Οι εκατό ημέρες της Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη ήρθαν και παρήλθαν αφήνοντας ένα ισχυρό θετικό αποτύπωμα στον ψυχισμό του Έλληνα: μίας κυβέρνησης που ήρθε στην εξουσία με πρωτοφανή για τα δικά μας δεδομένα προετοιμασία και με ξεκάθαρη πολιτική βούληση να υλοποιήσει όσα είχε εξαγγείλει.
Οι επόμενοι μήνες, όμως, δεν θα μπορούν πλέον να χαρακτηριστούν ως «μήνες μέλιτος» διότι η κυβέρνηση θα πρέπει να διαχειριστεί υψηλούς γηγενείς και εξωτερικούς κινδύνους.
Του Αντώνη Κεφαλά
Στο εσωτερικό μέτωπο και σε καθαρά οικονομικό επίπεδο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος εστιάζεται στην υλοποίηση του προϋπολογισμού για το 2020. Όλες οι παρεμβάσεις για την επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου (πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ) στηρίζονται σε εκτιμήσεις για αύξηση των εσόδων και συγκράτηση των δαπανών που μπορούν πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα να ανατραπούν από αρνητικές εξελίξεις τόσο στο εσωτερικό (π.χ. θεομηνίες με καταστροφές σε υποδομές και στην γεωργική παραγωγή καθώς η κλιματική αλλαγή μας βρίσκει παντελώς απροετοίμαστους) όσο –και το πλέον πιθανό – στο εξωτερικό (η κατάρρευση της Thomas Cook πρόσφερε μία γεύση).
Ένας δεύτερος κίνδυνος σχετίζεται με το μοντέλο ανάπτυξης που έχει ακολουθήσει η χώρα μας.
Η ανάγκη για στροφή στην εξωστρέφεια είναι σαφής – εισάγουμε μέχρι πορτοκάλια και λεμόνια.
Οι επενδύσεις αποτελούν μοχλό για την επίτευξη του στόχου αλλά ο θετικός αντίκτυπος τους θα αργήσει να φανεί. Τα ποσά που απαιτούνται, εξάλλου, είναι τεράστια και η υλοποίηση τους δεν μπορεί να είναι παρά σε βάθος χρόνου που άνετα (και αισιόδοξα) τοποθετείται στην τετραετία.
Μέχρι τότε, όμως, η όποια ανάκαμψη αναπόφευκτα θα συνοδευτεί με χειροτέρευση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, καθώς ο ρυθμός αύξησης των εισαγωγών θα υπερκεράσει τον αντίστοιχο των εξαγωγών, που έτσι κι αλλιώς ξεκινά από πολύ μικρότερη βάση.
Αν υπάρξουν – και μάλλον θα υπάρξουν—αρνητικές εξελίξεις στον τομέα των άδηλων συναλλαγών, τότε τα πράγματα θα είναι «σκούρα» για μία χώρα υπερχρεωμένη όπως η δική μας.
Σε ευρύτερο πλαίσιο ένας ορατός κίνδυνος είναι η ανυπόμονή που θα εκδηλώσει το εκλογικό σώμα καθώς αναπόφευκτα έχουν ήδη σημειωθεί και θα εξακολουθήσουν να εκδηλώνονται καθυστερήσεις στις αλλαγές που επιδιώκει η κυβέρνηση.
Η ανυπόμονή αυτή θα εντείνεται όσο η κυβέρνηση υποχρεώνεται σε συμβιβασμούς – όπως π.χ. με την φορολογία των υψηλόβαθμων στελεχών, τον αιγιαλό, τις κατεδαφίσεις αυθαιρέτων – ή σε καθυστερήσεις – όπως π.χ. με τις αλλαγές στον ποινικό κώδικα, την αντιμετώπιση της κατάστασης στα Εξάρχεια και, πάνω απ’ όλα, το μεταναστευτικό όπου η μη έγκαιρη αντιμετώπιση του είναι αποτελεί ένα σημαντικό πλην για την Ν.Δ.
Στην ουσία, όμως, το «εσωτερικό» πρόβλημα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη σχετίζεται με τις πρώτες εντυπώσεις που δημιούργησε. Η προσδοκία ήταν πως επρόκειτο για μία κυβέρνηση έτοιμη να προχωρήσει σε ρήξεις. Και τα πρώτα βήματα έδειξαν να το επιβεβαιώνουν. Δεν άργησε, όμως, να φανεί μία ξεκάθαρη προσπάθεια να επιδιωχθούν ευρύτερες συναινέσεις –σε βάρος μάλιστα των αρχικών προθέσεων και στόχων – όπως π.χ. με τις επενδύσεις της Cosco—και να προβληθεί ένα κατά μία έννοια πιο «αριστερό» προφίλ – όπως π.χ. με την μονοετή ισχύ της σύμβασης με τις βάσεις των ΗΠΑ.
Η στήλη αυτή έχει συχνά υποστηρίξει ότι εδώ και μερικά χρόνια επικρατεί μία αναντιστοιχία ανάμεσα στις επιθυμίες της κοινωνίας και στην βούληση του πολιτικού κόσμου –όπου η κοινωνία έχει προχωρήσει πολύ πιο πέρα από το στενό κομματικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πειθήνια κινούνται οι πολιτικοί.
Στον 21ο αιώνα τρεις κυβερνήσεις έπεσαν διότι δεν εκπλήρωσαν τις προσδοκίες του λαού, λειτουργώντας με βάση τραγικές υποεκτιμήσεις ως προς την «ετοιμότητά του» για αλλαγή.
Στην ουσία έχασαν τον στόχο καθώς προσηλώθηκαν στις αντιδράσεις οργανωμένων υποομάδων με έδρα τον δημόσιο τομέα – έβλεπαν τα δένδρα και όχι το δάσος. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πάντα κινδυνεύει να είναι η τέταρτη.
Οι κίνδυνοι από το εξωτερικό αρχίζουν και προδιαγράφονται με έντονα χρώματα. Η ευρύτερη αναταραχή που προκαλεί στην Ανατολική Μεσόγειο είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα στον τουρισμό ενώ η Τουρκία μας υποχρεώνει σε αύξηση των αμυντικών δαπανών – ενώ θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι προκλήσεις της στην Κύπρο και στο Αιγαίο δεν θα σταματήσουν.
Αντίθετα, μία πιθανή ήττα της στην Συρία θα την στρέψει με αυξημένη ένταση στην δική μας περιοχή—κι αυτό θα έχει αρνητικές οικονομικές στην ελληνική οικονομία.
Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε φάση επιβράδυνσης και τα όπλα που έχουν οι θεσμοί της αρχίζουν να εξαντλούνται. Η δημοσιονομική πολιτική παραμένει πάντα δεμένη σε ιδεολογικό ζουρλομανδύα και η νομισματική ουσιαστικά εξαρτάται από την βούληση κυριολεκτικά 2-3 ανθρώπων.
Κι ας μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι η αποτελεσματικότητα της έχει περιοριστεί δραστικά καθώς βρισκόμαστε πλέον στον κόσμο των αρνητικών επιτοκίων.
Ο εμπορικός πόλεμος επεκτείνεται αντί να περιορίζεται –όπως π.χ. με το νέο μέτωπο που άνοιξε ο Τραμπ με την Ε.Ε. Ο αμερικανικός αιώνας φτάνει στο τέλος του, η παγκόσμια ισορροπία έχει ανατραπεί και οι υπερδυνάμεις ετοιμάζονται για νέο γύρο εξοπλισμών.
Τοπικές συρράξεις βάσιμα κινδυνεύουν να εξελιχθούν σε περιφερειακές και περιφερειακές εν δυνάμει κινδυνεύουν να επεκταθούν σε ευρύτερα γεωγραφικά όρια.
Το μεταναστευτικό, τέλος, θέτει σε κίνδυνο όχι απλά την συνοχή κρατών και ενώσεων αλλά το ίδιο το φιλελεύθερο δημοκρατικό μοντέλο του β΄ μέρους του 20ου αιώνα που έφερε ειρήνη και ευμάρεια.
Η τελευταία κυβέρνηση της Ν.Δ. έπεσε σε μεγάλο βαθμό επειδή έπαιξε τον ρόλο του τζίτζικα στο γνωστό μύθο. Οι πρόσφατες ανακοινώσεις της κυβέρνησης για σωρεία ελαφρύνσεων ας είναι οι τελευταίες.
Διαφορετικά, η τύχη της δεν θα διαφέρει απ’ αυτήν των προκατόχων της την εξουσία.