Εμβάθυνση σημαίνει και ολοκλήρωση με πλήρη αλληλεγγύη
Επί τέλους μία ευχάριστη έκπληξη μας ήρθε από την Ευρώπη με ένα ελπιδοφόρο μήνυμα, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πριν την διεύρυνση προέχει η εμβάθυνση.
Του Νίκου Αναγνωστάτου
Τούτο εκφράστηκε ρητά και τολμηρά από τον Πρόεδρο της Γαλλίας κ.Εμμανουήλ Μακρόν, με άρνησή του να αρχίσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Αλβανίας και Σκοπίων.
Συγγνώμη αλλά δεν μου βγαίνει από το στόμα το νέο τους όνομα. Ευχής έργο είναι να αντιληφθούν όλα τα κράτη μέλη ότι η ολοκλήρωση της Ένωσης έχει ήδη καθυστερήσει πολύ, με κίνδυνο η Ε.Ε. να καταλήξει σε μια ψευδεπίγραφη ονομασία, χωρίς ουσιαστικό ρόλο και περιεχόμενο για τα κράτη μέλη της.
Η Γερμανία κυρίως είναι αυτή που αντιδρά διότι προφανώς δεν θέλει να απεμπολήσει τα δικαιώματα που έχει τώρα και φοβάται μήπως χάσει την πρωτοκαθεδρία που απολαμβάνει.
Ο Πρόεδρος Μακρόν, με την πρωτοβουλία του αυτή, ανέβηκε πολύ το πολιτικό ειδικό του βάρος και προβάλλεται πλέον ως ο νέος ηγέτης της Ευρώπης και όλοι ευχόμαστε να επιμείνει σε αυτή την γραμμή και να ανακοινώσει γρήγορα τις επόμενες κινήσεις και αποφάσεις που θα ληφθούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Η Ελληνική Κυβέρνηση, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, οφείλει να αδράξει την ευκαιρία αυτή και να μελετήσει τις δικές μας προτάσεις για μια ουσιαστική εμβάθυνση, τις οποίες σιγά σιγά να τις μεταφέρει στη Commission για μελέτη και εφαρμογή.
Ο γράφων το σημείωμα τούτο, έχει ασχοληθεί πολύ με την ολοκλήρωση της Ε.Ε. με σημαντικές προτάσεις, και δοθείσης της ευκαιρίας, μας δίνεται το δικαίωμα από το βήμα τούτο, να επανέλθω στις σκέψεις αυτές για δημόσια κριτική, αν χρειαστεί.
Ένα πρώτο σημείο που οφείλουμε να επισημάνουμε το γεγονός ότι κάποια στιγμή η Ε.Ε. πρέπει να αποδείξει ότι υπάρχει ένα ενιαίο πνεύμα αλληλοσεβασμού και αλληλεγγύης, κάτι το οποίο θεωρείται αυτονόητο και υφίσταται ή πρέπει να υφίσταται από τη σύσταση της Ε.Ε., χωρίς ιδιαίτερες αποφάσεις ή οδηγίες και προπάντων τελείως ανέξοδα.
Μερικά αυτονόητα σημεία, όπως το πιο πάνω, είναι επίσης αυτονόητο ότι το κάθε κράτος μέλος, πρέπει να το απαιτεί συνεχώς την ισοτιμία σε όλα και σε κάθε εμφανιζόμενη ευκαιρία. Από την πλευρά μας, γίνεται ή ως μικρή και αδύναμη χώρα, εμφανιζόμαστε συνεχώς με σκυμμένο κεφάλι, όταν δεν είμαστε με το χέρι απλωμένο;
Η Ελλάδα, η πατρίδα μας, η οποία είναι ένα από τα πρώτα ιδρυτικά μέλη, ακόμη και από τη συνθήκη της Ρώμης των (6) το 1960 και στη συνέχεια της Ε.Ο.Κ. των (10), είμαστε ένα από τα πλέον παραμελημένα κράτη της Ε.Ε., διότι μέχρι σήμερα δεν τύχαμε καμιάς συμπαράστασης και υποστήριξης στα εθνικά μας θέματα.
Με την Τουρκία π.χ., τα Σκόπια και τελευταία με την Αλβανία. Πόσο μάλλον που σε όλες τις περιπτώσεις είχαμε απόλυτα δίκιο. Δυστυχώς επικράτησαν επί μέρους στενά συμφέροντα αρκετών κρατών-μελών της Ε.Ε. κα μας άφησαν εκτεθειμένους σε ανιστόρητους και λανθασμένους ισχυρισμούς των προαναφερθέντων κρατών.
Συν Αθηνά και χείρα κίνει, όμως έλεγαν σοφά οι αρχαίοι μας πρόγονοι και τούτο πρέπει να το ασκούμε στην καθημερινή μας ζωή, πριν παραπονεθούμε για παραλήψεις και παραμερισμό μας στην Ευρώπη. Το πρώτο θέμα που οφείλουμε να θέσουμε είναι τα σύνορά μας, τα οποία αποτελούν σύνορα της Ε.Ε. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας, πολύ εύστοχα και αιτιολογημένα, το έχει διακηρύξει σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται. Άρα πρέπει να απαιτήσουμε κοινή αμυντική πολιτική, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο Πρωθυπουργός, με δυναμισμό και αυτοπεποίθηση, να θέσει επί τάπητος το θέμα με αποφασιστικότητα και πλήρη θεμελίωση.
Το άρθρο 42 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ξεκάθαρο, παρόλες τις έντεχνες δολιχοδρομίες διατύπωσης, στην παράγραφο (1) αναφέρει: «Η κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας, αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτική ασφάλειας. Εξασφαλίζει στην Ένωση επιχειρησιακή ικανότητα βασισμένη σε μη στρατιωτικά και στρατιωτικά μέσα». Ο Πρόεδρος Μακρόν, όχι μόνο τώρα, όπως πιο πάνω αναφέρουμε, ακόμη και παλαιότερα διακήρυξε προτάσεις προόδου προς την ολοκλήρωση της Ένωσης, μεταξύ των οποίων και στο θέμα «ασφάλειας και άμυνας». Είναι επομένως ώριμο το θέμα να ζητήσουμε την εφαρμογή του. Ας διατυπώσουμε την παρούσα κατάσταση και να θεμελιώσουμε το δέον γενέσθαι από πλευράς Ε.Ε.
Η Ελλάδα, η χώρα μας, είναι το μόνο κράτος μέλος της Ε.Ε. το οποίο περιβάλλεται από οιονεί εχθρούς, με κυριότερο την Τουρκία, η οποία καθημερινά δημιουργεί προβλήματα στο Αιγαίο, με κίνδυνο να εμπλακούμε σε θερμό επεισόδιο, με απρόβλεπτες συνέπειες. Χωρίς αμφιβολία θα υποστηρίξουμε την ακεραιότητα της χώρας μας, όταν και .όπως χρειαστεί, κάτι που έχουμε αποδείξει ιστορικά με θριαμβικά αποτελέσματα. Τα σύνορά μας λοιπόν αυτά, συμβαίνει να είναι και σύνορα της Ε.Ε., τα οποία εμείς, οι Έλληνες μας έταξε η συγκυρία, αν όχι η μοίρα μας, να προστατεύσουμε και για λογαριασμό της Ε.Ε.
Η Ε.Ε. λοιπόν, οφείλει να μας εφοδιάσει με τον αναγκαίο και απαιτούμενο οπλισμό και εμείς να τον χρησιμοποιήσουμε στην πρώτη γραμμή του πυρός, ια την προστασία των συνόρων της Ε.Ε. Με πιο ξεκάθαρα λόγια, οι Έλληνες σε πρώτο στάδιο, θα βάλουμε τα στήθη μας και η Ε.Ε. θα βάλει τον οπλισμό. Εμείς οι Έλληνες θα διακινδυνεύσουμε τη ζωή μας και οι Ευρωπαίοι θα επιβαρυνθούν μόνο με έξοδα. Εναλλακτικά να συμμετέχουμε όλοι στις δαπάνες εξοπλισμού και να δημιουργηθεί μια ευρωπαϊκή στρατιωτική δύναμη, που θα αναλάβει την προστασία των συνόρων τα Ε.Ε. όπου και όταν χρειαστεί. Αν ερωτηθούμε, προτιμούμε το δεύτερο, αλλά συμφωνούμε και με το πρώτο. Ας προταθεί αρμοδίως!!!
Αναμφιβόλως το πιο πάνω επιχείρημα, είναι ακλόνητο και δεν καταρρίπτεται και είναι αυτό που θα πρέπει να θέσουμε ενώπιον summit, της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε., συμπληρώνοντας το αίτημά μας, με την σύσταση μια επιτροπής εμπειρογνωμόνων η οποία θα αποφασίσει το είδος και την ποσότητα και την πηγή του εξοπλισμού, και η Ε.Ε. θα τον χρηματοδοτήσει για χάρη της κοινής άμυνας και προστασίας των κοινών συνόρων.
Στο σημερινό μας σημείωμα, θα αρκεστούμε στο λογικό, δίκαιο και επιβεβλημένο ζήτημα της κοινής αμυντικής πολιτικής, με αίτημα ενεργοποίησης του άρθρου 42 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ως το πλέον επείγον και αναγκαίο, το οποίο με μια σωστή προετοιμασία και επιχειρηματολογία, μπορούμε να το πετύχουμε. Σε ένα άλλο σημείωμα, θα θέσουμε το θέμα της οικονομίας, ως το δεύτερο σημαντικό θέμα και βλέπουμε.