Ένα ρητό που συνηθίζονταν μεταξύ των πολιτικών στο παρελθόν έλεγε πως «Οι υποτιμήσεις και οι πρόωρες εκλογές δεν προαναγγέλλονται».
Και όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση, η οποία έτσι και αλλιώς αντλεί τις εμπνεύσεις της από το παλαιό πολιτικό κατεστημένο, θέλει να είναι σε θέση να κάνει εκλογές οποτεδήποτε το αποφασίσει, ακόμη και αυτό σημαίνει να υπαναχωρήσει από την κατ’ επανάληψη δέσμευση του πρωθυπουργού ότι θα εξαντλήσει την τετραετία.
Ο σχεδιασμός, με δεδομένο ότι οι εκλογές δεν θα γίνουν τον Μάιο (αν και κανείς δεν θα απέκλειε κάτι τέτοιο) είναι οι επόμενοι μήνες να είναι περίοδος γενικευμένης αντεπίθεσης του ΣΥΡΙΖΑ σε όλα τα μέτωπα.
Από τη δημιουργία ενός κλίματος «προοδευτικού συναγερμού» κατά της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού στην Ευρώπη (όπως συχνά – πυκνά λέει ο πρωθυπουργός) μέχρι τις δικαστικές υποθέσεις που θα ανοίξουν αλλά και όποια άλλα φιλολαϊκά μέτρα θα ληφθούν το επόμενο διάστημα.
Το Μαξίμου θέλει να κλείσει όλα τα μέτωπα, ακόμη και το νέο εξεταστικό σύστημα που έχει εξαγγείλει ο Κώστας Γαβρόγλου. Θέλει να πάει στις εκλογές του Μαίου έχοντας ψηφίσει τα πάντα, κυρίως δε το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Και σε ένα κλίμα ακραίας πόλωσης στο οποίο ομνύουν κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης που εισηγούνται ρήξη με τους πάντες, να διεκδικήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ό,τι καλύτερο.
Κι αυτό δεν είναι άλλο από την υποχώρηση της ΝΔ κάτω από 30% και το κυβερνών κόμματα να «χτυπήσει» πάνω από 25%.
«Ετσι, θα μεταφερθεί το πρόβλημα στη ΝΔ η οποία ολόκληρο το καλοκαίρι θα σπαράσσεται από εσωκομματικές έριδες. Ετσι μπορούμε να πάμε σε εθνικές εκλογές κάνοντας το καλύτερο που μπορούμε».
Αυτό λένε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που δεν βλέπουν τετραπλές εκλογές τον Μάιο και που θεωρούν δεδομένο ότι ο πρωθυπουργός θα εξαντλήσει την τετραετία.
Δύο νούμερα είναι αυτά που βασανίζουν περισσότερο από ποτέ αυτή την περίοδο το Μέγαρο Μαξίμου. Το 5% και το 30% στις ευρωεκλογές.
Και τα δύο νούμερα δεν αφορούν στις επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ αλλά επί της ουσίας τι θα επιτύχει η Νέα Δημοκρατία στις 26 Μαίου.
Ο Αλέξης Τσίπρας και το επιτελείο του θέλουν πάση θυσία να μην είναι η ψαλίδα πάνω από 5% και να περιοριστεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κάτω από 30%.
Αν επιτευχθούν και οι δύο στόχοι τότε ο πρωθυπουργός θα πάει σε εκλογές το φθινόπωρο ελπίζοντας απόλυτα ότι το αποτέλεσμα στις εθνικές εκλογές δεν θα είναι απλά διαχειρίσιμο αλλά κι ότι θα μπορούν να ανατραπούν τα πάντα.
Στο κυνήγι υποψηφίων
Το τραπέζι που παρέθεσε ο Αλέξης Τσίπρας στους 12 πρώτους υποψήφιους ευρωβουλευτές που ανακοίνωσε έγινε για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους.
Για να σβήσουν οι αρνητικές εντυπώσεις που δημιουργήθηκαν με την υποψηφιότητα της Μυρσίνης Λοϊζου και να για φανεί αυτό το κεντροαριστερό μέτωπο που θέλει ο Τσίπρας να εμφανίζει στην κοινή γνώμη.
Το επόμενο διάστημα θα ανακοινωθούν επίσης (εκτός απροόπτου) οι Παναγιώτης Γιαννάκης και Πέτρος Κόκκαλης ενώ αναζητούνται και κάποιοι πολύ ισχυροί «κράχτες» οι οποίοι θα δώσουν επιπλέον ρεύμα στο κυβερνών κόμμα για τις ευρωεκλογές.
Η συγκρότηση ενός ισχυρού ψηφοδελτίου για τις 26 Μαίου είναι το βασικό διακύβευμα του πρωθυπουργού και των συνεργατών του. Κι αυτό γιατί μόνον έτσι θα επιτευχθεί ο στόχος για ισχυρό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως για χαμηλό της ΝΔ.
Αν το πετύχουν αυτό και δείξουν στους πολίτες ότι παραμένουν ζωντανοί, τότε είναι σίγουροι στο Μαξίμου ότι θα γυρίσει η παρτίδα.
Ποντάρουν βεβαίως και στο καλοκαίρι και τον τουρισμό αλλά και στο γεγονός ότι μετά τις διακοπές ο κόσμος είναι πιο χαλαρός και ψηφίζει διαφορετικά.
Βεβαίως υπάρχουν και τα αρνητικά: Όπως π.χ. ότι τα ονόματα των υποψηφίων δεν έκαναν γκελ στην κοινωνία. Γιατί άλλο είναι να κάνεις ευρωεκλογές έχοντας επιλέξει έναν Μανώλη Γλέζο και μια Μαρία Σακοράφα κι άλλο να έχει επιλέξει τη… Μυρσίνη Λοϊζου και τον Πέτρο Κόκκαλη.
Δεν δείχνει κανένα προοδευτικό μέτωπο η επιλογή του Π. Γιαννάκη, ούτε φυσικά η κόρη του Τσάτσου, η Κοντούλη, η Σκοπούλη κ.λπ.
Αρνητικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δε μπορεί να σηκώσει κεφάλι, δεν είναι σε θέση να γυρίσει το κλίμα υπέρ του με βάση τις παροχές που κάνει.
Κάποιοι φοβούνται ότι η άποψη του κόσμου περί ήττας του κυβερνώντος κομματος δεν αλλάζει, και δεν θα αλλάξει ακόμη κι αν στις δημοτικές εκλογές και τις ευρωεκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ πάει… συμπαθητικά.
Το ότι οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να είναι αρνητικές για το κυβερνών κόμμα είναι ένα πρόβλημα που επιδέχεται δύο απαντήσεις, εξ ου και το δίλημμα του πρωθυπουργού: εάν περιμένει ελπίζοντας να γίνουν καλύτερες ίσως να του βγουν χειρότερες.