Ξεπουλήθηκε φθηνά η Μακεδονία μας;
Αυτό είναι το συμπέρασμα της απαράδεκτης και απορριπτέας «Συμφωνίας»… Κρίσιμα ερωτήματα χρήζουν πειστικής απάντησης.
Του Νίκου Αναγνωστάτου
Το θέμα της Μακεδονίας μας, δεν φαίνεται να λήγει σύντομα και προ πάντων να γίνει δεκτό από τον ελληνικό λαό. Συζήτησε ο κ.Κοτζιάς, διότι δεν διαπραγματεύτηκε, με τον σκοπιανό πρωθυπουργό, εν κρυπτώ και παραβύστω, με την έγκριση ασφαλώς του Έλληνα πρωθυπουργού, τον εύπεπτο τρόπο ξεπουλήματος της Μακεδονίας μας, διότι περί αυτού πρόκειται, με ένα πρόχειρο, άκομψο και προπάντων αντιδημοκρατικό τρόπο και προέκυψε ένα Τέρας.
Όταν ένα τέτοιο χρόνιο εθνικό θέμα το συζητά ένα μόνο πρόσωπο, σε συνεννόηση μόνο με τον πρωθυπουργό, είναι βέβαιο ότι δεν είναι μόνο αντιδημοκρατικό, αλλά άκρως αντεθνικό, αν δεν γίνεται με απόλυτη συνεννόηση και συναίνεση όλων κατά το δυνατό των κομμάτων της Βουλής, όπως έγινε το 1992 για το ίδιο θέμα.
Είναι φαεινότερο Ηλίου, ότι υπήρξε σκοπιμότητα κομματικής εκμετάλλευσης του σημαντικού αυτού θέματος, εν όψει ενδεχομένως και των σχεδιαζόμενων εθνικών εκλογών και δημιουργίας διεθνούς επιτυχίας του πρωθυπουργού, όχι της κυβέρνησης, διότι δεν συμφωνούσε όλη η κυβέρνηση.
Με άλλα λόγια παραδώσαμε τη Μακεδονία μας για στενούς κομματικούς λόγους, χωρίς συναίσθηση της εθνικής ευθύνης.
Η παράδοση της Μακεδονίας μας, είναι η πρώτη αποτυχημένη απόπειρα δημιουργίας δήθεν διεθνούς επιτυχίας και ελπίζουμε να αποτραπούν εγκαίρως όλες οι δυσάρεστες για τη χώρα μας συνέπιες. Έχω ήδη αναλύσει τους λόγους για τους οποίους δεν θα έπρεπε ποτέ να υπάρχει ο όρος Μακεδονία, λόγους γεωγραφικούς, ιστορικούς, πολιτισμικούς, φυσικά πολιτικούς και προπάντων πατριωτικούς.
Ο πατριωτισμός, η αγάπη μας για την πατρίδα δηλαδή, δεν μπαίνει σε μέτρα λογικής ή συμφέροντος, ούτε καν κινδύνου, όπως το αποδείξαμε το 1940. Η αγάπη μας για την πατρίδα είναι πάνω από όλα και οφείλουμε να δίνουμε πάντοτε τη μάχη και ποτέ να μην συμβιβαζόμαστε, αποκρούοντας κάθε πίεση του οιοδήποτε και ασφαλώς κανένα αντάλλαγμα δεν μπορεί ποτέ να υπερτερήσει.
«Τι γαρ πατρώας ανδρί φίλτερον χθονός;», (Ευριπίδου Αιγέως), ή «Ως ουδέν γλύκιον ής πατρίδος ηδέ τοκήων». Οδύσσεια ι΄ 34. Η λεγόμενη λοιπόν «Συμφωνία των Πρεσπών», είναι απαράδεκτη και απορριπτέα για όλους τους πιο πάνω αναφερόμενους λόγους.
Θα περιοριστώ επομένως να σχολιάσω τα δήθεν πλεονεκτήματα, τα δήθεν αναπόφευκτα διλλήματα και γενικότερα τους επικληθέντες λόγους κατάληξης σε μια λάθος συμφωνία:
1.- «Θα ομαλοποιηθούν οι σχέσεις μας και θα διευρυνθούν οι εμπορικές συναλλαγές»: Δεν έχω παρά να παραθέσω μια παράγραφο της ενδιάμεσης συμφωνίας της 13/9/1995 του Ανδρέα Παπανδρέου, μετά το εμπάργκο που επέβαλε, και το οποίο έπρεπε να αρθεί, ως αποτελεσματικό μέτρο να συνέλθουν τα Σκόπια και να παραδεχθούν, όχι μόνο την πραγματικότητα, αλλά και το συμφέρον τους: «Άρση του ελληνικού εμπάργκο. (Το ελληνικό εμπάργκο επέφερε ζημιά 1,5δις. δολαρίων στην οικονομία της πΓ+Μ.
Τα διυλιστήρια και τα χαλυβουργεία διέκοψαν τη λειτουργία τους, επειδή δεν μπορούσαν να ανεφοδιαστούν από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης . Από τότε μέχρι σήμερα όλοι, ακόμη και οι ίδιοι οι σλάβοι κάτοικοι της πΓ+Μ-(σλαβομακεδόνες), συμφωνούν ότι η πΓ+Μ δεν μπορεί να αναπνεύσει οικονομικά χωρίς την Ελλάδα)».
Επομένως υπήρχε πάντοτε πλήρης συνεργασία και εμπορικές συναλλαγές, ακόμη και να γεμίσουμε το αυτοκίνητό μας με φθηνή βενζίνη και μόνο τα Σκόπια έχουν να επωφεληθούν εμπορικά από τη Συμφωνία αυτή.
2.- «Έπρεπε να λυθεί ένα μακροχρόνιο πρόβλημα, αφού και 140 χώρες είχαν αναγνωρίσει τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα»: Αν το όποιο μακροχρόνιο πρόβλημα δεν λυθεί υπέρ της χώρας, καλύτερα να μείνει άλυτο, μέχρι μιας καλύτερης χρονικής ευκαιρίας, ή μέχρι να εμφανιστεί ένας ισχυρός Έλληνας ηγέτης να πείσει τους «Μεγάλους», να πιέσουν τα Σκόπια και όχι τη Ελλάδα που έχει απόλυτη δίκιο από κάθε πλευρά.
Παράδειγμα η Κύπρος και το σχέδιο «Ανάν», υπάρχει κάποιος που να ισχυρίζεται ότι θα ήταν προτιμότερο να είχε γίνει δεκτό; Κανείς! Αγνοήθηκαν όλες οι «κασανδρικές» συνέπειες και τίποτε δεν συνέβηκε.
Όσο για τις χώρες που είχαν αναγνωρίσει τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα, καμία σημασία δεν έχει αν η Ελλάδα δεν τα αναγνώριζε και δυστυχώς τα αναγνώρισε με τον πλέον λανθασμένο τρόπο και απεμπόλησε το ισχυρό μας όπλο της απόφασης του ΝΑΤΟ + ΕΕ του Βουκουρεστίου.
Υπενθυμίζω απλά ότι η Φορμόζα για πολλά χρόνια είχε αναγνωριστεί από όλα τα κράτη του δυτικού κόσμου ως «Εθνική Κίνα», μέχρι που ο Μάο ανάγκασε τις ΗΠΑ να ανακαλέσουν να λέγεται απλά «Φορμόζα» και ακολούθησαν όλα τα άλλα κράτη.
Τα κράτη, όλα τα κράτη, δεν ενδιαφέρονται για οποιοδήποτε όνομα τρίτου κράτους και να το δεχθούν με όποιο άλλο όνομα τους παρουσιαστεί. Το όνομα έχει την μέγιστη σημασία του, για το κράτος που το αφορά, όπως η Ελλάδα για το όνομα των Σκοπίων όσο περιέχει τον όρο Μακεδονία. Ο ΝτεΓκόλ αρνήθηκε να δεχθεί την Αγγλία στην τότε ΕΟΚ, με το όνομα Μεγάλη Βρετανία, διότι η βορειοδυτική Γαλλία λέγεται «Βρετάνη».
3.- «Όταν διαπραγματεύεσαι, κατ’ ανάγκη πρέπει να δεχθείς και μερικές θέσεις του άλλου»: Αν δηλαδή κάποιοι σου καταλάβουν το σπίτι σου, όπως λαθρομετανάστες για να μη πω ο Ρουβίκωνας, διαπραγματεύεσαι πόσα δωμάτια θα του παραχωρήσεις; Καθόλου υπερβολικό παράδειγμα, διότι «κατάληψη» έκαναν οι Σκοπιανοί στο όνομα της δοξασμένης μας Μακεδονίας, για ιδιοτελείς λόγους, οι οποίοι ενυπάρχουν εν δυνάμει στην απαράδεκτη αυτή Συμφωνία.
4.- «Η γλώσσα προϋπήρχε, αναφέροντας ότι “ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών¨, και η ταυτότητα θα λέει “Μακεδόνες/κάτοικοι της Βορείου Μακεδονίας”: Επιχειρήματα από ευτράπελα μέχρι ανόητα, διότι αν η γλώσσα προέρχεται από αυτή των Σλάβων, γιατί να λέγεται Μακεδονική και όχι «Σλαβική»;
Και αν διαγραφεί κάθε αναφορά στην αρχαία Μακεδονία (την σημερινή Μακεδονία την αγνοούμε;), κάθε τι ολυτρωτικού χαρακτήρα, ποιος ο λόγος να έχουν Μακεδονική ιθαγένεια και όχι Σλαβική, αφού δέχονται ότι είναι Σλάβοι και όχι Έλληνες Μακεδόνες;
Υπάρχουν και άλλα σημεία παρομοίου σημασίας και αξίας, αλλά γεννάται ένα καίριο ερώτημα το οποίο έχει υποχρέωση να απαντήσει ο κ.Τσίπρας και ο κ.Κοτζιάς, ως οι μόνοι που «διαπραγματεύτηκαν» και μονόγραψαν την «Συμφωνία»: «Ψάξαμε εμείς και βρήκαμε επιχειρήματα τα οποία, έστω και απολύτως αδύναμα ή ανύπαρκτα, έπρεπε τα Σκόπια να τα επικαλούνται»;
Μήπως διότι υπήρξε συγκεκριμένη δέσμευση, ενδεχομένως με κάποιες υποσχέσεις ανταλλαγμάτων; Μήπως δηλαδή βγάλαμε στο σφυρί τη Μακεδονία μας;
Σε κάθε περίπτωση όταν η συμφωνία θα έρθει στη Βουλή για επικύρωση, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 28 του Συντάγματος, «Για να εξυπηρετηθεί σπουδαίο εθνικό θέμα και να προαχθεί η συνεργασία με άλλα κράτη, μπορεί να αναγνωρισθούν, με συνθήκη ή συμφωνία, σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιότητες που προβλέπονται από το Σύνταγμα.
Για την ψήφιση νόμου που να κυρώνει αυτή τη συνθήκη ή συμφωνία απαιτείται πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτώ».Είναι η περίπτωσή μας. Δηλαδή με 180 βουλευτές!