Γραφειοκρατικές δυσλειτουργίες, πρακτικές δυσκολίες και «γκρίζες ζώνες» που χρήζουν διορθώσεων διαπιστώνουν νομικοί και οικονομικοί παράγοντες στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, που κατατέθηκε στη Βουλή και φιλοδοξεί να διαμορφώσει ένα νέο τοπίο στην προστασία και τη διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων, λύνοντας παράλληλα κάποια από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ΕΦΚΑ στην υλοποίηση του ασφαλιστικού νόμου Κατρούγκαλου.
Ειδικά στο ασφαλιστικό, όπως αναφέρει η εφημερίδα «Καθημερινή», η σημαντικότερη ίσως «γκρίζα ζώνη» που παραμένει αφορά την έκδοση των επικουρικών συντάξεων για αιτήσεις που κατατέθηκαν από το 2015 και μετά, καθώς ενώ υπάρχει διάταξη για το θέμα, δεν ξεμπλοκάρει τη διαδικασία.
Στον αντίποδα, όπως εξηγεί ο δικηγόρος Δ. Μπούρλος, φαίνεται πως περιπλέκει ακόμη περισσότερο τη διαδικασία υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων κατά το πρώτο σκέλος που αφορά τα έτη ασφάλισης έως το 2014. Βάσει του σχεδίου νόμου, δεν θα απαιτούνται πλέον οι συντάξιμες αποδοχές που υπολογίζονται ούτως ή άλλως για την κύρια σύνταξη, αλλά οι μέσες αποδοχές για το διάστημα από το 2002 έως το 2014. Συνεπώς, απαιτούνται νέοι υπολογισμοί. Την ίδια στιγμή, που το πρόβλημα παραμένει.
Και αυτό γιατί αφορά την αδυναμία υπολογισμού του δεύτερου τμήματος της σύνταξης που αντιστοιχεί στον χρόνο ασφάλισης από 1/1/2015 και μετά, το οποίο βάσει νόμου θα υπολογίζεται σύμφωνα με το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση (NDC).
Ο μαθηματικός τύπος που απαιτείται δεν έχει εκδοθεί, με αποτέλεσμα περίπου 75.000 αιτήσεις να παραμένουν εκκρεμείς. Πληροφορίες από το υπουργείο Εργασίας αναφέρουν ότι τις επόμενες ημέρες θα εκδοθεί η απαιτούμενη υπουργική απόφαση προκειμένου να ξεκινήσει η έκδοση των νέων συντάξεων, μειωμένων κατά μέσο όρο 25%. Σημαντικές διορθώσεις στο νομοσχέδιο απαιτούνται σύμφωνα με τον κ. Μπούρλο στις διατάξεις που αφορούν τους δημοσίους υπαλλήλους και συγκεκριμένα στο άρθρο που προβλέπει ότι η μείωση της σύνταξης στην περίπτωση πρόωρης αποχώρησης δεν μπορεί να ξεπερνάει το 30%.
Καθώς η σχετική διάταξη παραπέμπει σε Προεδρικό Διάταγμα του 2006, προγενέστερο δηλαδή της μεταρρύθμισης του 2016, στην πράξη ορίζει μείωση της τάξης του 30% για το σύνολο της σύνταξης.
Ομως, ο νόμος Κατρούγκαλου για τους μισθωτούς προβλέπει μείωση της εθνικής σύνταξης κατά ανώτατο όριο 30% στις περιπτώσεις πρόωρων συνταξιοδοτήσεων.
Σε απόγνωση φαίνεται πως έχουν περιέλθει λογιστές και φοροτεχνικοί, οι οποίοι εκτιμούν ότι οι νέες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων προς το σύστημα Εργάνη προκαλούν πρόσθετη γραφειοκρατία, σε ασφυκτικά μάλιστα χρονοδιαγράμματα. Είναι ενδεικτικό, όπως επισημαίνει ο φοροτεχνικός Κ. Γραβιάς, ότι συρρικνώνεται το χρονικό περιθώριο για την υποβολή τριών βασικών εντύπων στο σύστημα, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την εργασία όλων αυτών που ασχολούνται με τη μισθοδοσία προσωπικού (λογιστές, φοροτεχνικούς, οικονομολόγους κ.λπ.). Στον αντίποδα, από το υπουργείο Εργασίας εκτιμούν ότι κυρίως το μέτρο της εκ των προτέρων ηλεκτρονικής αναγγελίας των υπερωριών θα βάλει ένα τέλος σε πρακτικές που ακολουθούνται από μεγάλες, κατά κύριο λόγο, επιχειρήσεις, σημειώνοντας μάλιστα πως «ό,τι δεν δηλώνεται, δεν πληρώνεται».
Σημαντικές ελλείψεις διαπιστώνουν νομικοί και στη διάταξη που προβλέπει τον αποκλεισμό του εργοδότη-παραβάτη από δημόσιες συμβάσεις. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο δικηγόρος Γ. Καρούζος, ο εργοδότης δύναται να δικαιωθεί στο μέλλον δικαστικά για τις παραβάσεις που του έχουν επιβληθεί και έτσι να στερηθεί άδικα του δικαιώματός του να συνάπτει δημόσιες συμβάσεις. Αντίστοιχα, στην πρόβλεψη για επιδότηση της ανεργίας λόγω απόλυσης εξαιτίας βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας του μισθωτού, ο κ. Καρούζος εκτιμά πως η επιδότηση με μόνη προϋπόθεση την προσκομιδή εξωδίκου και έπειτα από έξι μήνες την προσκομιδή της αγωγής του εργαζόμενου κατά του εργοδότη, ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα εάν τελικά απορριφθεί από τα δικαστήρια η προσφυγή του εργαζομένου.