Σημαντικά μεγαλύτερη ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας το 2020 και μικρότερη ανάκαμψή της το 2021, λόγω της πανδημίας του κοροναϊού, προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) με την αναθεώρηση των προβλέψεων του Απριλίου (World Economic Outlook Update).
Παράλληλα, το Ταμείο προβλέπει πιο εκρηκτική αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, καθώς τα μέτρα στήριξης που έχουν ανακοινωθεί σε όλο τον κόσμο εκτιμώνται τώρα σε πάνω από 11 τρισ. δολάρια αντί 8 τρισ. δολαρίων τον Απρίλιο.
Αυτό θα έχει ως συνέπεια μία επίσης πιο εκρηκτική αύξηση του δημόσιου χρέους σε παγκόσμιο επίπεδο σε σχέση με αυτή που εκτιμούσε το ΔΝΤ τον Απρίλιο. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται ότι θα υπερβεί για πρώτη φορά το 100% του ΑΕΠ και για τις αναπτυγμένες οικονομίες θα υπερβεί το 130% του ΑΕΠ.
Το Ταμείο εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία θα σημειώσει φέτος ύφεση 4,9% έναντι 3% που εκτιμούσε τον Απρίλιο, ενώ για το 2021 εκτιμά ότι θα ανακάμψει 5,4%. Το πλήγμα θα είναι μεγαλύτερο για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, οι οποίες εκτιμάται ότι θα υποστούν φέτος ύφεση 8% για να ανακάμψουν 4,8% το 2021, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ τους να είναι χαμηλότερο το επόμενο έτος κατά 4% σε σχέση με το επίπεδο του 2019. Ειδικότερα για την Ευρωζώνη, το ΔΝΤ προβλέπει ύφεση 10,2% φέτος και ανάκαμψη 6% το 2021, με την Ιταλία και την Ισπανία να αντιμετωπίζουν τις χειρότερες προοπτικές (12,8% ύφεση φέτος και ανάκαμψη 6,3% το 2021). Ιδιαίτερα έντονες εκτιμώνται οι επιπτώσεις της κρίσης και για τη Γαλλία (12,5% ύφεση και 7,3% ανάκαμψη, αντίστοιχα), ενώ μικρότερο αναμένεται το πλήγμα για τη Γερμανία, όπου προβλέπεται ύφεση 7,8% φέτος και ανάκαμψη 5,4% το 2021.
Ισχυρή μείωση του ΑΕΠ θα σημειώσει και η αμερικανική οικονομία, με την ύφεση να προβλέπεται στο 8% το 2020 και την ανάκαμψη στο 4,5% το 2021. Η Κίνα, από την οποία ξεκίνησε η πανδημία του κορονοϊού, προβλέπεται ότι θα αποφύγει την ύφεση, καταγράφοντας ανάπτυξη της τάξης του 1% φέτος και 8,1% το 2021.
Πάνω από το 95% των χωρών του κόσμου εκτιμάται ότι θα έχουν φέτος μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματός τους, με αποτέλεσμα να ανακοπεί η σημαντική πρόοδος που είχε σημειωθεί στη μείωση της ακραίας φτώχειας στον κόσμο από τη δεκαετία του 1990.
«Πάνω από το 75% των χωρών ξανανοίγουν τώρα τις οικονομίες τους, την ίδια ώρα που η πανδημία εντείνεται σε πολλές αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες», δήλωσε η επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Γκίτα Γκόπινατ, προσθέτοντας: «Αρκετές χώρες έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν. Ωστόσο, απουσία μίας ιατρικής λύσης, η ισχύς της ανάκαμψης είναι εξαιρετικά αβέβαιη και ο αντίκτυπος σε τομείς και χώρες ανομοιόμορφος».
Από τα 11 τρισ. δολάρια που εκτιμώνται τα μέτρα που πήραν όλες οι χώρες για τη στήριξη των οικονομιών τους, τα μισά (5,4 τρισ. δολάρια) αφορούν πρόσθετες δημόσιες δαπάνες και απώλειες δημόσιων εσόδων, ενώ τα υπόλοιπα μισά αφορούν τη στήριξη της ρευστότητας με δάνεια, συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο επιχειρήσεων και εγγυήσεις. Για τις χώρες της G20, τα δημοσιονομικά μέτρα αντιστοιχούν στο 6% του ΑΕΠ έναντι 3% τον περασμένο Απρίλιο. Το μέσο δημοσιονομικό έλλειμμα στον κόσμο εκτιμάται ότι θα φθάσει φέτος στο επίπεδο του 14% του ΑΕΠ, αυξημένο κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2019, ενώ για τις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες προβλέπεται να διευρυνθεί στο 16,5% του ΑΕΠ, αυξημένο κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τα περυσινά επίπεδα. Για την Ευρωζώνη, το ΔΝΤ προβλέπει δημοσιονομικό έλλειμμα 11,7% για φέτος και 5,3% για το 2021, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος της να εκτιναχθεί στο 105,1% του ΑΕΠ φέτος για να υποχωρήσει ελαφρά στο 103% το 2021. Το χρέος της Ιταλίας προβλέπεται να εκτιναχθεί σο 166,1% του ΑΕΠ φέτος, ενώ της Ισπανίας και της Γαλλίας εκτιμάται ότι θα φθάσει σε επίπεδα πολύ πάνω από το 100% (στο 123,8% και το 125,7%, αντίστοιχα).
Το ΔΝΤ συνιστά στις χώρες που χαλαρώνουν τα περιοριστικά μέτρα για την εξάπλωση του κορονοϊού να στρέψουν σταδιακά τις δημοσιονομικές πολιτικές τους από τη στήριξη των επιχειρήσεων προς μία καλύτερα στοχευμένη στήριξη των νοικοκυριών, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της παραοικονομίας. Τα μέτρα για τη στήριξη της απασχόλησης πρέπει να ενθαρρύνουν την ασφαλή επιστροφή στην εργασία και να διευκολύνουν τις διαρθρωτικές μεταβολές στις αγορές εργασίας για να είναι πιο ανθεκτικές οι οικονομίες μετά την COVID-19, αναφέρει το ΔΝΤ.