Σε μια περίοδο περιβαλλοντικών και κοινωνικών σκανδάλων και εντεινόμενων πιέσεων προς τις επιχειρήσεις να δημιουργήσουν μακροπρόθεσμη αξία, το 82% των θεσμικών επενδυτών αναφέρει ότι οι περιβαλλοντικοί, οι κοινωνικοί και οι κίνδυνοι εταιρικής διακυβέρνησης (environmental, social and governance – ESG) έχουν αγνοηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα από τον επιχειρηματικό κόσμο. Επιπλέον, το 81% των συμμετεχόντων στην έρευνα αναφέρει ότι οι επιχειρήσεις δε δημοσιοποιούν επαρκώς τους μη-χρηματοοικονομικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις δραστηριότητές τους, αναφέρει το ependisinews.
Αυτά είναι μερικά από τα συμπεράσματα της τρίτης έρευνας του τμήματος Υπηρεσιών Κλιματικής Αλλαγής και Βιωσιμότητας της ΕΥ, με τίτλο “Is your nonfinancial performance revealing the true value of your business to investors?”, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 320 διεθνείς θεσμικοί επενδυτές, οι οποίοι ερωτήθηκαν σχετικά με τις απόψεις τους για τις μη-χρηματοοικονομικές δημοσιοποιήσεις.
Το 81% των συμμετεχόντων αναφέρει ότι δίνει πλέον μεγαλύτερη προσοχή στις μη-χρηματοοικονομικές δημοσιοποιήσεις, μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με τη μη-συμμόρφωση με τις προσδοκίες σε θέματα ESG. Το 92% συμφωνεί ότι, μακροπρόθεσμα, τα θέματα ESG – τα οποία περιλαμβάνουν από την κλιματική αλλαγή, έως τη διαφορετικότητα και την αποτελεσματικότητα των διοικητικών συμβουλίων – έχουν απτές και μετρήσιμες επιδράσεις. Μάλιστα, το 89% συμφωνεί ότι, σε βάθος χρόνου, η αυξημένη προσοχή σε θέματα ESG μπορεί να δημιουργήσει σταθερές και μακροπρόθεσμες αποδόσεις.
Επιπτώσεις στη διαδικασία λήψης αποφάσεων
Σύμφωνα με την έρευνα, το τελευταίο δωδεκάμηνο, το 68% των συμμετεχόντων (έναντι του 58% το 2015) δήλωσε ότι οι μη-χρηματοοικονομικές επιδόσεις μιας εταιρείας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις επενδυτικές τους αποφάσεις. Το 60% των θεσμικών επενδυτών αναφέρει ότι οι πελάτες, σήμερα, απαιτούν πληροφόρηση για θέματα ΕSG. Ωστόσο, το 73% δηλώνει ότι διεξάγει μόνο ανεπίσημες εκτιμήσεις ή καμία απολύτως αξιολόγηση.
Το 59% δηλώνει ότι θα επανεξέταζε μια επένδυση, αν διαπίστωνε ότι δεν υπάρχει άμεση σύνδεση πρωτοβουλιών ESG και επιχειρηματικής στρατηγικής για τη δημιουργία αξίας βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Το 58% των επενδυτών θα επανεξέταζε μια επένδυση μετά από μια δημοσίευση κινδύνου ή ενός ιστορικού κακής εταιρικής διακυβέρνησης.
Σύμφωνα με την έρευνα, μετά τη Διάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι το 2015 (Παρίσι 2015 – Paris Climate Conference – COP21), και τη θέσπιση άλλων κανόνων διαχείρισης, η πίεση από τους επενδυτές στις επιχειρήσεις να δημοσιοποιούν πιο συνεπείς και επαληθεύσιμες πληροφορίες σε θέματα ESG θα αυξηθεί. Το 58% των επενδυτών δηλώνει ότι αναμένει τουλάχιστον μια σχετική αύξηση ως προς τη δημοσιοποίηση των πρακτικών των επιχειρήσεων σε θέματα που σχετίζονται με το κλίμα και των σχετικών στρατηγικών διαχείρισης κινδύνου, ενώ το 27% αναμένει δραματική βελτίωση στον τομέα αυτόν.
Ο Βασίλειος Καμινάρης, Εταίρος και Επικεφαλής του Τμήματος Υπηρεσιών Διασφάλισης της ΕΥ Ελλάδος και Κεντρικής & Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, παρατηρεί: «Έχει τεκμηριωθεί ότι οι επιχειρήσεις που επενδύουν συστηματικά στη βιωσιμότητα, μακροπρόθεσμα, πετυχαίνουν υψηλότερες αποδόσεις από τους ανταγωνιστές τους. Είναι, συνεπώς, αναμενόμενο ότι οι θεσμικοί επενδυτές, κάτω και από την πίεση της κοινωνίας, απαιτούν αναλυτική και τεκμηριωμένη ενημέρωση από τις επιχειρήσεις για τις μη-χρηματοοικονομικές τους επιδόσεις, ιδιαίτερα σε ζητήματα περιβάλλοντος, αλλά και κοινωνίας και εταιρικής διακυβέρνησης. Οι ελληνικές επιχειρήσεις που απευθύνονται σε διεθνείς επενδυτές θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτό το νέο δεδομένο, εξασφαλίζοντας ουσιαστική και μετρήσιμη πληροφόρηση».