Το σημερινό συνταξιοδοτικό μοντέλο είναι καταδικασμένο να καταρρεύσει και αυτή η κατάληξη θα είναι κοινωνικά πολύ σκληρή. Ποιες οι λύσεις;
Του Δημήτρη Μαζαράκη*
Το συνταξιοδοτικό βρίσκεται τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα τα χρόνια της κρίσης, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Οι κανόνες ανατρέπονται για πολλοστή φορά και, σίγουρα, αυτή δεν θα είναι η τελευταία.
Ευθύνη των ειδικών είναι να πουν την αλήθεια για το συνταξιοδοτικό –και η αλήθεια είναι ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας μας πρέπει να αλλάξει γρήγορα και ριζικά. Οι αιτίες που δημιούργησαν το πρόβλημα είναι πολλές και πλέον γνωστές.
*Τα υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης.
*Ο κατακερματισμός του συστήματος.
*Οι χαριστικές ρυθμίσεις.
*Οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.
*Η εισφοροδιαφυγή και η αδήλωτη εργασία.
*Η οικονομική κρίση και η ανεργία.
*Το PSI.
Τέλος, κυρίαρχο ρόλο παίζουν οι ιδιαίτερα πιεστικές δημογραφικές εξελίξεις. Στην Ελλάδα τού σήμερα ο πληθυσμός συρρικνώνεται, καθώς οι γεννήσεις μειώνονται σε επίπεδο χαμηλότερο των θανάτων, η μετανάστευση των νέων αυξάνεται, το προσδόκιμο ζωής μεγαλώνει και κατά συνέπεια είναι αναπόφευκτο οι πληθυσμιακές ομάδες σε υψηλότερες ηλικίες να αυξάνονται, ενώ τα χαμηλότερα επίπεδα ηλικιών να μειώνονται διαρκώς.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα συνταξιοδοτικά συστήματα που βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στην κοινωνική ασφάλιση και στο αναδιανεμητικό σύστημα είναι εξαιρετικά εκτεθειμένα, αφού η ομάδα των εργαζομένων δεν θα μπορεί πλέον να χρηματοδοτεί την συνεχώς αυξανόμενη αριθμητικά ομάδα των συνταξιούχων.
Στην χώρα μας η σχέση εργαζομένων προς συνταξιούχους ήταν ήδη προβληματική, επιδεινώθηκε όμως δραματικά στα χρόνια της κρίσης. Επίσης, λόγω της μεγαλύτερης μείωσης των μισθών σε σχέση με τις συντάξεις, απαιτούνται σήμερα οι εισφορές δέκα εργαζομένων για να χρηματοδοτήσουν την σύνταξη ενός συνταξιούχου. Δυστυχώς, όμως, έχουμε μόνον 1,27 εργαζόμενους για κάθε έναν συνταξιούχο.
Όλα αυτά συνθέτουν μία τραγική πραγματικότητα, έναν φαύλο κύκλο αύξησης φόρων και εισφορών, από την μία πλευρά, και μείωσης των συντάξεων, από την άλλη. Είναι ενδεικτικό ότι, μόνον κατά την περίοδο 2000-2015, το κράτος συνεισέφερε στα Ταμεία ποσό της τάξης των 220 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή περίπου το 60% του δημόσιου χρέους της χώρας.
Έτσι, το συνταξιοδοτικό είναι μία από τις αιτίες της οικονομικής κρίσης, αλλά και η οικονομική κρίση σήμερα απειλεί, με την σειρά της, την βιωσιμότητά του.
Όσο καθυστερούμε, το κόστος της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης γίνεται ακόμη πιο μεγάλο και ουσιαστικά μεταφέρουμε το τεράστιο αυτό πρόβλημα στην επόμενη γενιά. Τελικά αυτή θα είναι η κληρονομιά μας;
Ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον τα παιδιά μας να στήσουν και αυτά με την σειρά τους ένα ειδικό δικαστήριο για να εξετάσουν κατά πόσον αυτό το χρέος είναι επαχθές και επονείδιστο και τελικά να μάς καταδικάσουν διότι γνωρίζαμε και δεν αντιδράσαμε όταν έπρεπε.
Για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα πρέπει πρώτα από όλα να παραδεχτούμε όλοι ότι έχουν γίνει λάθη και πρέπει σήμερα να τα διορθώσουμε.
Δεύτερον, πρέπει να προσδιορίσουμε το μέγεθος του προβλήματος και να το διατυπώσουμε σωστά. Για παράδειγμα, ποιο είναι το κρυφό χρέος του συνταξιοδοτικού συστήματος; Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των αναμενόμενων εισφορών και των αναμενόμενων παροχών σύμφωνα με την ισχύουσα σήμερα νομοθεσία; Με βάση πρόσφατες προβολές αυτό εκτιμάται στα 760 δισεκατομμύρια ευρώ σε τρέχουσες τιμές, ή 470 δισεκατομμύρια ευρώ σε σημερινές αξίες. Ποσό δηλαδή πολλαπλάσιο του εθνικού χρέους.
Τρίτον, να αναλάβουμε συλλογικά την ευθύνη για τις νέες επιλογές. Η κατάσταση απαιτεί συναίνεση, συνεργασία, συνεννόηση και μία εθνική στρατηγική που δεν θα αλλάζει από την μία κυβέρνηση στην άλλη και θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα όχι μεμονωμένα και περιστασιακά αλλά συνολικά και μακροσκοπικά.
Και, τέταρτον, να αξιοποιήσουμε την διεθνή εμπειρία και να εγκαταλείψουμε τις θεωρίες και τις προσεγγίσεις που δημιούργησαν το πρόβλημα.
Η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ) είναι στην διάθεση της πολιτείας, έτσι ώστε να υπάρξει συστηματική συνεργασία μαζί με όλους τους κοινωνικούς εταίρους για την διαμόρφωση ενός ευρύτερου συνταξιοδοτικού συστήματος.
Η πρόταση της ΕΑΕΕ προβλέπει:
1ον) Την δημιουργία μίας ανεξάρτητης αρχής ή ενός εθνικού συμβουλίου για το συνταξιοδοτικό σύστημα, το οποίο θα μελετά διαρκώς τις εξελίξεις, θα ενημερώνει την Βουλή και τον ελληνικό λαό και τέλος θα εισηγείται τις απαραίτητες νομοθετικές ρυθμίσεις.
2ον) Την δημιουργία ενός συστήματος που θα αξιοποιεί την διεθνή εμπειρία και θα στηρίζεται στους τρεις πυλώνες. Ένα σύστημα που έχει υιοθετηθεί με επιτυχία από πολλές χώρες και βασίζεται σε διαφορετικές πηγές συνταξιοδοτικού εισοδήματος (δημόσιος/ιδιωτικός τομέας) και διαφορετικούς τρόπους χρηματοδότησης (αναδιανεμητικό/κεφαλαιοποιητικό σύστημα). Στο πλαίσιο αυτό του συστήματος:
-ο 1ος πυλώνας θα είναι κρατικός, υποχρεωτικός και αναδιανεμητικός.
-ο 1ος πυλώνας, ιδιωτικός, υποχρεωτικός και κεφαλαιοποιητικός, με ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης, και
-ο 3ος πυλώνας, ιδιωτικός, προαιρετικός και κεφαλαιοποιητικός, με κίνητρα σε ειδικά συνταξιοδοτικά ασφαλιστικά προγράμματα. Με δεδομένο ότι είναι δύσκολο στη σημερινή οικονομική κατάσταση να δώσεις φορολογικά κίνητρα, αυτά τα κίνητρα μπορεί να είναι αναβαλλόμενα, όταν δηλαδή θα λήγουν αυτά τα προγράμματα σε ηλικίες για παράδειγμα άνω των 65 ετών.
Σε ό,τι αφορά τον 2ο πυλώνα, οι επαγγελματικές ασφαλίσεις, παρότι είναι διαδεδομένες στην Ευρώπη, στην χώρα μας δεν έχουν αναπτυχθεί.
Ο νόμος 3029/2002, που καθιέρωσε τον θεσμό της επαγγελματικής ασφάλισης στην Ελλάδα, αντί να ρυθμίσει, κατά το κυρίαρχο ευρωπαϊκό μοντέλο, την συμπληρωματική επαγγελματική ασφάλιση ως αυτοτελή πυλώνα σύνταξης με δυνατότητα συμμετοχής σε αυτόν φορέων, όπως οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αναγνώρισε έναν μόνον φορέα παροχής επαγγελματικής σύνταξης, τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, με διαδικασίες που απαιτούν κόστος και χρόνο, αποκλείοντας ουσιαστικά τις ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες με την τεχνογνωσία τους μπορούν να δώσουν ώθηση στον νέο θεσμό.
Η επιλογή αυτή είχε ως αποτέλεσμα την αποτυχία στην πράξη του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης στην χώρα μας, γεγονός που αποτυπώνεται στον μικρό αριθμό συνταξιοδοτικών ΤΕΑ που έχουν συσταθεί.
Πρέπει λοιπόν να σταματήσουμε να επιμένουμε σε ένα αναχρονιστικό και καταδικασμένο από την διεθνή πρακτική μοντέλο και να αφήσουμε τον υγιή ανταγωνισμό να λειτουργήσει αποτελεσματικά, επιτρέποντας στους ίδιους τους πολίτες να επιλέγουν κάθε φορά τον φορέα που προτιμούν ανάλογα με την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, τις χρεώσεις διαχείρισης και, τέλος, τις αποδόσεις των επενδύσεων.
Ο Αϊνστάιν έλεγε ότι ηλιθιότητα είναι να συνεχίζεις να κάνεις με τον ίδιο τρόπο τα πράγματα κάθε μέρα και να περιμένεις κάτι να αλλάξει.
* Πρόεδρος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ)