Άμεσο και έμμεσο οικονομικό όφελος για τη χώρα, αλλά και υψηλό συμβολισμό στα μάτια των αγορών και των θεσμών, έχει η απόφαση της κυβέρνησης να υποβάλει στο Eurogroup της προσεχούς Παρασκευής 13 Σεπτεμβρίου το επίσημο αίτημα για την πρόωρη αποπληρωμή του ακριβότερου τμήματος των δανειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Πρόκειται για 2,7 δισ. ευρώ (επί συνόλου 8,8 δισ. ευρώ), τα οποία λήγουν έως το τέλος του 2020 και βαρύνονται με ιδιαιτέρως τσουχτερό επιτόκιο της τάξεως του 5,13%.
Όπως προανήγγειλε χθες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνέντευξη Τύπου στο πλαίσιο της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ), ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας θα καταθέσει στο προσεχές Eurogroup το επίσημο γραπτό αίτημα πρόωρης εξόφλησης των ακριβών δανείων του ΔΝΤ, αναφέρει το newmoney.
«Τα χαμηλότερα επιτόκια διευκολύνουν την πολιτική μας και μας επιτρέπουν να δανειζόμαστε πιο χαμηλά», πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης και τόνισε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η Ελλάδα να επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα το ταχύτερο δυνατό, ώστε να μπορεί να δανείζεται ακόμη πιο φτηνά.
Το κέρδος από την πρόωρη αποπληρωμή των 2,7 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ είναι διπλό:
1. Καταρχάς, όπως ανέφερε χθες ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, «θα γλιτώσουμε περί τα 75 εκατ. ευρώ ετησίως μόνο από αυτή την παρέμβαση».
2. Πέρα από το παραπάνω άμεσο οικονομικό όφελος, υπάρχει και έμμεσο:
– Τα 75 εκατ. ευρώ που εξοικονομούνται αφαιρούνται από τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας και υποχρεώνουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να αναθεωρήσουν επί τα βελτίω την ανάλυσή τους για τη βιωσιμότητα του χρέους, λαμβάνοντας υπόψη και τα νέα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί στις αγορές ομολόγων.
Η ραγδαία αποκλιμάκωση της απόδοσης των ελληνικών κρατικών τίτλων και η διαφορά επιτοκίου σε σύγκριση με το επιτόκιο στο οποίο είχαν βασίσει οι Ευρωπαίοι τους υπολογισμούς τους για τη συμφωνία ελάφρυνσης του χρέους στο Eurogroup του Ιουνίου του 2018 έχουν οδηγήσει σε μεγάλη μείωση της ετήσιας δαπάνης για τόκους. Εκτιμάται πως μόνο για τον λόγο αυτό οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας έχουν περιοριστεί κατά τουλάχιστον 0,5% του ΑΕΠ, εξοικονομώντας αντίστοιχο δημοσιονομικό χώρο. Αυτό είναι ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης για να μειωθούν οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων –διαδικασία που ξεκίνησε σε τεχνικό επίπεδο, όπως προέκυψε από το Euro Working Group της περασμένης Πέμπτης.
– Η πρόωρη αποπληρωμή θα εκπέμψει προς τις αγορές και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς το μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι πλέον σε θέση όχι μόνο να καλύπτει μόνη της τις χρηματοδοτικές ανάγκες της, αλλά και να εξοφλεί ταχύτερα ένα μέρος τους και να εξοικονομεί πόρους, χάρη στη μεγάλη διαφορά επιτοκίου ανάμεσα στο ΔΝΤ (5,13% στα επίμαχα δάνεια) και στο τρέχον ετήσιο μεσοσταθμικό επιτόκιο εξυπηρέτησης του χρέους (περίπου 1,5%). Έτσι, θα τροφοδοτηθεί η περαιτέρω μείωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων.
75 εκατ. μικρότερο το όφελος, εξαιτίας των χειρισμών ΣΥΡΙΖΑ
Η εξοικονόμηση από την πρόωρη αποπληρωμή προς το ΔΝΤ θα ήταν διπλάσια, δηλαδή θα έφθανε τα 150 εκατ. ευρώ σε βάθος διετίας, εάν η προεξόφληση είχε προχωρήσει από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Μάιο, καθώς τότε η Ελλάδα είχε μπροστά της δανειακές δόσεις συνολικού ύψους 3,7 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2020, οι οποίες βαρύνονταν με επιτόκιο 5,13%.
Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε ανακοινώσει με πανηγυρικούς τόνους την πρόθεσή της να προχωρήσει στην πρόωρη αποπληρωμή, ο τότε αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης είχε ενημερώσει σχετικά το Euro Working Group στις 2 Μαΐου και είχε πάρει το πρώτο «πράσινο φως». Ωστόσο, στη συνέχεια το εγχείρημα εκτροχιάστηκε, εξαιτίας των προεκλογικών παροχών που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο Ζάππειο στις 7 Μαΐου. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί μετέφεραν στην τότε κυβέρνηση την έντονη δυσαρέσκειά τους για τις εξαγγελίες και ο τέως υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν κατέθεσε ποτέ το προβλεπόμενο επίσημο αίτημα προς το Eurogroup και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), προκειμένου να προχωρήσει η πρόωρη εξόφληση του ΔΝΤ. Το αποτέλεσμα ήταν να πληρωθούν κανονικά κατά την ημερομηνία λήξης τους και με επιτόκιο 5,13% δανειακές δόσεις συνολικού ύψους 914 εκατ. ευρώ τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, ενώ το ίδιο θα γίνει με άλλα 145 εκατ. ευρώ που λήγουν στις 19 Σεπτεμβρίου.
Στόχος πλέον είναι να ολοκληρωθεί η διαδικασία έως τα τέλη Νοεμβρίου, ώστε οι δύο δόσεις που λήγουν στις αρχές Δεκεμβρίου (312 εκατ. ευρώ στις 3/12 και 156 εκατ. ευρώ στις 4/12) να ενταχθούν στο πακέτο της προεξόφλησης, μαζί με τα 2,2 δισ. ευρώ που λήγουν μέσα στο 2020.
Υπενθυμίζεται ότι το «πράσινο φως» του Eurogroup και του ESM είναι αναγκαία, προκειμένου να ζητηθεί εν συνεχεία εγγράφως από το ΔΝΤ η προεξόφληση. Ο λόγος είναι ότι οι συμφωνίες με τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης τα οποία προσέφυγαν στη δανειακή βοήθεια του ESM προβλέπουν ότι έχει καθεστώς «προτιμώμενου πιστωτή» (preferred creditor), όπως και το ΔΝΤ. Αυτό σημαίνει πως εάν οι οφειλές μιας χώρας προς το ΔΝΤ προεξοφληθούν χωρίς την έγκριση του ESM, τότε η χώρα θα πρέπει να πληρώσει άμεσα στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό την αντίστοιχη αναλογία του ανεξόφλητου δανείου της.
Πρακτικά, δηλαδή, εάν η Ελλάδα αποπλήρωνε τα 2,7 δισ. ευρώ (32% των συνολικών οφειλών της προς το ΔΝΤ) χωρίς το «πράσινο φως» του ESM, τότε θα έπρεπε να καταβάλει στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και στον προκάτοχό του, τον EFSF, 61,1 δισ. ευρώ (το 32% των 190,8 δισ. ευρώ που δάνεισαν στη χώρα).