Η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη την Παρασκευή 13 Σεπτέμβρη στο ΤΑΙΠΕΔ και η συνάντηση που είχε με τη διοίκησή του ήταν από τις χειρονομίες όπου ο ίδιος ο συμβολισμός σημαίνει και ουσία.
Ο λόγος είναι προφανής: η κυβέρνηση πέραν όλων των άλλων θέλει να συνεχίσει και με ένα ευρύ φάσμα ιδιωτικοποιήσεων.
Άλλωστε, η ΝΔ, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ (που προώθησε τελικά ουκ ολίγες αποκρατικοποιήσεις), δεν έχει ιδεολογικό πρόβλημα με τις ιδιωτικοποιήσεις και δεν τις αντιμετωπίζει απλώς ως συμμόρφωση με τις μνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας, όπως λίγο πολύ έκανε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Άλλωστε, στην οπτική της ΝΔ και του ίδιου του πρωθυπουργού οι ιδιωτικοποιήσεις δεν είναι απλώς ένα ταμειακό μέτρο ή ένας τρόπος επίλυσης του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας και αντιμετώπισης του ζητήματος του χρέους.
Αντίθετα, τις εντάσσουν σε μια εκπεφρασμένη ιδεολογική οπτική που βλέπει τις αποκρατικοποιήσεις ως αναπτυξιακό μοχλό.
Με αυτό δεν εννοούν μόνο το γεγονός ότι οι αποκρατικοποιήσεις και η αγορά περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου από ξένους επενδυτές κατατάσσονται στις ξένες επενδύσεις.
Κυρίως υπογραμμίζουν την πεποίθηση ότι εάν έρθουν ιδιώτες και αγοράσουν δημόσιες επιχειρήσεις, ταυτόχρονα θα τις εκσυγχρονίσουν, θα τις αναβαθμίσουν και θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.
Εάν κανείς προσέξει τη ρητορική των κυβερνητικών στελεχών για τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια που διαχειρίζεται αυτή τη στιγμή η Fraport, είναι πολύ χαρακτηριστικό το πώς αναφέρονται διαρκώς στην βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Ωστόσο, ανάμεσα στη βούληση και την πράξη υπάρχει πάντα μια απόσταση και με αυτή την έννοια αυτή τη στιγμή οι ιδιωτικοποιήσεις είναι περισσότερο ανοιχτό μέτωπο, παρά δρομολογημένη πορεία.
Μετά το ξεπάγωµα εµβληµατικών επενδύσεων, όπως το Ελληνικό, και άλλων που «σκόνταψαν» την προηγούµενη χρονική περίοδο είτε στην ιδεοληψία είτε στην ανικανότητα της προηγούµενης κυβέρνησης, όπως οι Σκουριές στη Χαλκιδική και η Αφάντου στη Ρόδο, ο πρωθυπουργός θέλει να στείλει το t στην ολοκλήρωση της 4ης µεταµνηµονιακής αξιολόγησης.
Πέραν του... διεθνούς σκέλους των οικονοµικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης, ύψιστη προτεραιότητα παραµένει η εµπέδωση του συνθήµατος της ΔΕΘ «ανάπτυξη για όλους» στα πλατιά κοινωνικά στρώµατα.
Την Τετάρτη κατατίθεται, σύµφωνα µε πληροφορίες, το διυπουργικό αναπτυξιακό νοµοσχέδιο, το οποίο κατ’ ουσίαν αποτελεί τον πυρήνα του προεκλογικού προγράµµατος της Νέας ∆ηµοκρατίας, όχι µόνο αναφορικά µε την επιπλέον κινητροδοσία για την προσέλκυση επενδύσεων, αλλά και σε ό,τι αφορά την προστασία της πλήρους απασχόλησης και της συµµετοχής του κόσµου της εργασίας στη δροµολογούµενη επιτυχία της χώρας, όπως λέγεται στο Μέγαρο Μαξίµου.
«Η χώρα χρειάζεται µια σύγχρονη, ασφαλή και ευέλικτη αγορά εργασίας. Με κανόνες για τους εργοδότες. Με αυστηρά πρόστιµα, τα οποία δεν πρόκειται να µειωθούν για όσους παραβιάζουν την εργατική νοµοθεσία, αλλά και µε συνθήκες που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων» επέµεινε ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, υπογραµµίζοντας το στίγµα της κυβέρνησής του στις εργασιακές σχέσεις.
Η αρχή έγινε την προηγούµενη εβδοµάδα, όπου µετά τη συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συµβουλίου Οικονοµικής Πολιτικής ανακοινώθηκε η άµεση πώληση του 30% του Διεθνούς Αεροδροµίου «Ελευθέριος Βενιζέλος».
Κατά τη συνάντησή του µε τη διοίκηση του ΤΑΙΠΕ∆, ο κ. Μητσοτάκης επέµεινε για την ανάγκη επιτάχυνσης των διαδικασιών στον τοµέα των ιδιωτικοποιήσεων. Οι πληροφορίες αναφέρουν πως δεν αποκλείεται να υπάρξουν σχετικές ανακοινώσεις ακόµη και στα τέλη Σεπτεµβρίου για projects όπως η ∆ΕΠΑ, τα ΕΛΠΕ και η Εγνατία.
Αρµόδιες κυβερνητικές πηγές αναφέρουν, εξάλλου, πως το «σαφάρι» για επενδύσεις είναι διαρκές.
Ως εκ τούτου, στο περιθώριο της µετάβασής του στη Νέα Υόρκη, στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωµένων Εθνών, ο κ. Μητσοτάκης θα έχει την ευκαιρία να συναντηθεί µε εκπροσώπους σηµαντικών funds αλλά και θεσµικούς επενδυτές, µε στόχο την τοποθέτηση των κεφαλαίων τους στη χώρα µας.