Η αρχαία Έφεσος ήταν πολύ κοντά στη θάλασσα , και γι’ αυτό την αποκαλούσαν «θαλασσοθέα». Οι συνεχείς προσχώσεις του ποταμού Καΰστρου ανάγκασε τους κατοίκους κατά καιρούς να μετακινούν τους οικισμούς τους δυτικότερα.
Του Τάσου Παπαδόπουλου
Η αρχαία πόλη οικοδομήθηκε στις χαμηλές πλαγιές των λόφων Κορησός και Πρίων. Μπροστά από τους λόφους απλωνόταν η εύφορη πεδιάδα της Εφέσου, που την αποκαλούσαν Εφέσιο πεδίο.
Ο ναός της Εφεσίας Αρτέμιδος βρισκόταν ακριβώς στη πεδιάδα αυτή απέχοντας λιγότερο από δυο χιλιόμετρα από την πόλη. Η γονιμότητα της πεδιάδας της Εφέσου και η θέση της πόλης σε κομβικό σημείο, αποτελούσε την φυσική οδό επικοινωνίας της θάλασσας του Αιγαίου με την Μικρασιατική ενδοχώρα. Γεγονός που συνέβαλε σημαντικά στην ακμή της πόλης.
Σύμφωνα με τις παραδόσεις περί της Εφέσου των αρχαίων Ελλήνων, συγγραφέων, ιστορικών, γεωγράφων κ.λπ. η Έφεσος λέγεται ότι κατοικήθηκε κατά τους προϊστορικούς (μυθικούς) χρόνους από τις Αμαζόνες που έφτασαν από τον Καύκασο κάνοντας επιδρομές στη Μικρά Ασία καταλαμβάνοντας διάφορες περιοχές – πόλεις που πήραν το όνομα των επιφανέσρερων, μεταξύ των οποίων η Έφεσος, η Σμύρνη, η Κύμη, η Μύρινα και η Σινώπη.
Ο Στράβων, αναφέρει ότι σε μεταγενέστερους χρόνους οι πόλεις αυτές λάτρευαν τις επώνυμες ηρωίδες Αμαζόνες και έκοβαν ακόμα και νομίσματα με παραστάσεις Αμαζόνων.
Οι Εφέσιοι συγκεκριμένα κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. θέλοντας να τιμήσουν την επώνυμη Αμαζόνα Έφεσο προκήρυξαν διαγωνισμό μεταξύ των διασημότερων γλυπτών της εποχής τους για την κατασκευή αγάλματος προκειμένου να το τοποθετήσουν στο ναό της Εφεσίας Αρτέμιδος.
Η Έφεσος οφείλει την ακμή της, στη στενή σχέση της με χώρες της Ανατολής. Γύρω στον 8ο π.Χ. αιώνα, η Έφεσος έγινε το οικονομικό κέντρο της Μικράς Ασίας. Η Έφεσος βρισκόταν πάντα σε καλές σχέσεις με τις Σάρδεις γιατί από εκεί εξαρτιόταν το διαμετακομιστικό εμπόριο που της άφηνε τόσα πλούτη.
Οι στατήρες του Φάνη, οι οποίοι είναι από τα πρώτα ελληνικά νομίσματα, εμφανίστηκαν κατά τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. και θεωρείται πιθανό πως σχετίζονται με την πόλη της Εφέσου βάσει της παράστασης του ελαφιού που ήταν συνδεδεμένο με την Άρτεμη, προστάτιδας της Εφέσου.
Κατά τον 6ο αιώνα πέρασε υπό την κυριαρχία του Κροίσου, διατηρώντας όμως την αυτονομία της. Πέρασε, στη συνέχεια, διαδοχικά από την κυριαρχία του Κύρου και των επόμενων Περσών βασιλιάδων και αποτέλεσε τμήμα του περσικού κράτους.
Απελευθερώθηκε το 334 π.Χ. από τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οπότε άλλαξε το όνομά της και ονομάστηκε Αρσινόεια, από το όνομα της γυναίκας του Λυσίμαχου. Την εποχή αυτή ξαναβρήκε την παλιά εμπορική της δραστηριότητα.
Αργότερα συμπεριλήφθηκε στο βασίλειο της Περγάμου και έγινε μια από τις πιο αξιόλογες ρωμαϊκές επαρχίες της Ασίας. Το 88 π.Χ. την κατάλαβε ο Μιθριδάτης, μετά όμως από την ήττα του από τις ρωμαϊκές λεγεώνες, εγκαταστάθηκε εκεί το διοικητήριο του Σύλλα.
Η Έφεσος ήταν πόλη αφιερωμένη στην Άρτεμη. Η πόλη είχε στην αρχή ένα μικρό ναό, που αργότερα καταστράφηκε, για να κτιστεί το μεγαλόπρεπο Αρτεμίσιο, που η κατασκευή του κράτησε 120 χρόνια.
Ο ναός αυτός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ήταν το μεγαλύτερο οικοδόμημα της Ιωνίας.
Ο ναός καταστράφηκε το 356 π.Χ.,. Αργότερα ξαναχτίστηκε, αλλά τελικά τα μάρμαρά του έγιναν οικοδομικά υλικά για διάφορα βυζαντινά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη.
Η αρχαία Έφεσος σε βάθος χρόνου παρήκμασε λόγο της καταστροφής του λιμανιού από τις προσχώσεις του ποταμού Καΰστρου. Κατά την μεταβυζαντινή εποχή είχε απομείνει μικρός οικισμός που αναπτύχθηκε γύρο από τον ναό Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου.
Αργότερα, όταν στην περιοχή ήλθαν μουσουλμάνοι Τούρκοι, ο οικισμός ονομάστηκε Αγιασολούκ, ονομασία που προήλθε από την παραφθορά της λέξης Άγιος Θεολόγος.
Μπαίνοντας από την πάνω είσοδο συναντά κανείς την αγορά των φτωχών και στη συνέχεια βρίσκεται σε έναν φαρδύ δρόμο όπου κατηφορικό που οδηγεί στην περίφημη βιβλιοθήκη της Εφέσου.
Αριστερά και δεξιά υπήρχαν πολλά δημόσια κτίρια όπως το βουλευτήριο.
Κύονες που υποδηλώνουν την παρουσία των Ρωμαίων όταν επεκτάθηκαν προς ανατολάς μετά την παρακμή της λεγόμενης ελληνιστικής περιόδου.
Ένα γλυπτό που διασώθηκε και ξεχωρίζει κατεβαίνοντας τον κεντρικό δρόμο προς την Βιβλιοθήκη.
Ένα ακόμη επιβλητικό οικοδόμημα που διατηρείται σχεδόν ανέπαφο και παραπέμπει στην Βυζαντινή περίοδο.
Οι δημόσιες τουαλέτες και η κατασκευή του από λευκό μάρμαρο φανερώνουν το επίπεδο της ζωής σε αυτή την πόλη της Ιωνίας.
Τα λίγα κτίσματα της Βυζαντινή περιόδου που έχει ανακαλύψει η αρχαιολογική σκαπάνη μαρτυρούν τη νεώτερη περίοδο της Εφέσου.
Προς το τέλος του δρόμου δεξιά απλώνεται μια τεράστια αγορά που την προτιμούσαν οι πλούσιοι. Είχαν από τότε οι λαοί τα ακριβά Mall που εξυπηρετούσαν τους πλουσιότερους και τα φτηνά για τα μικρότερα βαλάντια.
Η Βιβλιοθήκη κεντρίζει την προσοχή του επισκέπτη μια και έχει αναστηλωθεί η πρόσοψή της σε μεγάλο βαθμό από πολλές ευρωπαϊκές αρχαιολογικές σχολές.
Στην Έφεσο, που υπήρξε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Ιωνίας, αναγέρθηκε το 274 π.Χ. ένα εκπάγλου ομορφιάς αρχαίο θέατρο το οποίο φιλοξενούσε θρησκευτικά και πολιτιστικά δρώμενα. Η ορχήστρα, η σκηνή, οι κλίμακες, τα διαζώματα, το κοίλον συναπαρτίζουν ένα ακόμη τυπικό αρχαιοελληνικό αρχιτεκτονικό οικοδόμημα που επιβίωσε έως τις μέρες μας.
Στέκει αναρριχημένο στη δυτική πλαγιά της πόλης, αδιαμφισβήτητο τεκμήριο της πολιτιστικής ανάπτυξης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Πρόκειται για ένα θέατρο χωρητικότητας 30.000 θεατών που βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με το φυσικό τοπίο, συμπλήρωμα απαραίτητο στον καμβά της φύσης, όπου αποτυπώθηκε μια εικόνα υψηλής αισθητικής σύλληψης.
Στο ταξίδι του μέσα στους αιώνες, όταν συναντήθηκε με το αιμοχαρές κοινό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ανακαινίστηκε (140-144 μ.Χ.) για να αποποιηθεί προσωρινά τον τίτλο του θεάτρου και να μεταμορφωθεί σε αρένα μονομαχιών και θηριομαχιών.
Τέλος κάτω από το επιβλητικό θέατρο συναντά ο επισκέπτης ένα φαρδύ δρόμο που οδηγούσε στο λιμάνι. Μόνο που θάλασσα δεν υπάρχει πια, μια και οι προσχώσεις από γειτονικό ποτάμι έχουν μετατρέψει την Έφεσο από παραλιακή πόλη σε πόλη της ενδοχώρας.
Ότι και να πει κανείς δεν μπορεί να περιγράψει το κάλος αυτής της αρχαίας αυτής Ελληνικής πόλης. Όταν την δει καταλαβαίνει τα όρια του Ελληνισμού της αρχαιότητας και το μέγεθος του πολιτισμού που εκτεινόταν από τα αιγιακά παράλια μέχρι την ανατολική και δυτική Μεσόγειο.
Η ιστορία διδάσκει… Αρκεί να την διαβάζουμε σωστά…