Εντός των αποδεκτών ορίων κρίνει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ) τις μακροοικονομικές προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας 2019-2022, οι οποίες όπως σημειώνει είναι συμβατές με τις πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις.
Στη γνώμη που διατυπώνει για το θέμα το ΕΔΣ προσθέτει επίσης πως είναι εν πολλοίς ευθυγραμμισμένες με αυτές της Κομισιόν και άλλων θεσμών (ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, Τράπεζα Ελλάδος) για το 2019-20, αναφέρει το in.gr.
Όπως σημειώνεται παράλληλα, οι εκτιμήσεις του ΥΠΟΙΚ είναι ευθυγραμμισμένες με το «πάνω όριο» των προβλέψεων του Συμβουλίου για φέτος και το 2020 και θεωρούνται αισιόδοξες, αλλά επιτεύξιμες υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Η δε μετρίαση της ανάκαμψης μετά το 2020 θεωρείται πιο ευλογοφανής.
Σημειώνεται ότι οι μακροοικονομικές αυτές προβλέψεις αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία στηρίζονται τόσο το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων όσο και το Αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας.
Το πρώτο το απέστειλε ήδη η κυβέρνηση στην Ευρωπαική Επιτροπή και προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα υψηλότερα από τις αρχικές προβλέψεις του προϋπολογισμού για το 2019, καθώς και για τα επόμενα χρόνια.
Το Αναθεωρημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας αναμένεται να αποσταλεί στην Κομισιόν την ερχόμενη εβδομάδα.
Οι προβλέψεις του ΕΔΣ
Στην έκθεση του το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών η ελληνική οικονομία ανέκαμψε από την βαθιά ύφεση η οποία είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του εθνικού εισοδήματος κατά 26% περίπου.
Όπως σημειώνει υπάρχουν ενδείξεις ότι η θετική συγκυρία θα διατηρηθεί και ότι η ελληνική οικονομία θα επεκταθεί με τους ίδιους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Μάλιστα όπως σημειώνει το Συμβούλιο οι διεθνείς αγορές δείχνουν να υιοθετούν τις θετικές προβλέψεις για την ελληνική οικονομία, γεγονός που αντανακλάται στη σημαντική μείωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων.
Το βασικό σενάριο για την πορεία της οικονομίας προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα τρέξει με ρυθμό ανάπτυξης 2,3% το 2019, 2,3% το 2020, 2,1% το 2021 και 2% το 2022.
Το ποσοστό της ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί από το 17,8% το 2019, στο 16,5% το 2020, στο 15,3% το 20121 και στο 14,2% το 2022.
Η γνώμη του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου με βάση την νομοθεσία, απαραιτήτως πρέπει να συνοδεύει τις προβλέψεις αυτές που αποστέλλονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
* Σε ότι αφορά την ανάπτυξη, επισημαίνεται ότι οι κυβερνητικές εκτιμήσεις είναι ευθυγραμμισμένες με το «πάνω όριο» των προβλέψεων του Συμβουλίου για φέτος και το 2020 και θεωρούνται αισιόδοξες, αλλά επιτεύξιμες υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Η δε μετρίαση της ανάκαμψης μετά το 2020 θεωρείται πιο ευλογοφανής.
* Σε ό,τι αφορά την ιδιωτική κατανάλωση, που εκτιμάται να αυξηθεί κατά 1,2% την περίοδο 2019-22, το Συμβούλιο πιστεύει ότι το ποσοστό είναι «υψηλά πιθανό» να συμβεί εξαιτίας της μείωσης της ανεργίας και της εκτίμησης για υψηλότερη καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Η δε αύξηση του κατώτατου μισθού ίσως στηρίξει περαιτέρω την κατανάλωση των νοικοκυριών τα επόμενα χρόνια.
* Το Συμβούλιο «στηρίζει» τη μείωση της πρόβλεψης για τον ρυθμό ανάπτυξης των επενδύσεων (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) για το 2019 στο 3,9% αντί προηγούμενου στόχου για 12,1%, ως πιο ρεαλιστικό σενάριο.
Ωστόσο πιστεύει ότι η ανάκαμψη του συγκεκριμένου ποσοστού στο 12,9% το 2020 είναι «αισιόδοξη», καθώς στηρίζεται σημαντικά σε παράγοντες όπως η αύξηση του τραπεζικού δανεισμού προς τις επιχειρήσεις.
Οι δε περιορισμοί στις κρατικές δαπάνες για δημόσιες επενδύσεις είναι επίσης παράγοντας που επηρεάζει αρνητικά. Μια μέτρια αύξηση των επενδύσεων την περίοδο 2021-22 θεωρείται περισσότερο εφικτή.
* Σε ό,τι αφορά το εξωτερικό εμπόριο, η αύξηση των εξαγωγών κατά μέσο όρο 4,2% ετησίως την περίοδο 2019-22 θεωρείται εφικτή.
Από την άλλη πλευρά, όμως, το σενάριο ήπιας ανόδου των εισαγωγών θεωρείται κάπως «ευνοϊκό», δεδομένης της υψηλής οριακής τάσης της ελληνικής οικονομίας προς τις εισαγωγές.
* «Υψηλά πιθανή» θεωρείται η μέτρια ετήσια αύξηση των δημόσιων επενδύσεων.
Οι αβεβαιότητες
Τα παραπάνω υπόκεινται σε ρίσκα τα οποία μπορούν να ανατρέψουν τα δεδομένα. Μεταξύ αυτών καταγράφονται:
* Πιθανό φρένο στις οικονομίες ευρωπαϊκών χωρών.
* Ο κίνδυνος κλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων και του προστατευτισμού.
* Πιθανή αυξημένη χρηματοπιστωτική αστάθεια από ένα Brexit χωρίς συμφωνία.
* Το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
* Μακροπρόθεσμα υπάρχουν δυσμενείς δημογραφικές τάσεις και το πρόβλημα του brain drain.
Αμφότερες ίσως έχουν αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη της εργατικής δύναμης και την ανεργία στην Ελλάδα, όπως και στην εξέλιξη της συμμετοχής της εργασίας στη συνολική παραγωγή.