Ο Στέφανος Μάνος, με παρέμβασή του, δείχνει προς κάθε κατεύθυνση ότι πέρα από τον κορωνοϊό, στην ελληνική κοινωνία υπάρχουν και άλλοι εξίσου επικίνδυνοι ιοί.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Το να μην μπορεί να ζήσει στην Ελλάδα από τη δραστηριότητα του ένας εκδότης-δημοσιογράφος επειδή σε έντυπό του κατηγορήθηκε για σταλινικός ο πιο σταλινικός ινστρούχτορας του ΚΚΕ, ξεπερνά και την πιο νοσηρή φαντασία. Τοσούτω μάλλον, που το φαινόμενο αυτό το κατοχύρωσε και η ηγεσία του Αρείου Πάγου.
Και αυτήν την τελευταία την ερωτώ: Αν για παράδειγμα ένας χιτλερικός μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διαχώριζε τη θέση του από τα εγκλήματα των ναζί, αυτό τον απαλλάσσει της όποιας ευθύνης του όταν τα χειροκροτούσε;
Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην περίπτωση του Μανώλη Βασιλάκη, η υπόθεση του οποίου αποτελεί ΒΑΡΥΤΑΤΟ ΑΤΟΠΗΜΑ για το κύρος της Ελληνικής Δικαιοσύνης.
Και αυτό με αδρές πινελιές το επισημαίνει το Στέφανος Μάνος πρώην υπουργός, με άρθρο του στο οποίο κάνει λόγο για το ελαττωματικό κουμπί της «λαϊκής ευαισθησίας», αναφερόμενος και σε γενικότερες πρόσφατες πτυχές του ελληνικού δικαιικού χώρου.
Γράφει ο Στέφανος Μάνος:
«Θύελλα αντιδράσεων προκάλεσε στις 14/5 ανάρτηση στο Facebook του υφυπουργού κ. Άκη Σκέρτσου. Τι έγραψε ο κ. Σκέρτσος; Παραθέτω αυτούσιο το κείμενο: «Τα δικαστήρια δεν είναι "λαϊκή απογευματινή". Άλλο η ενσυναίσθηση, αναγκαίο στοιχείο για μια ισορροπημένη δικαστική κρίση, και άλλο η ταύτιση.
Η εμπιστοσύνη στο κράτος δικαίου προϋποθέτει δικαστικούς λειτουργούς που αποφεύγουν τις συναισθηματικές ταυτίσεις ακόμη και με τα θύματα των πιο ειδεχθών εγκλημάτων.
Ακριβώς διότι δεν πρέπει να αφήνουν καμία χαραμάδα αμφιβολίας ότι κρίνουν με βάση προσωπικές απόψεις και ευαισθησίες ή με το κατά πού δείχνει το "κοινό περί δικαίου αίσθημα". Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε άλλωστε σημαντική ανασφάλεια δικαίου.
Τον δικαστικό λειτουργό τον θέλουμε ψυχρό και αμερόληπτο πάνω στην έδρα διότι οφείλει να κρίνει ΚΑΙ κόντρα στις προσωπικές του απόψεις, να λαμβάνει ΚΑΙ αντιδημοφιλείς αποφάσεις, πάντα στο πλαίσιο όσων ορίζουν το Σύνταγμα και οι νόμοι.
Διαφορετικά ο δρόμος προς τον δικαστικό λαϊκισμό, σε αποφάσεις δηλαδή που χαϊδεύουν την κοινή γνώμη, είναι ορθάνοιχτος και εξαιρετικά ολισθηρός για το κύρος της δικαιοσύνης και τη λειτουργία του πολιτεύματος».
Τα όσα έγραψε ο υφυπουργός θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται σε εγχειρίδιο για εκπαιδευόμενους δικαστικούς. Είναι σωστά. Επειδή όμως η ανάρτηση του κ. Σκέρτσου κατέληγε με τη φράση «Εύχομαι από καρδιάς οι γονείς της άτυχης κοπέλας να λάβουν την ηθική δικαίωση που τους οφείλει η δικαιοσύνη και η πολιτεία. Και οι ένοχοι την τιμωρία που τους αξίζει», θεωρήθηκε από τους καθ' έξιν κακόπιστους ότι ο υφυπουργός παρεμβαίνει στη Δικαιοσύνη. Ζητήθηκε η αποπομπή του.
Κατηγορούμενος πανταχόθεν και πιεζόμενος, ίσως και από την κυβέρνηση, ο κ. Σκέρτσος εξέφρασε τη λύπη του για τον θόρυβο που προκάλεσε και δήλωσε μεταξύ άλλων «Σέβομαι και τιμώ την ευθυκρισία κάθε δικαστή». Αυτή η τελευταία δήλωση του κ. Σκέρτσου είναι το πρώτο του λάθος στην υπόθεση αυτή και αναμφισβήτητα αφήνει ερωτηματικά για τη δική του ευθυκρισία.
Η υπόθεση «Σκέρτσου» συγκίνησε την κοινή γνώμη. Λίγες ημέρες πριν είχαν συμπληρωθεί δέκα χρόνια από την τραγωδία στη Marfin, στην οποία τρεις νέοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Η iefimerida μού θύμισε ότι το έγκλημα στη Marfin παραμένει μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστο, καθώς παρά τις έρευνες των Αρχών, τις προσαγωγές και τις συλλήψεις, οι πραγματικοί δολοφόνοι ουδέποτε ταυτοποιήθηκαν.
Μου θύμισε επίσης ότι, σε δίκη που ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2013, κρίθηκαν ένοχοι ο διευθύνων σύμβουλος της Marfin, ο υπεύθυνος ασφαλείας του κτιρίου και η διευθύντρια του καταστήματος για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για πολλαπλές παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού.
Τα τρία στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν από τη Δικαιοσύνη σε ποινές φυλάκισης, οι δύο πρώτοι 22 ετών (θα εκτίσουν 10 χρόνια με αναστολή) και η διευθύντρια του καταστήματος πέντε ετών και ενός μήνα.
Δεν θυμάμαι αν τώρα ή παλαιότερα συγκινήθηκε η κοινή γνώμη από τη βαρύτητα των ποινών. Σκέφτηκε προφανώς ότι αφού δεν βρέθηκαν οι δολοφόνοι... ας τιμωρήσουμε παραδειγματικά μερικούς άλλους. Βλέπετε πόσο σωστή ήταν η αρχική τοποθέτηση Σκέρτσου;
Στο τεύχος 117 της 8/5/2020 της «AthensReviewofBooks» (ARB) ο εκδότης κ. Μανώλης Βασιλάκης παραθέτει το κείμενο εξωδίκου διαμαρτυρίας του προς την Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου κυρία Πηνελόπη Ζωντανού. Ο τίτλος του κειμένου στην «ARB» είναι «Ζωντανή ατιμία στον Άρειο Πάγο».
Συνιστώ να μπείτε στον κόπο να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο της εξωδίκου διαμαρτυρίας στο Διαδίκτυο. Αφού το διαβάσετε θα αναρωτηθείτε, όπως αναρωτήθηκα και εγώ, πώς εξηγείται η απόλυτη σιωπή των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για το ζήτημα Βασιλάκη.
Ανέφερα τρεις υποθέσεις αυτού του μήνα που και οι τρεις αφορούν τη Δικαιοσύνη. Η πρώτη ήταν η υπόθεση Σκέρτσου. Είπε κάτι σωστό και προκλήθηκε θύελλα. Η δεύτερη ήταν η επέτειος Marfin. Ελάχιστο ενδιαφέρον για την αδυναμία της Δικαιοσύνης να εντοπίσει τους ενόχους. Ελάχιστο ενδιαφέρον για τις εξωφρενικά υπερβολικές ποινές για αμέλεια σε στελέχη της Marfin.
Η τρίτη, η απίστευτη ιστορία Βασιλάκη που εμπλέκει την ηγεσία του Αρείου Πάγου για την οποία κανείς δεν αντιδρά. Θα φανταζόμουνα ότι τόσο οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι όσο και ο υπουργός Δικαιοσύνης θα έσπευδαν να δώσουν εξηγήσεις. Θα φανταζόμουνα ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα ζητούσαν εξηγήσεις. Αλλά τίποτε από αυτά. Σιγή.
Έτσι εξηγώ τον τίτλο του σημειώματος μου. Υπάρχει ένα μαγικό κουμπί, κρυμμένο κάπου, που ευαισθητοποιεί την ελληνική κοινή γνώμη. Είναι ελαττωματικό το κουμπί, μια και η ευαισθησία εκδηλώνεται σε λάθος στιγμές.»
Το παραπάνω άρθρο του πρώην υπουργού κ. Στέφανου Μάνου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Τα Νέα, 19 Μαΐου 2020, σελ. 12 με τίτλο «Το μυστικό κουμπί της λαϊκής ευαισθησίας».
Η ARB το αναδημοσίευσε με την άδειά του, αλλάζοντας μια λέξη στον τίτλο. Όσο για μας το όλο θέμα το προβάλλουμε γιατί επιτέλους κάτι πρέπει να αλλάξει σε αυτή τη χώρα. Και οι σοβαρές αλλαγές είναι κορυφαίο ζήτημα κεφαλής. Από εκεί αρχίζουν τα πάντα.