Το ενιαίο νόμισμα γιορτάζει την επέτειό του χωρίς πανηγυρισμούς, καθώς, όπως πολλοί τονίζουν, η μεγαλύτερη επιτυχία του είναι ότι άντεξε και δεν κατέρρευσε στην κρίση.
Την Πρωτοχρονιά το ευρώ έκλεισε 20 χρόνια ύπαρξης, καθώς δημιουργήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1999, έστω και αν τα χαρτονομίσματα και τα κέρματα κυκλοφόρησαν τρία χρόνια αργότερα.
Ωστόσο, πέρα από κάποια πολύ συγκρατημένα αφιερώματα στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, δεν είδαμε ούτε πανηγυρισμούς ούτε διθυράμβους.
Δεν θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά, αφού η Ευρωζώνη δεν έχει βγει καλά-καλά από την κρίση στη διάρκεια της οποίας το κοινό νόμισμα λίγο έλειψε να διαλυθεί. Και η κρίση έφερε στην επιφάνεια τις ελλείψεις και τα προβλήματα αρχιτεκτονικής, στα οποία οφείλονταν τα ταρακουνήματα, τα οποία όλοι ομολογούν αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει η πολιτική βούληση για να διορθωθούν.
Ετσι, οι περισσότεροι απολογισμοί εστιάζουν στη μεγάλη επιτυχία του ευρώ, η οποία είναι ότι δεν κατέρρευσε κατά τη διάρκεια της κρίσης, αλλά άντεξε και συνεχίζει. Από την άλλη πλευρά, όμως, η σύντομη ιστορία του ευρώ δεν περιλαμβάνει πολλές επιτυχίες.
Χαρακτηριστικό είναι ότι πολλά μέλη της Ε.Ε. που δεν είναι ταυτόχρονα και μέλη της Ευρωζώνης, όπως κυρίως χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ (Βουλγαρία, Τσεχία, Κροατία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία), δεν βιάζονται καθόλου να ενταχθούν όπως αναφέρει σε σχετικό αφιέρωμα το πρακτορείο Bloomberg. Περαιτέρω, το ποσοστό χρήσης του ευρώ ως διεθνούς αποθεματικού νομίσματος υποχώρησε στο 20%, από 28% που ήταν το 2009, ποσοστό που είναι πάντως ψηλότερο από το 17% του 2000.
Το ποσοστό αποδοχής του ευρώ στην κοινή γνώμη αυξάνεται συνολικά κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη, από το 2013 που είχε φτάσει στο ναδίρ, αλλά το γεγονός αυτό κρύβει πολλές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στις χώρες, με κυριότερη τη χαμηλότερη αποδοχή σε ορισμένες χώρες, όπως η Ιταλία, αλλά και τις επιφυλάξεις που εκδηλώνονται ακόμα και στη Γαλλία, με κατακλείδα την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού που εκδηλώθηκε μετά την οικονομική κρίση και επιδεινώθηκε με την εμφάνιση της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης.
Η αλήθεια είναι ότι το σχέδιο του κοινού νομίσματος είχε διπλό στόχο. Πρώτο και κυριότερο, να οδηγήσει τις χώρες της Ε.Ε. σε στενότερη συνεργασία και αλληλεξάρτηση έτσι ώστε να εξαναγκαστούν σε οικονομική και πολιτική ενοποίηση, προκειμένου να ολοκληρωθεί το σχέδιο της Ενωμένης Ευρώπης που ήταν η απάντηση στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο για τη διατήρηση της ειρήνης.
Κατά δεύτερον, το ευρώ ήταν το εργαλείο που θα επέτρεπε στην Ευρώπη να αποκτήσει διεθνώς τον ρόλο που της ταιριάζει λόγω μεγέθους, αποκτώντας ένα νόμισμα παγκόσμιας εμβέλειας το οποίο θα μπορούσε να εξισορροπήσει τη μονοκρατορία του δολαρίου. Στόχος, να αναδειχθεί η Ευρώπη σε πρωταγωνιστή της παγκόσμιας οικονομίας και να δημιουργήσει ευρωπαϊκές πολυεθνικές οι οποίες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από μια ομοιογενή ενιαία αγορά και ένα ισχυρό διεθνές νόμισμα, όπως οι αμερικανικές.
Είκοσι χρόνια μετά, τα αποτελέσματα στους δύο αυτούς στρατηγικούς στόχους είναι πενιχρά, αλλά όχι ανύπαρκτα, κυρίως λόγω της κρίσης που ανέδειξε τις αδυναμίες του ευρώ και παρ’ ολίγον να το διαλύσει και όχι μόνο αυτό, αλλά πολλές φορές φάνηκε ότι το ευρώ, αντί για μέσο περαιτέρω ενοποίησης της Ευρώπης, μπορεί να εξελιχθεί σε αιτία διάλυσής της, καθώς χρησιμοποιήθηκε ως μέσο επιβολής και εξαναγκασμού κάποιων χωρών σε βάρος κάποιων άλλων.
Στην πραγματικότητα, η διάσωση του ευρώ οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος -ίσως και αποκλειστικά- στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ιδιαίτερα στον πρόεδρό της Μάριο Ντράγκι, ο οποίος το 2012 είχε τη διορατικότητα αλλά και το θάρρος να πάρει την πρωτοβουλία και να δηλώσει ότι η ΕΚΤ θα έκανε «οτιδήποτε χρειαστεί» για να στηρίξει το κοινό νόμισμα. Αυτό ήταν αρκετό για να ισορροπήσει σταδιακά το ευρώ, χωρίς μάλιστα η ΕΚΤ να χρειαστεί να χρησιμοποιήσει τα «πυρηνικά» νομισματικά όπλα που ο κ. Ντράγκι είχε υπονοήσει.
Η εξέλιξη αυτή έδειξε το τεράστιο βάρος που έχει η ΕΚΤ στην Ευρωζώνη, αλλά και το ειδικό που έχει το πρόσωπο που βρίσκεται στην κορυφή της, αφού η αντιδιαστολή του κ. Ντράγκι με τον προκάτοχό του Ζαν-Κλοντ Τρισέ είναι καταλυτική.
Ενώ ο Ντράγκι θα περάσει στην Ιστορία ως ο άνθρωπος που διέσωσε το ευρώ, ο Τρισέ ήδη έχει καταχωρηθεί ως τουλάχιστον ανεπαρκής. Ηταν ο άνθρωπος που λίγο έλειψε να επιταχύνει τη διάλυση του κοινού νομίσματος με διάφορες αστοχίες, από τις οποίες η πιο χαρακτηριστική είναι ότι όχι μόνο καθυστέρησε να αντιληφθεί το μέγεθος της κρίσης το 2008 και να δράσει, αλλά εν μέσω της καταιγίδας, το 2011, ανέβασε τα επιτόκια της ΕΚΤ, εκτιμώντας προφανώς ότι η κρίση είχε τελειώσει με αποτέλεσμα να ξαναβυθίσει την Ευρωζώνη σε δεύτερο κύκλο κρίσης.
Το πρόβλημα είναι ο πρόεδρος της ΕΚΤ δεν είναι πολιτικό πρόσωπο αλλά ένας τεχνοκράτης, και ο Ντράγκι αναγκάστηκε να κάνει τη δουλειά που θα έπρεπε να έχουν κάνει οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρωζώνης.
Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα με την ΕΚΤ είναι ότι ως μόνη αποστολή έχει τη διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα και δεν έχει αρμοδιότητα για την οικονομική ανάπτυξη, σε αντίθεση με την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία έχει ως καταστατικό ρόλο και την καταπολέμηση της ανεργίας.
Το βασικό πρόβλημα της Ευρωζώνης είναι ότι δεν διαθέτει πολιτική ηγεσία, αλλά επαφίεται στις συνεννοήσεις που γίνονται κάθε φορά μεταξύ των επιμέρους ηγεσιών κάθε χώρας.
Η Ευρωζώνη ξεκίνησε ως πείραμα νομισματικής ενοποίησης, η οποία υποτίθεται ότι θα οδηγούσε και στα δύο άλλα απαραίτητα σκέλη: την οικονομική και την πολιτική ενοποίηση. Με λίγα λόγια, έναν Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών, έναν κοινό προϋπολογισμό και βέβαια μεταφορές χρημάτων από τις πλούσιες περιοχές στις φτωχότερες, έτσι ώστε να εξισορροπούνται τα λεγόμενα «ασύμμετρα σοκ» που προκαλούνται από τις διαφορετικές αντιδράσεις των επιμέρους οικονομιών στην εκάστοτε συγκυρία.
Τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε, παρά μόνο κάποιες επιδερμικές πρωτοβουλίες που ανακοινώθηκαν γενικόλογα τον περασμένο Δεκέμβριο για κάποια ψίχουλα κοινού προϋπολογισμού, πολύ μακράν των ουσιαστικών προτάσεων που είχε κάνει ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.
Ετσι, μπορεί το ευρώ να ξεπέρασε την κρίση και στη σημερινή αβέβαιη και ταραγμένη διεθνή συγκυρία του εμπορικού πολέμου και των γεωπολιτικών ανταγωνισμών Δύσης και Ανατολής το κοινό νόμισμα να αποτελεί μια άγκυρα, αλλά η αλήθεια είναι ότι τα προβλήματα παραμένουν έντονα και τα ποσοστά αποδοχής του ευρώ από την κοινή γνώμη υποχωρούν σε πολλές χώρες, παρόλο που παραμένουν θετικά στο σύνολο της Ευρωζώνης. Επιπλέον, καταγράφεται ένας ξεκάθαρος διχασμός ανάμεσα στον Βορρά και τον Νότο, ο οποίος εκφράζεται τόσο σε οικονομικά θέματα όσο και σε θεσμικά.
Στην πραγματικότητα το 2019 είναι ένα έτος καμπής, καθώς το διεθνές οικονομικό περιβάλλον αρχίζει και πάλι να συννεφιάζει, ενώ αναμένονται πολλές πολιτικές εξελίξεις στην Ε.Ε. με τις ευρωεκλογές, στις οποίες όλα δείχνουν ότι ο μεγάλος κερδισμένος θα είναι ο ευρωσκεπτικισμός. Ενας λόγος που τα μεγάλα σχέδια για αναμόρφωση της Ευρωζώνης και θωράκισης του κοινού νομίσματος δεν προχώρησαν είναι και αυτή η πολιτική εκκρεμότητα.
Μένει να φανεί εάν το 20χρονο πλέον ευρώ θα δοκιμαστεί και πάλι και ποια θα είναι η στάση των πολιτικών ηγεσιών απέναντι στις αλλαγές που είναι αναγκαίες, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουν τολμήσει να προωθήσουν.
Πηγή: newmoney.gr