Μετά την σύναψη της μελλοντικής διεθνούς σύμβασης με την ΠΓΔΜ και την κύρωση της ως νόμου από τα κοινοβούλια τίθεται το ερώτημα, είναι αναγκαία για την τήρηση/ εκτέλεση των σε αυτήν προβλέψεων και η αναθεώρηση του συντάγματος των Σκοπίων;
Ο πρωθυπουργός των Σκοπίων κ.Ζάεφ ισχυρίστηκε ότι δεν υπάρχει λόγος αναθεώρησης του συντάγματος του, αφού με τα παραρτήματα 1 και 2 σε αυτό, ήδη από την 6-1-1992 αντιμετωπίστηκαν τα επίμαχα άρθρα: 3 (Περί απαραβίαστου και επέκτασης των συνόρων) και 49 (περί ενδιαφέροντος για τους ομοεθνείς «Μακεδόνες» που βρίσκονται σε άλλες γειτονικές χώρες).
Του Λάμπρου Ροϊλού*
Ειδικότερα το παράρτημα 1 για το άρθρο 3 προβλέπει ότι: «1.Η Δημοκρατία της Μακεδονίας δεν έχει εδαφικές διεκδικήσεις προς οιαδήποτε γειτονική χώρα.2. Τα σύνορα της Δ.Μ. μπορούν να αλλάξουν μόνο σύμφωνα με το σύνταγμα και την αρχή της ελευθέρας βουλήσεως, καθώς και σύμφωνα με τους αναγνωρισμένους διεθνείς κανόνες.».
Το παράρτημα 2 ότι: «Η ενάσκηση αυτού του ενδιαφέροντος δεν θα υπεισέρχεται στα κυριαρχικά δικαιώματα άλλων κρατών ή στις εσωτερικές σχέσεις τους»..
Σε ενίσχυση του επιχειρήματος περί μη ανάγκης αναθεώρησης του συντάγματος ήρθε το άρθρο του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου περί υπεροχής των διατάξεων της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995 -αλλά και μιας μελλοντικής διμερούς διεθνούς συμφωνίας- έναντι των διατάξεων του συντάγματος της ΠΓΔΜ.
Επικαλείται γι’ αυτό το άρθρο 27 της συμβάσεως της Βιέννης του 1969 «περί δικαίου των συνθηκών». Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι: «το συμβαλλόμενο στη συνθήκη μέρος δεν δύναται να επικαλεσθεί τας διατάξεις του εσωτερικού του δίκαιου ως δικαιολογία δια την μη υπ’ αυτού τήρησιν της συνθήκης».
Επιπροσθέτως τόσο το περιεχόμενο του πιο πάνω άρθρου 27 όσο και του 26 αυτής (pacta sunt servanda= οι συμβάσεις είναι για να εκτελούνται) αποτελούν μέρος του Εθιμικού Διεθνούς Δικαίου και επομένως τόσο για την ενδιάμεση συμφωνία όσο και για τη μελλοντική συμφωνία ισχύουν και εφαρμόζονται.
Όσον αφορά όμως την υπεροχή των διατάξεων των διεθνών συμβάσεων έναντι των συνταγματικών διατάξεων των συμβαλλόμενων χωρών, πρέπει να γίνει η διάκριση μεταξύ: (α) των διεθνών σχέσεων των χωρών αυτών προς άλληλες, προς τις τρίτες χώρες, προς τους διεθνείς οργανισμούς και (β) των αποτελεσμάτων στο εσωτερικό της έννομης τάξης των συμβαλλομένων αυτών κρατών.
Για να γίνει κατανοητή αυτή η διάκριση θα πρέπει να εκτεθεί ότι η διαδικασία μιας διμερούς διεθνούς σύμβασης ακολουθεί τον εξής δρόμο:
Α. Μετά από διαπραγματεύσεις τα μέρη με τα εντεταλμένα κατά το σύνταγμα τους όργανα, καταλήγουν σε κάποιο κείμενο συμφωνίας το οποίο υπογράφουν και κατ΄ αυτό τον τρόπο «συνάπτουν» μια διεθνή σύμβαση η οποία στην σφαίρα των διεθνών σχέσεων τους είναι από τη σύναψη της δεσμευτική και υπερέχει των συνταγματικών διατάξεων, είτε δυνάμει της συμβάσεως της Βιέννης είτε ως διεθνές εθιμικό δίκαιο με ταυτόσημο αποτέλεσμα. (Για την ΠΓΔΜ αρμόδια όργανα για σύναψη διεθνών συμβάσεων είναι ο πρόεδρος ή η κυβέρνηση αρθρ. 119, για την Ελλάδα ο πρόεδρος με την συνυπογραφή του αρμοδίου υπουργού. Άρθρα 35-36).
Β. Ακολουθεί η «κύρωση» της διεθνούς συμβάσεως σύμφωνα με το σύνταγμα των δύο κρατών με απόφαση της βουλής που την καθιστά νόμο του κράτους, εγκρίνοντας και το περιεχόμενο της. (Για την ΠΓΔΜ απαιτείται για απαρτία απλή πλειοψηφία των βουλευτών, που αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των παρισταμένων, αλλά όχι μικρότερη του 1/3 των βουλευτών του συνόλου(άρθρα 68,69).
Κατά το άρθρο 28 παράγραφος 1 του Ελληνικού συντάγματος «1. Οι γενικά παραδεγμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, καθώς και οι διεθνείς συμβάσεις, από την επικύρωσή τους με νόμο και την θέση τους σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. ….».
Αντίστοιχη πρόβλεψη με παρόμοια διατύπωση υπάρχει στο άρθρο 118 συντάγματος της ΠΓΔΜ.
Η πιο πάνω πρόβλεψη του άρθρου 28 παράγραφος 1 κατά την ορθότερη ερμηνεία, (-που άλλωστε προκύπτει και από την ρητή διατύπωση της-) είναι ότι οι διατάξεις της διεθνούς συμβάσεως καθιστάμενες μέρος της εσωτερικής έννομης τάξης υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Δηλαδή απλού νόμου και όχι συνταγματικής διατάξεως (με εξαίρεση διατάξεων της Ε.Ε.).
Επομένως στην εσωτερική έννομη τάξη Ελλάδος και ΠΓΔΜ οι προβλέψεις της διεθνούς συμβάσεως δεν υπερισχύουν των διατάξεων του συντάγματος τους (Πρακτικά Ε΄αναθεωρητικής βουλής Συντάγματος 1975, και ενδεικτικά ΣτΕ 2960/1983, ΑΕΔ 69/1992).
Η αντίθετη μάλιστα ερμηνευτική εκδοχή, ότι δηλαδή οι διατάξεις των διεθνών συνθηκών υπερισχύουν όχι μόνο των κοινών νόμων αλλά και των συνταγματικών διατάξεων θα παραβίαζαν το άρθρο 110 του Ελληνικού συντάγματος, διότι θα σήμαινε ότι συνταγματικές διατάξεις μπορούν να αναθεωρηθούν με απλή πλειοψηφία της βουλής, (όπως απαιτείται για την κύρωση διεθνούς συμβάσεως με εσωτερικό νόμο) αντί για την αυξημένη των 3/5 από δύο διαδοχικές βουλές που προβλέπεται στο πιο πάνω άρθρο.
Τα ακριβώς αντίστοιχα προφανώς ισχύουν και για τις διατάξεις των διεθνών συμβάσεων που επικυρώνει και κυρώνει η ΠΓΔΜ σε σχέση με το σύνταγμα της, αφού όπως είδαμε υπάρχουν παρόμοιες συνταγματικές διατάξεις τόσο για την ισχύ διατάξεων διεθνών συμβάσεων, όσο και παρόμοιες συνταγματικές διατάξεις για την αναθεώρηση του συντάγματος της ΠΓΔΜ με αυξημένη πλειοψηφία των 2/3 των βουλευτών (αρθρ. 133), είτε εναλλακτικά με δημοψήφισμα που είναι κατά το άρθρο 73 του συντάγματος της δεσμευτικό.
Ανάλογη ερμηνεία (ότι δηλαδή οι συνταγματικές διατάξεις στην εσωτερική έννομη τάξη υπερισχύουν των διατάξεων της διεθνούς συμφωνίας) θα δινόταν και από το συνταγματικό δικαστήριο της ΠΓΔΜ (άρθρα 108-113).
Εκ των πιο πάνω καθίσταται αντιληπτό ότι (αφού στην εσωτερική έννομη σχέση των Σκοπίων θα υπερισχύουν οι συνταγματικές διατάξεις εκείνων της διεθνούς συμβάσεως), προκειμένου να χρησιμοποιείται για τις εσωτερικές σχέσεις το νέο όνομα της ΠΓΔΜ με τα παράγωγα του για υπηκόους, γλώσσα κ.λπ. Για να εξαλειφθούν οι διατάξεις του άρθρου 3 που παρά το παράρτημα 1 προβλέπουν την « επέκταση των συνόρων», και του αρθρ.49 που παρά το παραρτ.2 ισχύει ως προς το «ενδιαφέρον ομοεθνών Μακεδόνων σε άλλες χώρες».
Για να αλλάξει το ειδικά προστατευόμενο από το σύνταγμα σύμβολο της σημαίας με τον ήλιο της Βεργίνας (αρθρ.5).
Για να διασφαλιστούν και οι λοιπές προβλέψεις που αναφέρονται στα άρθρα 2 έως 7 της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995, -που δεν τηρήθηκαν ποτέ-, απαραίτητη είναι και η παράλληλη με τη συνθήκη αναθεώρηση του συντάγματος της ΠΓΔΜ ώστε να συμπεριλάβει τις συμφωνίες της διεθνούς συνθήκης με την Ελλάδα η/και τροποποιήσει ανάλογα τα άρθρα του συντάγματος της. Θα πρέπει μάλιστα να συμπεριληφθεί και άρθρο που θα προβλέπει ότι οι νέες αυτές διατάξεις στο σύνταγμα της δεν μπορούν να αναθεωρηθούν.
Ανάλογη πρόβλεψη υπάρχει στο Ελληνικό σύνταγμα σύμφωνα με το άρθρο 110 κατά το οποίο οι αναφερόμενες εκεί διατάξεις συντάγματος δεν μπορούν να αναθεωρηθούν Π.χ. αρθρ.4.4 (μόνο Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι), 4.7(περί καταργήσεως των τίτλων ευγενείας). Με αυτό τον τρόπο θα καταρριφθεί και το επιχείρημα ότι οι διατάξεις του συντάγματος της ΠΓΔΜ και να αναθεωρηθούν τώρα, μπορεί αυτή να τις ξανά αλλάξει με μεταγενέστερη αναθεώρηση.
Διαφορετικά εντός της ΠΓΔΜ η χώρα θα αναφέρεται Μακεδονία, οι κάτοικοι Μακεδόνες, κ.ο.κ., θα εξακολουθήσει η αλυτρωτική προπαγάνδα με χάρτες, διδασκαλία, βιβλία, σύμβολα, ΜΚΟ με αλυτρωτικούς σκοπούς κ.α. Τα πιο πάνω είχαν αποκλειστεί με το άρθρο 7 της ενδιάμεσης συμφωνίας.
Όσον αφορά το όνομα προσφορότερο από το «άνω Μακεδονία» είναι το «νέα Μακεδονία» γιατί το πρώτο αφήνει να εννοηθεί ότι υπάρχει και «κάτω Μακεδονία» ισότιμη με την «άνω» ( ευνοώντας επεκτατικές σκέψεις), ενώ το «νέα» συνειρμικά παραπέμπει σε μια νέα εκδοχή, κίβδηλη απομίμηση του αρχαίου δοξασμένου παρελθόντος. Όπως παρομοίως παραπέμπουν και οι ονομασίες «Νέα Σμύρνη», «Νέα Φιλαδέλφεια» κ.ο.κ.
Συναινώντας η Ελλάδα για έναρξη διαπραγματεύσεων ένταξης της ΠΓΔΜ στην Ε.Ε.- σε ένδειξη πρωθυπουργικής «καλής θέλησης» – και παράλληλα για συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ, λύνει τα χέρια των σκοπιανών και της Δύσης, ενώ στέλνει στις καλένδες την λύση του ζητήματος για την Ελλάδα (για τουλάχιστον 7 χρόνια, όταν μόνο τότε θα χρειαστεί πάλι τα κράτη μέλη να συναινέσουν στην οριστική ένταξη) και την αφοπλίζει από τους μοχλούς πίεσης που έχει τώρα.
Αφού τώρα -υπό πίεση- δεν βρίσκεται η αυξημένη πλειοψηφία στην βουλή ή με δημοψήφισμα, πως θα επιτευχθεί τότε;
Από τις δύο χώρες αυτή που έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη και ωφέλεια (οικονομική και γεωστρατηγική είναι η ΠΓΔΜ).
Ας υποχωρήσει αυτή λοιπόν και οι Δυτικοί ας πιέσουν αυτήν για μόνιμη λύση erga omnes (έναντι πάντων), αφού και η Ελλάδα θα έχει κάνει την μέγιστη υποχώρηση να δεχθεί μια σύνθετη ονομασία με το όνομα Μακεδονία.
*Συντ. δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω-συγγραφέας-ερευνητής