Όταν τα μέλη μιας οικογένειας πολλαπλασιάζονται και δημιουργείται πρόβλημα χώρου, ο αρχηγός της αγοράζει ή ενοικιάζει ένα μεγαλύτερο σπίτι. Και έως ότου καταστεί αυτό εφικτό, η οικογένεια στριμώχνεται. Κανένας οικογενειάρχης δε διανοείται να πετάξει στον δρόμο τα μέλη που περισσεύουν.
Tου Γιάννη Μαρίνου
Όμως αυτό το λογικά αδιανόητο κάποιοι πολιτικοί μας το θεωρούν ως λύση για τις φυλακές που ασφυκτιούν από καταδικασμένους. Αντί η εκάστοτε κυβέρνηση να επεκτείνει τις υπάρχουσες φυλακές και να δημιουργήσει και νέες, εφόσον πολλαπλασιάζονται οι καταδικασμένοι σε φυλάκιση, με αναίσχυντους νόμους αφήνει ελεύθερους τους πλεονάζοντες καταδίκους, ακόμη και αν είναι δολοφόνοι, ληστές, βιαστές, έμποροι ναρκωτικών, κ.ο.κ.
Η αδιάντροπη αυτή πολιτική προϋπήρχε από χρόνια και απλώς την κορύφωσή της γνώρισε επί κυβέρνησης Τσίπρα με τον διαβόητο νόμο Παρασκευόπουλου, χάρη στον οποίο χιλιάδες καταδικασμένοι για τα βαρύτερα αδικήματα απεδόθησαν ελεύθεροι να συνεχίζουν το ανίερο έργο τους με την ουσιαστική άδεια της πολιτείας.
Χωρίς μάλιστα τον φόβο της τιμωρίας, αφού και αν διαπράξουν νέα αδικήματα θα τύχουν και πάλι αυτής της αναίσχυντης ατιμωρησίας. Έτσι κθημερινά διαβάζουμε π.χ. στις εφημερίδες ότι τριάντα φορές έχει συλληφθεί ο Αλγερινός που κατέκλεβε ανυποψίαστους πολίτες και ισάριθμες φορές δικάστηκαν και καταδικάστηκαν και άλλες τόσες αφέθηκαν ελεύθεροι.
Καθημερινά είναι τα σχετικά δημοσιεύματα και απαθής η πολιτεία σε αυτή την ντροπή. Αντίθετα, νομοθετεί την επιείκεια για όλους προς μεγάλη χαρά των ρεπόντων στην εγκληματικότητα και των θησαυριζόντων ποινικολόγων υπερασπιστών τους.
Και καμιά κυβέρνηση δεν διανοείται την αυτονόητη λύση του προβλήματος της ασφυξίας στις φυλακές μας, που δεν είναι φυσικά η πρόωρη αποφυλάκιση ή μη φυλάκιση με τη γενικευμένη αναστολή των πονών για όλα σχεδόν τα πλημμελήματα. Λογικά όταν δεν χωρούν οι φυλακές τις επεκτείνεις και εν ανάγκη δημιουργείς και νέες. Αυτή την απλή εισήγηση, που θα όφειλαν να κάνουν προς την κυβέρνηση οι υπουργοί Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη, προφανώς την αποθαρρύνει ο κυριαρχών φόβος του πολιτικού κόστους.
Αλλά αν δεν θέλουμε νέες φυλακές, χρειάζεται να περιοριστεί η εγκληματικότητα. Όμως πώς να συμβεί αυτό όταν ι υποψήφιοι παραβάτες γνωρίζουν ότι και αν συλληφθούν, μια φιλάνθρωπη νομοθεσία και ένας ευσυγκίνητος δικαστής τούς εγγυώνται την ουσιαστική ατιμωρησία διά των επιεικών ποινών, που και αυτές αναστελλόμενες δεν εκτίονται; Και πολύ περισσότερο όταν γνωρίζουν ότι και αν ακόμα επαναλάβουν την εγκληματική τους δράση, νόμος και δικαστές φροντίζουν να αφεθούν και πάλι ελεύθεροι όσες φορές και αν υποτροπιάσουν;
Γιατί προφανώς δεν εκτίονται και οι ανασταλείσες ποινές, όπως υποτίθενται ότι επιβάλλει ο νόμος. Και αυτό χάρη στο προκλητικό άρθρο 102 του νέου Ποινικού Κώδικα που επιτρέπει τη μη έκτιση της ανασταλείσας ποινής που είχε επιβληθεί στον υπότροπο. Και στην περίπτωση αυτή «η ποινή που είχε ανασταλεί θεωρείται σαν να μην είχε επιβληθεί». Έτσι εξηγείται γιατί οι φυλακιζόμενοι λόγω αναστολής της ποινής τους υποτροπιάζουν κατά συρροή γνωρίζοντας ότι ένας φιλικός προς τους εγκληματίες νόμος και ένας φιλάνθρωπος δικαστής θα τους αφήσουν και πάλι ελεύθερους.