Το ΔΝΤ επιμένει στις απαισιόδοξες προβλέψεις του, ακόμα και μετά την τεχνική συμφωνία στην οποία κατέληξε με την κυβέρνηση για το σκέλος των μέτρων έως το 2020.
Ετσι, συμφωνα με διπλωματικές πηγές που έχουν άμεση γνώση των συζητήσεων, στο Μνημόνιο Οικονομικής Πολιτικής (MEFP), το οποίο θα υπογράψει η κυβέρνηση με το ΔΝΤ όταν υπάρξει η τελική συμφωνία, θα περιέχει διαφορετική πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018. Συγκεκριμένα, το Ταμείο «βλέπει» τρύπα 1,2% του ΑΕΠ (περίπου 2,2 δισ. ευρώ) στο πρωτογενές πλεόνασμα του 2018, καθώς εκτιμά ότι δεν θα υπερβεί το 2,3% του ΑΕΠ, έναντι στόχου για 3,5% του ΑΕΠ, αναφέρει το ependisinews.
Αντίθετα, οι Ευρωπαίοι θα διατηρήσουν τη δική τους εκτίμηση για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018. Θα είναι η πρώτη φορά που σε επίσημο μνημόνιο καταγράφονται διαφορετικές εκτιμήσεις σε νούμερα και στόχους ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ.
Το Ταμείο στηρίζει την εκτίμησή του για το πρωτογενές πλεόνασμα στη χαμηλότερη των προβλέψεων φετινή ανάπτυξη, στην αβεβαιότητα που έφερε εκ νέου η μεγάλη καθυστέρηση στην αξιολόγηση, στην αποστέρηση πολύτιμης ρευστότητας από την πραγματική οικονομία, εξαιτίας της άτυπης στάσης πληρωμών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, και στις γενικότερες επιπτώσεις που θα έχουν οι καθυστερήσεις στην πορεία των εσόδων και στο οικονομικό κλίμα.
Οι προσδοκίες για οριστική συμφωνία στις 15 Ιουνίου είναι περιορισμένες, παρά τις επαφές Τσακαλώτου στο περιθώριο του συνεδρίου του Economist στη Φρανκφούρτη την Τετάρτη. Η νέα στρατηγική της κυβέρνησης εστιάζεται, πλέον, στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), ωστόσο η ΕΚΤ έχει διαμηνύσει στο υψηλότερο επίπεδο, με δηλώσεις τόσο του Μάριο Ντράγκι όσο και του Μπενουά Κερέ, ότι «τα χέρια της είναι δεμένα» και δεν μπορεί να φέρει πρόταση για να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στην ποσοτική χαλάρωση, εάν πρώτα δεν υπάρξει συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους, ανάλυση βιωσιμότητας από το ΔΝΤ και συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης.
«Θα ήταν κάτι πρωτοφανές να αναγκαστεί η ΕΚΤ να παρουσιάσει δική της ανάλυση βιωσιμότητας χρέους σε πλήρη αντίθεση με την ανάλυση του ΔΝΤ», υποστηρίζουν αξιωματούχοι των θεσμών που παρακολουθούν από κοντά τη διαπραγμάτευση, απαντώντας ουσιαστικά στις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν για ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους μόνο από την ΕΚΤ, ώστε να μπορέσει μόνη της να προχωρήσει στην ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE.
«Περνά» και πάλι του Σόιμπλε
Οπως αναφέρουν αξιωματούχοι των θεσμών, η μόνη πρόταση που θα βρίσκεται στο τραπέζι και του επόμενου Eurogroup θα είναι η πρόταση που κατέθεσε για λογαριασμό του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, στην ταραχώδη συνεδρίαση της 22ας Μαϊου και προβλέπει συμμετοχή του ΔΝΤ χωρίς την εκταμίευση νέου δανείου, μέχρι να διευθετηθεί το θέμα του χρέους, το οποίο παραπέμπεται στην καλύτερη εκδοχή για μετά τις γερμανικές εκλογές και στη χειρότερη για τον Αύγουστο του 2018, μετά τη λήξη του προγράμματος.
«Το βάρος στις μεταρρυθμίσεις, όχι στο χρέος»
Με τη γραμμή Σόιμπλε συντονίζονται και οι υπόλοιποι θεσμοί, με τον επικεφαλής οικονομολόγο του ESM, που μίλησε την Τετάρτη στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, να στέλνει μήνυμα στην κυβέρνηση να μην επικεντρώνεται στο θέμα του χρέους, αλλά στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
«Το τρέχον debate για την Ελλάδα εστιάζει στην ελάφρυνση χρέους και αυτό πιστεύω πως θα πρέπει να αλλάξει», υποστήριξε ο Rolf Strauch, προσθέτοντας πως «η ιδιοκτησία του προγράμματος είναι τώρα πολύ πιο σημαντική προτεραιότητα από την ελάφρυνση χρέους», καθώς τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων είναι πολύ μεγαλύτερα από την ελάφρυνση χρέους. Εφερε ως παράδειγμα την Ισπανία και την Ιρλανδία, που παρουσιάζουν τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, καθώς και την Πορτογαλία και την Κύπρο, μιλώντας για success stories, με κοινό παρονομαστή τις μεταρρυθμίσεις. «Αυτό είναι που τις έφερε από τον πάτο στην κορυφή. Και αυτή θα πρέπει να είναι η προοπτική και για την Ελλάδα», υποστήριξε.