Καθ’ ον χρόνον οι Έλληνες ασχολούμεθα με υπαρκτούς ή ανύπαρκτους κινδύνους και με τις πρόσκαιρες εντυπώσεις που παράγει η εκάστοτε πολιτική συγκυρία, ελάχιστοι είναι αυτοί που έχουν συνειδητοποιήσει την ύπαρξη ενός θεμελιώδους προβλήματος που λειτουργεί ως ωρολογιακή βόμβα και απειλεί, αν δεν αντιμετωπισθεί καταλλήλως, την επιβίωση κατά κυριολεξία της χώρας μας μέσα στις λίγες, επόμενες δεκαετίες.
Από το 1990 και μετά οι γεννήσεις μειώνονται ενώ η Ελλάδα μεταβάλλεται σε χώρα υποδοχής μεταναστών με αυξανόμενους ρυθμούς.
Του Κώστα Χριστίδη*
Ο συνδυασμός υπογεννητικότητας και ανεργίας, ιδιαιτέρως από το 2010 και μετά, έχει ως αποτέλεσμα την μείωση του αμιγώς ελληνικού πληθυσμού σε κάτω των 9.000.000 ατόμων, την μετάβαση 500.000 ανθρώπων περίπου, και μάλιστα νέων επιστημόνων, σε αναζήτηση καλύτερης τύχης στο εξωτερικό και την προϊούσα γήρανση του πληθυσμού, στο σύνολο του οποίου το ποσοστό της ηλικίας άνω των 65 ετών αυξάνεται σταθερά.
Η Ελλάδα γηράσκουσα οδηγείται σε έναν φαύλο κύκλο οικονομικής παρακμής κrisαι δημογραφικής συρρίκνωσης. Μόνο το έτος 2016 οι γεννήσεις ήταν 92.898 έναντι 118.792 θανάτων. Ανάλογη σχέση σημειώθηκε και κατά τα προηγούμενα έτη και, δυστυχώς, συνεχίζεται.
Μικρότερος πληθυσμός σημαίνει : λιγότεροι καταναλωτές, λιγότεροι παραγωγοί, χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα, λιγότερες ευκαιρίες παραγωγικής απασχόλησης, επιδείνωση του ασφαλιστικού συστήματος, κίνδυνοι ακόμη και για την εθνική ασφάλεια και την εδαφική ακεραιότητα.
Πώς μπορεί να αντιστραφεί ο φαύλος κύκλος, να αρχίσουν και πάλι οι γεννήσεις να είναι περισσότερες των θανάτων κατά π.χ. 30.000 ετησίως; Αν και σε μεσο-μακροπρόθεσμο διάστημα δεν νοείται διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη χωρίς αύξηση του πληθυσμού, για να αυξηθεί ο (ελληνικός) πληθυσμός πρέπει προηγουμένως να δημιουργηθούν παραγωγικές θέσεις εργασίας, πράγμα που με την σειρά του προϋποθέτει την πραγματοποίηση επενδύσεων που θα παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, προσφερόμενα σε ανταγωνιστικό συνδυασμό ποιότητας και τιμής.
Και, βεβαίως, για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις από Έλληνες και ξένους επενδυτές απαιτείται κλίμα φιλικό προς το επιχειρείν, σταθερή φορολογική πολιτική με συντελεστές πολύ χαμηλότερους των σημερινών (αρκεί να αναλογισθεί κανείς ότι στην Ελλάδα οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές εφαρμόζονται σε χαμηλά ετήσια εισοδήματα, από 20.000 ευρώ και άνω, επιβάλλονται εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές, και όποιο ήδη φορολογηθέν εισόδημα άγεται προς κατανάλωση, επιβαρύνεται με ΦΠΑ 24%), μείωση της γραφειοκρατίας, αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης, αναμόρφωση του συνδικαλισμού σε ορθές βάσεις και πολλά άλλα, γνωστά και χιλιοειπωμένα, αλλά, φευ, μηδέποτε εφαρμοζόμενα.
Προς τον σκοπό της όσο το δυνατόν ταχύτερης αύξησης του πληθυσμού της χώρας είναι σκόπιμο να θεσπισθεί αύξηση του αφορολογήτου ορίου με ποσόν ίσο προς το ετήσιο κόστος διαβίωσης ενός παιδιού (από το πρώτο παιδί και για καθένα επόμενο), να δοθούν δάνεια προς νέες οικογένειες άτοκα από την γέννηση μέχρι την ενηλικίωση κάθε παιδιού και να δημιουργηθούν επαρκείς βρεφονηπιακοί σταθμοί ανά την χώρα. Εάν κινηθούμε εγκαίρως προς τις κατευθύνσεις αυτές μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τον μέγιστο κίνδυνο συρρίκνωσης και παρακμής της Ελλάδας.
Νομικός – Οικονομολόγος *