Χώρες όπως η Κύπρος, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία εισήλθαν σε ‘’μνημονιακά’’ προγράμματα μετά την Ελλάδα και ήδη εξήλθαν από αυτά. Η χώρα μας εισήλθε τον Μάϊο 2010 και παραμένει μέσα σε ασφυκτικό μνημονιακό καθεστώς με αβέβαιη προοπτική. Πού οφείλεται η αδυναμία επιστροφής στην ‘’κανονικότητα’’;
Του Κώστα Χριστίδη*
Είναι γεγονός ότι τα μνημόνια, ιδίως το πρώτο, περιείχαν λάθη στην συνταγή. Ενώ στόχος ήταν τόσο η δημοσιονομική προσαρμογή (στην οποία η Ελλάδα είχε να καλύψει πολύ περισσότερο έδαφος από ότι οι άλλες χώρες) όσο και η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, το βάρος, από πλευράς τρόϊκας και διαδοχικών ελληνικών κυβερνήσεων, έπεσε σχεδόν αποκλειστικά στον πρώτο στόχο.
Υποτιμήθηκαν οι επιπτώσεις της απότομης αύξησης των φορολογικών επιβαρύνσεων και των διαδοχικών περικοπών μισθών και συντάξεων ενώ μέχρι σήμερα καρκινοβατεί η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, το άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, η εκλογίκευση της συνδικαλιστικής νομοθεσίας, η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης.
Το γεγονός αυτό οφείλεται στην ατολμία των διαδοχικών κυβερνήσεων, στον λαϊκισμό της εκάστοτε αντιπολίτευσης (με αποκορύφωμα, βέβαια, την συμπεριφορά του Σύριζα τόσο ως ανεύθυνη, δημαγωγική αντιπολίτευση όσο και ως βραδυπορούσα, ανεπαρκής κυβέρνηση) αλλά και στην απροθυμία σημαντικών κατηγοριών και ομάδων της ελληνικής κοινωνίας (δημοσίων υπαλλήλων, κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών, συνδικαλιστών κ.α.) να προσαρμοσθούν στα νέα δεδομένα.
Κατηγορήθηκαν τα μνημόνια ως ‘’νεοφιλελεύθερα’’, με ό,τι και αν κάθε χρήστης του όρου αυτού εννοεί. Εμείς με άρθρο μας στην ‘’Εστία’’ (9.11.2012), αναφερόμενοι στο πρώτο μνημόνιο, είχαμε εγκαίρως σημειώσει ότι αυτό ‘’κάθε άλλο παρά ως (νεο) φιλελεύθερο μπορεί να χαρακτηρισθεί.
Επέβαλε σημαντικές και διαδοχικές οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. Αύξησε όλες σχεδόν τις κατηγορίες φόρων (αμέσους, εμμέσους και επί της περιουσίας) και, μάλιστα, από χαμηλά επίπεδα.
Το κυριότερο, αντίθετα προς κάθε φιλελεύθερη αντίληψη, δεν έθιξε, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, την γενεσιουργό αιτία της πολύπλευρης κρίσης που μαστίζει την χώρα, δηλαδή το μέγεθος και τον τρόπο λειτουργίας του δημόσιου τομέα’’.
Εάν σήμερα, έστω καθυστερημένα, θέλουμε πράγματι να εξέλθουμε από την δίνη των μνημονίων, δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών χωρών που αντιμετώπισαν παρεμφερή οικονομικά προβλήματα.
Η Ισπανία, πρωταθλήτρια στην ανεργία επί δεκαετίες, προέβη σε ριζοσπαστικές τομές στις εργασιακές σχέσεις (κάτι που έκανε και η Γερμανία προ 12ετίας επί σοσιαλιστικής κυβέρνησης) και ήδη σημειώνει ανάπτυξη άνω του 3% επί του ΑΕΠ για τρίτο συνεχές έτος.
Η Ιρλανδία ακολουθεί σταθερά πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων, χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές και εξωστρεφές οικονομικό μοντέλο.
Η Κύπρος εφαρμόζει στοχευμένες παροχές φορολογικών, πολεοδομικών και άλλων κινήτρων, προσελκύοντας έτσι μεγάλες επενδύσεις.
Εμείς, αντιθέτως, καθιστούμε την παιδεία μας ακόμη πιο συγκεντρωτική, κρατικοποιούμε πλήρως οργανισμούς που ήταν επί 60 χρόνια κρατικοδίαιτοι μεν αλλά πάντως ιδιωτικοί και επιμένουμε σε διαχωρισμούς μεταξύ ‘’προδοτών’’ και ‘’πατριωτών’’, ‘’ανήθικων’’ και ‘’ηθικών’’ κ.ο.κ. Επίσης ξέρουμε, ως ‘’καλά παλληκάρια’’, πως να υπερβαίνουμε συνταγματικά ‘’θεσμικά εμπόδια’’. Πόση αισιοδοξία, δικαιολογείται, υπό τις συνθήκες αυτές;
Νομικός – Οικονομολόγος*