Η οικονομική κρίση με την εκτίναξη των κόκκινων δανείων και η δαιμονοποίηση του τρόπου λειτουργίας των τραπεζών έχουν προκαλέσει σοβαρές στρεβλώσεις στη χρηματοδότηση της οικονομίας που πνίγουν την ανάπτυξη, αναφέρει το newmoney.gr.
Οι καχεκτικοί ρυθμοί μεγέθυνσης της οικονομίας με επιδόσεις που κινούνται μονίμως χαμηλότερα από τους στόχους οφείλονται σε σημαντικό βαθμό στις ιδιαίτερες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Συγκεκριμένα:
■ Λόγω και των εξελίξεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος κεντροποιήθηκε και ταυτόχρονα αυστηροποιήθηκε, αφαιρώντας δυνατότητες επιχειρηματικής ευελιξίας. Δεν πρόκειται για θεωρητική προσέγγιση καθώς ουσιαστικά μεταβλήθηκε ο τρόπος λειτουργίας των τραπεζών.
■ Οι τράπεζες άλλαξαν δραστικά τη μεθοδολογία αντιμετώπισης των πελατών τους. Οι εταιρείες αξιολογούνται με αποκλειστικό κριτήριο τον ισολογισμό τους χωρίς να σταθμίζονται οι συνθήκες της αγοράς. Οι επιπτώσεις αυτής της πολιτικής είναι πολλαπλές. Για παράδειγμα, υπάρχουν περιπτώσεις εταιρειών που διαψεύδουν προς το καλύτερο τις προβλέψεις. Είτε επειδή ανοίγουν νέες αγορές, είτε επειδή μπαίνουν σε νέες δραστηριότητες, υπάρχουν εταιρείες που οι οικονομικές επιδόσεις τους υπερβαίνουν θετικά τους στόχους των business plans και, για παράδειγμα, οι πωλήσεις τους από 2-3 εκατ. αυξάνονται στα 4-5 εκατ. ευρώ. Αντί οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις να υποστηριχθούν χρηματοδοτικά, οι τράπεζες τους ζητούν να προχωρήσουν σε νέα ρύθμιση των δανειακών τους υποχρεώσεων με μεγαλύτερη προπληρωμή των δανείων επειδή τα μεγέθη τους έχουν βελτιωθεί. Υπάρχουν όμως και πολλές περισσότερες περιπτώσεις εταιρειών οι οποίες είναι οικονομικά βιώσιμες, επιβίωσαν από την κρίση με εμφανείς επιπτώσεις, αλλά είναι αποκλεισμένες από το τραπεζικό σύστημα, επειδή οι τραπεζίτες κινδυνεύουν να βρεθούν απολογούμενοι αν προχωρήσουν σε χρηματοδοτήσεις προς αυτές.
■ Οι διαθέσιμοι πόροι για τη χρηματοδότηση της οικονομίας είναι περιορισμένοι. Το σύνολο των καταθέσεων είναι της τάξης των 125 δισ. ευρώ και αν αφαιρεθούν τα χρήματα του Δημοσίου, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών είναι της τάξης των 117 εκατ. ευρώ. Αυτοί είναι οι πόροι των τραπεζών που πρέπει να αξιοποιηθούν για τη χρηματοδότηση της οικονομίας. Ενισχυτικά λειτουργούν και τα προγράμματα των ευρωπαϊκών επενδυτικών τραπεζών (ΕBRD, EIF, EIB). Η εξέλιξη των καταθέσεων δεν είναι θετική. Μπορεί η γενική εικόνα να θολώνει όταν μπαίνουν στο τραπεζικό σύστημα τα χρήματα του Δημοσίου μετά τις αξιολογήσεις, αλλά αποταμίευση δεν υπάρχει και οι πολίτες καταναλώνουν από τα έτοιμα.
■ Επιπλέον οι στρεβλώσεις από το παρελθόν στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος παραμένουν χωρίς θεραπεία. Για παράδειγμα, από την περίοδο της υπερήφανης διαπραγμάτευσης του Γιάνη Βαρουφάκη και πριν από την επιβολή των capital controls, έφυγαν από τις τράπεζες καταθέσεις ύψους 8-9 δισ. ευρώ, οι οποίες βρήκαν ασφαλές καταφύγιο σε ξένα αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων. Τα κεφάλαια αυτά παραμένουν στα συγκεκριμένα αμοιβαία επειδή αν μετακινηθούν «χτυπούν» στο σύστημα της ΑΑΔΕ και οι κάτοχοί τους θα υποβληθούν σε φορολογικό έλεγχο. Αν και στη συντριπτική πλειονότητα πρόκειται για νόμιμα χρήματα που βγήκαν από το τραπεζικό σύστημα και οι κάτοχοί τους επέλεξαν τα εν λόγω Α/Κ για να προστατευτούν, δεν υπάρχει διάθεση να τα επιστρέψουν γιατί οι φορολογικοί έλεγχοι στην Ελλάδα είναι πάντα μια διαδικασία με απροσδιόριστη κατάληξη. Ούτως ή άλλως η αίσθηση ότι τα καταστήματα των τραπεζών λειτουργούν περίπου σαν ταμεία και υποκαταστήματα των ΔΟΥ δεν βοηθά την προσπάθεια επιστροφής των καταθέσεων.
■ Ποινικοποίηση της τραπεζικής δραστηριότητας. Η ανάληψη ρίσκου από τις τράπεζες ενοχοποιήθηκε και συνδέθηκε με διαπλοκή και πολιτικά συμφέροντα. Στη διεθνή πρακτική και αναλόγως των οικονομικών συνθηκών εφόσον δεν εκδηλώνονται ακραίες συνθήκες, οι τράπεζες χάνουν από 3% έως 7% των δανειακών τους χαρτοφυλακίων. Ενα στέλεχος χορηγήσεων στον εργασιακό του βίο θα υπογράψει εγκρίσεις για δάνεια δισεκατομμυρίων ευρώ. Σήμερα δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι τα ανώτερα στελέχη στα τμήματα των χορηγήσεων καλούνται προσωπικά να διαχειριστούν 2-3 περιπτώσεις προανακρίσεων για δάνεια που έδωσαν πριν από χρόνια, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις που καλούνται να διαχειριστούν 6-7 προανακρίσεις. Υπό τις συνθήκες αυτές είναι δικαιολογημένο τα στελέχη να επιλέγουν την παραμονή στην ασφαλή περιοχή της τυπολατρίας και της απόρριψης των αιτημάτων παρά να περνούν τον χρόνο τους σε δικαστικές αίθουσες και δικηγορικά γραφεία.
■ Δύο λόγοι προκάλεσαν σοβαρή αλλαγή της νοοτροπίας στις τράπεζες. Ο ένας είναι η σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων. Ελληνες επιχειρηματίες μεγάλου βεληνεκούς που μετείχαν στα Δ.Σ. και γνώριζαν σε βάθος την αγορά, την οικονομία και τις επιχειρηματικές ανάγκες έφυγαν από τα συμβούλια και αντικαταστάθηκαν από ξένα στελέχη τα οποία δεν έχουν γνώση της ελληνικής πραγματικότητας. Είναι αναπόφευκτο ότι μεταξύ των ξένων που μετέχουν στα Δ.Σ. υπάρχουν εξαιρετικές περιπτώσεις, αλλά και μετριότητες. Ο δεύτερος λόγος που άλλαξε τη νοοτροπία των τραπεζών είναι τα capital controls, που υποχρεώνουν τις τράπεζες, αλλά και ταυτόχρονα δίνουν την προοπτική ότι θα πορευτούν με τις υπάρχουσες καταθέσεις.
Ολα τα παραπάνω διαμορφώνουν ένα τραπεζικό τοπίο το οποίο δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει μια οικονομία που κινείται με ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μέχρι σήμερα η προσοχή εστιάζεται στην αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων. Παρά τις υψηλές απαιτήσεις που τέθηκαν, οι τράπεζες το 2017 έπιασαν τους δύσκολους στόχους. Ολα δείχνουν ότι θα επιτύχουν τους στόχους και φέτος κυρίως λόγω της ομαλοποίησης των πλειστηριασμών και της πώλησης πακέτων προβληματικών δανείων.
Η προσπάθεια θα συνεχιστεί και το 2019, αλλά το κέντρο της προσοχής και οι εποπτικές πιέσεις σταδιακά μετατοπίζονται προς τη βελτίωση της κερδοφορίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση ήδη δείχνει ο SSM και οι ισολογισμοί της φετινής χρήσης πρέπει να είναι κερδοφόροι. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες για να βελτιώσουν τα έσοδά τους πρέπει να προχωρήσουν σε νέες χορηγήσεις. Ωστόσο, η πιστωτική επέκταση παραμένει αρνητική και τα δάνεια δίνονται με το σταγονόμετρο. Τα επιχειρηματικά δάνεια κατευθύνονται κυρίως στις εταιρείες που επιβίωσαν από την κρίση και ενίσχυσαν τη θέση τους. Τα στεγαστικά δίνονται με πολλή προσοχή κυρίως όπου υπάρχουν σταθερά εισοδήματα, ενώ καταναλωτικά και κάρτες σχεδόν δεν υφίστανται πλέον.
Οι συνθήκες στο τραπεζικό σύστημα και οι αγκυλώσεις κάνουν πολλούς να αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες σε νέες μικρότερες τράπεζες επειδή θα διαθέτουν ευελιξία και ισολογισμούς χωρίς βάρη. Αν όμως δεν επανέλθει η ομαλότητα στο τραπεζικό σύστημα, ώστε να λειτουργήσουν οι συστημικές τράπεζες χωρίς στρεβλώσεις και υπερβολές δεν θα μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν την αγορά και να υποστηρίξουν την επιστροφή της οικονομίας στην ανάπτυξη.