Εύλογα ερωτήματα προκαλεί η διακοπή χορήγησης αδειών λειτουργίας σε Μονάδες Ημερήσιας Νοσηλείας (ΜΗΝ) μόνο στην Αττική.
Οι συγκεκριμένες μονάδες, που λειτουργούν εδώ και δεκαετίες σε όλες τις προηγμένες χώρες, συμβάλλουν καθοριστικά στη γρήγορη και ποιοτική εξυπηρέτηση των ασθενών, με σημαντικά χαμηλότερο κόστος από εκείνο των νοσοκομείων και των ιδιωτικών κλινικών.
Παρά την αναμφίβολη προσφορά τους, επί 15 μήνες, η Περιφέρεια Αττικής δεν εκδίδει νέες άδειες λειτουργίας. Η εμπλοκή παρατηρείται εξαιτίας κενών στη νομοθεσία, τα οποία αφήνουν την αδειοδότηση νέων μονάδων στη διακριτική ευχέρεια στελεχών της δημόσιας διοίκησης.
Οι μονάδες ημερήσιας νοσηλείας πληρούν όλες τις προδιαγραφές ασφάλειας και δεν είναι τυχαίο το ότι δικαιώθηκαν πρόσφατα από το Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου είχαν προσφύγει εναντίον τους οι ιδιοκτήτες ιδιωτικών κλινικών.
Τα παραπάνω ανέφεραν ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Μονάδων Ημερήσιας Νοσηλείας (ΠΕΜΗΝ) Γιώργος Χρονόπουλος, ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Απόστολος Μανδρέκας και ο αντιπρόεδρος Γιάννης Δατσέρης.
Το προεδρείο της ΠΕΜΗΝ άφησε αιχμές κατά μεγάλων συμφερόντων τα οποία – όπως είπε – δεν ωφελούνται από τη λειτουργία των ΜΗΝ. Επεσήμανε πως η λειτουργία των μονάδων αναβαθμίζει τις υπηρεσίες προς τους ασθενείς, οι οποίοι καλύπτονται για μία σειρά από προβλήματα υγείας.
Ο κ. Χρονόπουλος αναρωτήθηκε για ποιόν λόγο δεν παρέχονται νέες άδειες, δεδομένου ότι η λειτουργία των ΜΗΝ δεν έχει καμία επίπτωση στα δημόσια οικονομικά και πως οι μονάδες δεν έχουν καν σύμβαση με τον ΕΟΠΥΥ.
Έκανε λόγο για “περίεργη” στάση και από το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕΣΥ), το οποίο εκτιμά πως άδειες πρέπει να δίδονται μόνον σε οφθαλμολογικές μονάδες. Εντελώς διαφορετική είναι η στάση άλλων χωρών, καθώς και των λοιπών Περιφερειών της χώρας, όπου χορηγούνται άδειες για χειρουργικά και λοιπά περιστατικά.
Το ποσοστό των επεμβάσεων που διαχειρίζονται οι κλινικές ημέρας προς το σύνολο των επεμβάσεων ξεπερνά το 40% σε χώρες όπως η Αυστραλία, η Δανία, η Ολλανδία, η Νορβηγία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο και αγγίζει το 88% στον Καναδά.
Σύμφωνα με τον κ. Μανδρέκα, η διεθνής εμπειρία δείχνει πως υπάρχει μεταφορά μεγάλου ποσοστού διαγνωστικών και παρεμβατικών ιατρικών πράξεων από το ενδοσοκομειακό επίπεδο σε αυτόνομες δημόσιες ή ιδιωτικές δομές ημερήσιας νοσηλείας. Οι μονάδες αυτές, μειώνουν το κόστος και τον χρόνο διαχείρισης των περιστατικών, τη μέση διάρκεια διεξαγωγής της επέμβασης, το ποσοστό εισαγωγής σε νοσοκομείο κατά το μετεγχειρητικό στάδιο και τους δείκτες θνησιμότητας.
Δεδομένου ότι οι δομές αυτές εξειδικεύονται σε συγκεκριμένες επεμβάσεις, παρουσιάζουν σαφή πλεονεκτήματα ως προς την εμπειρία και κατάρτιση του προσωπικού και την καινοτομία ως προς τα ιατροτεχνολογικά μέσα. Το κόστος διενέργειας των συγκεκριμένων επεμβάσεων αυξάνεται κατά 43% σε χειρουργικές και κατά 64% σε ορθοπεδικές κλινικές δημόσιων νοσοκομείων.
Ο κ. Δατσέρης υπογράμμισε πως η μεγαλύτερη πηγή εξοικονόμησης παρατηρείται στις οφθαλμολογικές επεμβάσεις, η οποία έχει υπολογιστεί στο 21,2% της συνολικής εξοικονόμησης. Ακολουθούν οι επεμβάσεις του πεπτικού συστήματος (11,8%), των νεοπλασμάτων (9,8%), του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος (9,6%), η διαχείριση περιστατικών εγκυμοσύνης και λοχείας (9,3%), οι επεμβάσεις του ηπατοχολικού και του παγκρέατος (8,2%) και του ΩΡΛ συστήματος (6,7%).
Μελέτη
Πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα, έδειξε ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν σημαντικά οφέλη στον κρατικό προϋπολογισμό, στα Ταμεία, αλλά και στους ίδιους τους ασθενείς από τον θεσμό του “χειρουργείου ημέρας”.
Η μελέτη που διεξήχθη από ομάδα ερευνητών του Τομέα Οικονομικών της Υγείας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), έδειξε πως η ετήσια εξοικονόμηση δαπανών μπορεί να φθάσει έως και τα 225 εκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με στοιχεία από τις ΗΠΑ, ο όγκος των επεμβάσεων καταρράκτη που πραγματοποιούνται σε αυτόνομες δομές ημερήσιας νοσηλείας έναντι των εντασσόμενων σε νοσοκομεία δομών ημερήσιας νοσηλείας, αγγίζει σε ποσοστό το 70% του συνόλου των επεμβάσεων καταρράκτη. Σε κάθε επέμβαση αυτού του είδους υπάρχει εξοικονόμηση 633 ευρώ.
Ο κ. Χρονόπουλος αναρωτήθηκε πως είναι δυνατό η Πολιτεία να θέτει εμπόδια στη λειτουργία ενός τόσο σημαντικού θεσμού, όταν τα στοιχεία δείχνουν πως μπορεί να επιτευχθεί αναμφισβήτητα εξοικονόμησης πόρων με παράλληλη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.
Ενδεικτικά ανέφερε πως το νοσοκομειακό κόστος είναι από 17%% έως 70% μικρότερο για τα χειρουργεία ημέρας συγκριτικά με τις αντίστοιχες επεμβάσεις που διεξάγονται με νοσηλεία.
Μειώνεται, επίσης, στο ελάχιστο η εμφάνιση ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων λόγω της μη παραμονής των ασθενών στο χώρο του νοσοκομείου για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι ΜΗΝ συμβάλλουν στην αποσυμφόρηση των νοσοκομείων, ενώ οι ασθενείς επιστρέφουν άμεσα στο σπίτι και στις καθημερινές τους δραστηριότητες.
Ευρωπαϊκές μελέτες δείχνουν ποσοστά ικανοποίησης των ασθενών από επέμβαση σε ΜΗΝ τα οποία ξεπερνούν το 90%. Οι συντάκτες των μελετών σημειώνουν πως η μετατόπιση ασθενών υψηλότερου κινδύνου σε αυτόνομες δομές ημερήσιας νοσηλείας δεν συνεπάγεται αύξηση των δυσμενών συνεπειών για την υγεία τους, ούτε αυξάνει την πιθανότητα εισαγωγής τους για νοσηλεία.