Οι αδυναμίες της Ευρώπης επιτρέπουν στον τουρκικό παράγοντα να αναδεικνύει την θρησκεία του σε εθνική ταυτότητα συγκεκριμένων πληθυσμών.
Τα Βαλκάνια είναι μία από τις πλέον πολύπαθες γειτονιές της Ευρώπης. Οι συγκρούσεις της δεκαετίας τού 1990 έληξαν με μία σειρά «ενδιάμεσων» συμφωνιών: Dayton, Αχρίδα, 1244, Ενδιάμεση Ελλάδας-Σκοπίων. Πέρασαν 20 χρόνια και ακόμα δεν βρέθηκαν οριστικές λύσεις.
Της Ντόρας Μπακογιάννη*
Στο μεταξύ, από την δεκαετία τού ’90 έχουν επέλθει μεγάλες αλλαγές στην περιοχή. Οι προσδοκίες των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων αντικαταστάθηκαν από τον κυνισμό μιας νέας γενιάς που μεγάλωσε με ανεπαρκείς και διεφθαρμένες ηγεσίες, σε δημοκρατίες αμφίβολης ποιότητας.
Η αδιαφορία Ευρώπης και Αμερικής για την τύχη των Βαλκανίων τα τελευταία χρόνια δημιούργησε κενό ισχύος. Αυτό το κενό επιχείρησαν να καλύψουν αναθεωρητικές δυνάμεις: η Ρωσία προσπαθώντας να συντηρήσει τις βαλκανικές διενέξεις, η Κίνα υποκαθιστώντας την απουσία δυτικών επενδύσεων σε υποδομές και δημόσια έργα, και η Τουρκία που κινήθηκε πιο επιθετικά με αιχμή του δόρατος το κοινωνικό Ισλάμ.
Η Άγκυρα εφάρμοσε πολιτικές των Αδελφών Μουσουλμάνων και ίδρυσε τζαμιά, κοινωνικές δομές, σχολεία και νοσοκομεία, με στόχο την διείσδυση στις τοπικές κοινωνίες. Παράλληλα, καλλιέργησε το έδαφος για την ανάδειξη της θρησκείας σε παράγοντα διαμόρφωσης εξελίξεων και την κατέστησε βασικό συστατικό συγκεκριμένων εθνικών ταυτοτήτων. Αυτό, φυσικά, αποτελεί πρωτόγνωρο φαινόμενο σε μία περιοχή όπου, μέχρι τώρα, κυριαρχούσε μόνον ο εθνικισμός. Ειδικότερα στον αλβανικό χώρο, η εργαλειοποίηση της θρησκείας υποσκάπτει τα θεμέλια του αλβανικού εθνικισμού και της ανεξίθρησκης αλβανικής ταυτότητας.
Επιπλέον, ο Ταγίπ Ερντογάν, εκτός του εναγκαλισμού του με τα Τίρανα, έχει αναπτύξει καλή σχέση με το «αδελφό έθνος» των Σκοπίων, το μουσουλμανικό Κόσοβο, την Βοσνία και Ερζεγοβίνη και προσφάτως με την Σερβία, καθώς υποσχέθηκε να χρηματοδοτήσει την κατασκευή του αυτοκινητοδρόμου Βελιγραδίου-Σαράγεβο. Άλλωστε, ο Τούρκος πρόεδρος, σε κάθε επίσκεψή του στην περιοχή, τονώνει το εθνικό αίσθημα των λαών και φροντίζει να χαρακτηρίζει τις μουσουλμανικές μειονότητες ως τουρκικές.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση πληρώνει το τίμημα της πολιτικής που ακολούθησε τα τελευταία 20 χρόνια στα Βαλκάνια, δηλαδή σταθερότητα εις βάρος της δημοκρατίας. Ενώ η μεταπολεμική σκηνή σταθεροποιούνταν και οι προσδοκίες του πληθυσμού μετατοπίζονταν από την επιδίωξη ειρήνης προς την επιδίωξη κράτους δικαίου και οικονομικής προόδου, η Ευρώπη δεν μετέβαλε την πολιτική της.
Έδειξε ανοχή στις βαλκανικές ηγεσίες που επί χρόνια παραβίαζαν κάθε έννοια δημοκρατίας. Έτσι, οι αντιευρωπαϊκές φωνές κέρδισαν έδαφος σε μία περιοχή παραδοσιακά ευρωπαϊκή. Αυτό εκμεταλλεύθηκε και η Τουρκία, σπεύδοντας να ρίξει γέφυρες με τις βαλκανικές πρωτεύουσες.
Η προσωπική εμπλοκή του προέδρου της Κομισιόν στις εξελίξεις των Δυτικών Βαλκανίων και η απόφαση για Σύνοδο Κορυφής για τα θέματα της περιοχής, τον Μάϊο, αποτελούν θετικά σημάδια για την επιστροφή της Ευρώπης στην «μαύρη τρύπα» των Βαλκανίων. Είναι προς το συμφέρον όλων μας τα γειτονικά κράτη να γίνουν βιώσιμα και λειτουργικά. Γι’ αυτό πρέπει να περάσουμε από τα λόγια στις πράξεις.
Οφείλουμε να παρουσιάσουμε ένα ολοκληρωμένο ευρωπαϊκό σχέδιο για τα δομικά προβλήματα της περιοχής, την διαφθορά, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το οργανωμένο έγκλημα που ταλαιπωρεί τις βαλκανικές κοινωνίες.Διαφορετικά, ευκαιριακοί παίκτες, όπως η Τουρκία, θα επενδύουν στον θρησκευτικό φανατισμό των Βαλκανίων, καταδικάζοντας μία μεγάλη περιφέρεια της Ευρώπης σε στασιμότητα.
Αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά, η επίσκεψη Ερντογάν –που μόνον πετυχημένη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί– και η πρόσφατη μεγάλη ένταση στο Αιγαίο και την κυπριακή ΑΟΖ, οφείλουν να οδηγήσουν την Ελλάδα σε επαναχάραξη της πολιτικής έναντι των Βαλκανίων και της Τουρκίας. Η σημερινή κατάσταση εύκολα μπορεί να μεταβληθεί από επεισόδιο-ατύχημα σε πραγματική κρίση.
Η χώρα χρειάζεται σήμερα ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο στην εξωτερική της πολιτική, με την στήριξη του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων. Χρειάζεται να υπερασπιστούμε αποτελεσματικά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, με βάση τις Συνθήκες και το διεθνές δίκαιο. Χρειάζεται ρεαλιστικά να ιεραρχήσουμε τις συμμαχίες μας και να προασπιστούμε τα συμφέροντά μας στην περιοχή.
Πάνω απ’ όλα, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι το εθνικό συμφέρον πρέπει να ενώνει και όχι να διχάζει. Η κυβέρνηση καλείται να αντιληφθεί ότι οι ευθύνες της για τον διχασμό που υπάρχει αυτή την δύσκολη ώρα είναι μεγάλες. Ο Ελληνισμός δεν θα συγχωρέσει τυχόν αποτυχία σε εθνικά θέματα.
*Πρώην ΥΠΕΞ, βουλευτής Α’ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας