πολωνία και την Ουγγαρία στο επίπεδο της διακυβέρνησης. Παρατηρείται όμως επικίνδυνη άνοδος και σε άλλες χώρες (π.χ. Γαλλία).
Το πολύ ανησυχητικό σε αυτές τις συνθήκες παρακμής είναι, ότι μέχρι τώρα οι κοινωνίες και οι πολιτικές τους ηγεσίες αντιδρούν, χωρίς να εντάσσεται η αντίδραση τους σε ένα στρατηγικό σχεδιασμό, ο οποίος βασίζεται αφ’ ενός σε ένα σύγχρονο τρόπο σκέψης, που υπερβαίνει το ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης και την μονοδιάστατη λογική της λειτουργικότητας των κοινωνικών συστημάτων με τις παθογένειες του παρελθόντος (π.χ. εργαλειοποίηση του ανθρώπου, πολίτες ως καταναλωτές προϊόντων και μηνυμάτων χωρίς την ενεργοποίηση της νόησης στην προσέγγιση της πραγματικότητας) και αφ’ ετέρου στην συνειδητοποίηση, ότι η βιωσιμότητα του πλανήτη και ειδικότερα του ανθρώπου και του φυσικού περιβάλλοντος απαιτούν την αλλαγή του τρόπου ζωής και οργάνωσης των κοινωνιών.
Αυτή η νέα οπτική προσέγγισης της πραγματικότητας δεν μπορεί να στηριχθεί σε μεμονωμένες χώρες στο πλαίσιο του εθνικισμού και της εσωστρέφειας, αλλά επιβάλλεται η παγκόσμια κοινότητα να συνεργασθεί και να προωθήσει την αποδοχή από όλους μιας μορφής λειτουργικής και δημοκρατικής παγκόσμιας διακυβέρνησης, ώστε να σχεδιασθεί μακροπρόθεσμα η πορεία της ανθρωπότητας στο μέλλον σε συνθήκες ειρήνης και χωρίς αναπτυξιακές ανισορροπίες μεταξύ των χωρών και κοινωνικές ανισότητες.
Τα προβλήματα και οι κίνδυνοι έχουν πλανητικές διαστάσεις πλέον. Ανάλογων διαστάσεων πρέπει να είναι και η αντιμετώπιση τους.