Ο Μάρτιος αποδείχθηκε... βάλσαμο για τον καταταλαιπωρημένο τα τελευταία χρόνια. κλάδο του ξηρού φορτίου. Η άνοδος του δείκτη είχε ως αποτέλεσμα να φουντώσει το ενδιαφέρον των πλοιοκτητών που αναζητούσαν πλοία να αγοράσουν. Η ζήτηση ξεπέρασε την προσφορά και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν μέσα σε δύο μόλις εβδομάδες οι τιμές των φορτηγών κατά 30%.
«Ο Μάρτιος ήταν δίχως αμφιβολία ο μήνας των μεγάλων συμφωνιών και των έντονα ανοδικών τάσεων στις τιμές των μεταχειρισμένων πλοίων ξηρού φορτίου, αναφέρει το newmoney.
Ο γενικός δείκτης BDI έκλεισε στο τέλος του μήνα στις 1.297 μονάδες καταγράφοντας μια σημαντική αύξηση από το άνοιγμα του μήνα της τάξεως του 49%. Στην άνοδο αυτή πρωτεργάτες αποδείχτηκαν τα πλοία τύπου capesize και panamax με τους επιμέρους δείκτες τους να παρουσιάζουν αύξηση της τάξεως του 161% και 32% αντίστοιχα» επισημαίνει η Σοφία Κοκκίνη, Head of Research & Valuations, του ναυλομεσιτικού οίκου Golden Destiny:
«Ενδεικτικό των ανωτέρω είναι ότι στο ξεκίνημα του μήνα ένα πλοίο τύπου capesize είχε με βάση τις καθημερινές τιμές του Baltic Exchange μέσο ημερήσιο ναύλο 7.893 δολάρια , ενώ στο τέλος του μήνα το αντίστοιχο νούμερο ήταν στα 18.864 την ημέρα. Αντίστοιχα ένα πλοίο τύπου panamax είχε στο ξεκίνημα του μήνα μέσο ημερήσιο ναύλο 8.366 και στο τέλος του μήνα 11.025. Οι βασικοί παράγοντες που συνετέλεσαν στην αύξηση των ναύλων ήταν οι εξαγωγές σιδηρομεταλλεύματος προς την Κίνα, άνθρακα προς τις Ινδίες και την Κίνα και σιτηρών από την Ν. Αμερική».
Φυσικό επακόλουθο της ανόδου της ναυλαγοράς ήταν και η αύξηση στην ζήτηση μεταχειρισμένων πλοίων, με τους αγοραστές να είναι κατά την πλειοψηφία των περιπτώσεων περισσότεροι απ ότι τα προσφερόμενα πλοία.
«Το τελευταίο μοιραία δημιουργεί συνθήκες έντονου ανταγωνισμού μεταξύ των υποψήφιων αγοραστών και άρα η αύξηση στις τιμές ήταν κάτι αναμενόμενο, ωστόσο κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι πλοία του ίδιου τύπου και της ίδιας περίπου χρονολογίας θα βλέπανε τις τιμές τους να ανεβαίνουν κοντά 30% σε χρονικό διάστημα δύο εβδομάδων. Για παράδειγμα ένα πλοίο περίπου 75.000 dwt χτισμένο στην Ιαπωνία το 2007 αναφέρθηκε ότι πουλήθηκε προς τα μέσα του μήνα περίπου στα 10,8 εκατ. δολάρια και προς το τέλος του μήνα ένα παρόμοιο πλοίο ίδιας χρονολογίας και κατασκευής αναφέρθηκε ότι άλλαξε χέρια περίπου στα 13,8 εκατ», επισημαίνει η Σοφία Κοκκίνη ενώ στη συνέχεια κάνει ειδική αναφορά σε συμφωνίες για πώληση ολόκληρων στόλων από φορτηγά πλοία:
«Είναι πλέον φανερό ότι πολλοί παίκτες τις αγοράς αναγνωρίζουν στην τρέχουσα ανάκαμψη μακροχρόνιες προοπτικές και σπεύδουν να πάρουν θέση ώστε να μπορούν να καρπωθούν τις υπάρχουσες αλλά κυρίως μελλοντικές τιμές τόσο στα ναύλα όσο και στις τιμές μεταπώλησης των πλοίων τους. Ενδεικτικό της αναθάρρησης που δείχνουν κάποιοι πλοιοκτήτες είναι ότι μετά από καιρό βλέπουμε να συμφωνούνται αγοραπωλησίες ολόκληρων στόλων μεταξύ δύο εταιρειών, κάτι που φυσικά οφείλεται και στην επιστροφή μεγάλων επενδυτικών κεφαλαίων – ξένα προς την ναυτιλία – καθώς επίσης και την ολοκλήρωση κάποιων προγραμμάτων αναδιάρθρωσης παλαιών δανείων, με αποτέλεσμα την εξασφάλιση ρευστότητας προς άμεση αγορά πλοίων. Τα δύο πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αγοραπωλησιών στόλων που αναφέρθηκαν τον Μάρτιο είναι η αγορά 9 πλοίων τύπου Ultramax από την εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης Eagle Bulk καθώς και η πλήρης εξαγορά της Quintana Shipping που διαχειριζόταν ένα στόλο 14 πλοίων από τον όμιλο του Νορβηγού πλοιοκτήτη John Fredriksen έναντι συνολικού τιμήματος 364 εκατ.».