Εξήντα χρόνια μετά την Συνθήκη της Ρώμης, η Ένωση των 27 χωρών μελών πρέπει να αποφασίσει, στην νέα διεθνή πραγματικότητα, πού θέλει να πάει, πώς και γιατί...
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Τα 170 τελευταία χρόνια η Ευρώπη και οι δυνάμεις που αντιμάχονταν στους κόλπους της προκάλεσαν δύο παγκόσμιους πολέμους και αρκετές ενδοευρωπαϊκές συρράξεις, σε κάποιες από τις οποίες συμμετείχε και η Ελλάδα.
Στην διάρκεια της ίδιας περιόδου (1850-2017), στην ευρωπαϊκή ήπειρο γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν δύο ιδεολογικά τέρατα πάνω στα οποία θεμελιώθηκαν και δύο απεχθείς ολοκληρωτισμοί: ο εθνικο-σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός.
Ο πρώτος προκάλεσε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο –και αυτό υπήρξε το μοιραίο λάθος του. Ηττήθηκε από τις δυνάμεις της δημοκρατίας, αφήνοντας πίσω του ωστόσο κάπου 70 εκατομμύρια νεκρούς και αναδεικνύοντας το Ολοκαύτωμα σε μνημείο θηριωδίας και ντροπής για τον άνθρωπο και την ιστορία του.
Ο κομμουνισμός, από την πλευρά του, αφού υπέταξε σχεδόν την μισή Ευρώπη, κατέρρευσε γιατί η διεστραμμένη φύση του ήταν αντίθετη με την πρόοδο και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Άφησε όμως πίσω του άλλα 100 εκατομμύρια θύματα και αμέτρητα πνευματικά ερείπια.
Όσο για τις φιλελεύθερες δημοκρατίες της Ευρώπης, μέρος των οποίων είναι και ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, μετά την μεγάλη καταιγίδα της περιόδου 1939-1944, αποφάσισαν να συνυπάρξουν εν ειρήνη, αντιμετωπίζοντας ταυτοχρόνως και την κομμουνιστική απειλή.
Έτσι, με αφετηρία τον άνθρακα και τον χάλυβα, δημιουργήθηκε η Ευρώπη των Έξι, η οποία, με την Συνθήκη της Ρώμης, προέκρινε την οικονομία ως εφαλτήριο για την μετέπειτα πολιτική της ολοκλήρωση. Αυτή η Ευρώπη, τα τελευταία 60 χρόνια έγινε πρώτη εμπορική δύναμη στον κόσμο, ενώ ταυτοχρόνως απετέλεσε και πρότυπο κοινωνικής ευημερίας.
Με βάση και συνδετικό της κρίκο την γαλλο-γερμανική προσέγγιση και φιλία, η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα του 1957 και η μετέπειτα Ευρωπαϊκή Ένωση του 1993 αποτελεί ένα μοναδικό πείραμα στην διεθνή ιστορία. Αυτό της ολοκλήρωσης 27 λαών – που ομιλούν 23 διαφορετικές γλώσσες, έχουν διαφορετικές παραδόσεις, διαφέρουν οικονομικά, αλλά αποφάσισαν, για την ειρήνη και την δημοκρατία, να συμφωνήσουν πάνω στις ίδιες αξίες και αρχές.
Στην βάση αυτής της συμφωνίας, η Ευρώπη των 27 χωρών μελών αντιμετωπίζει σήμερα νέες προκλήσεις, που σε καμμία περίπτωση δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με κριτήρια ίδια με αυτά που υπαγόρευσαν την Συνθήκη της Ρώμης. Ο κόσμος αλλάζει, η τεχνολογία είναι ανατρεπτική, η Ευρώπη γερνά, οι εχθροί της πληθαίνουν και ο οικονομικός ανταγωνισμός είναι σκληρός. Στην κινούμενη άμμο της γεωπολιτικής και της γεωοικονομίας, είναι ανάγκη η Ευρώπη να βρει έναν νέο βηματισμό. Χρειάζεται ένα άλλο όραμα.
Στους κόλπους της, η κατεστραμμένη Γερμανία του 1945 είναι σήμερα η οικονομική της ατμομηχανή και ο δεύτερος παγκόσμιος εξαγωγέας. Και φυσικόν είναι να υπερασπίζεται την θέση της αυτή, την οποία και διατηρεί παρά το γεγονός ότι μέσα σε μία εικοσαετία χρειάστηκε να καταβάλει και το κόστος της επανενώσεώς της, μετά την πτώση του κομμουνισμού.
Όμως, στην παρούσα φάση της ευρωπαϊκής κρίσεως, αυτή η θέση της Γερμανίας αποτελεί «δώρο» για όλους αυτούς, μέσα και έξω από την Ευρώπη, που θέλουν να διαλύσουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα –και δεν είναι λίγοι. Γι’ αυτό τον τελευταίο καιρό αναπτύσσεται ένας αντιγερμανισμός, που έχει ποικίλες αφετηρίες και διαφορετικά κίνητρα.
Κατά πρώτον λόγο, ο αγγλοσαξωνικός κόσμος ποτέ δεν είδε με καλό μάτι την δημιουργία της ευρωζώνης. Τόσο το Λονδίνο όσο και η Γουώλ Στρητ έβλεπαν στο ευρώ έναν ισχυρό ανταγωνιστή του δολλαρίου, ο οποίος θα τραβούσε αργά ή γρήγορα πάνω του και ένα μέρος της παγκόσμιας αποταμιεύσεως.
Ακόμα χειρότερα, η παρουσία του ευρώ θα ενίσχυε και τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια εις βάρος της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου, που μέχρι το 2002 αντιπροσώπευαν το 80% των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών συναλλαγών.
Ας μην ξεχνάμε ότι πριν 25 χρόνια, όταν το ιαπωνικό γεν ακολουθούσε ανοδική πορεία και κέρδιζε έδαφος παγκοσμίως ως αποταμιευτικό νόμισμα, η τότε κυβέρνηση του πατρός Μπους ξεκίνησε μία φοβερή εμπορική και νομισματική επίθεση κατά της Ιαπωνίας, με αποτέλεσμα η χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου να μπει σε φάση μακράς στασιμότητας και το ιαπωνικό νόμισμα να χάσει πλήρως το γόητρο και την ελκυστικότητά του.
Σήμερα, αν η Ευρώπη χάσει την μάχη του ευρώ, θα πρέπει να θεωρείται σίγουρο ότι την περιμένει η ίδια περίπου τύχη με αυτή της Ιαπωνίας. Αυτός είναι ο βασικότερος λόγος που τα αγγλοσαξωνικά μέσα μαζικής επικοινωνίας βάλλουν κατά της γαλλο-γερμανικής συνεργασίας και, βεβαίως, απεύχονται μία πιθανή οικονομική διακυβέρνηση της ευρωζώνης.
Προς επιβεβαίωση των όσων αναφέρουμε, αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι, μετά τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου 2011 για την στήριξη της Ελλάδας και του ευρώ, παρατηρήθηκαν μαζικές αποσύρσεις αμερικανικών κεφαλαίων από τις γαλλικές τράπεζες, με αποτέλεσμα οι τελευταίες να παρουσιάσουν σημαντική πτώση της ρευστότητάς τους.
Στην συνέχεια, στις αρχές του Νοεμβρίου 2011, η εταιρεία «clearing» Clearnet ξεκίνησε την επίθεση κατά των ιταλικών ομολόγων με την άνοδο των επιτοκίων, ενώ ο πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα με δηλώσεις του προς την κατεύθυνση της αμερικανικής κοινής γνώμης δεν δίσταζε να κατηγορήσει την Ευρώπη ως υπεύθυνη για την διάρκεια της κρίσης –η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, είχε αφετηρία τις ΗΠΑ.
Πέρα, όμως, από τις αγγλοσαξωνικές επιθέσεις και το Brexit, η ευρωζώνη δέχεται και αφόρητες εμπορικές πιέσεις από την Κίνα, η οποία διατηρεί το εθνικό της νόμισμα υποτιμημένο –με ό,τι αυτό συνεπάγεται από ανταγωνιστικής πλευράς για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, αλλά και την απασχόληση.
Δυστυχώς δε, όσο τα αμερικανικά ελλείμματα θα είναι αβυσσαλέα, τόσο ο νομισματικός πόλεμος σε παγκόσμιο επίπεδο θα είναι σιωπηρός μεν, αλλά σκληρός για την ευρωπαϊκή οικονομία και το προωθημένο κοινωνικό της υπόβαθρο.
Και από την άποψη αυτή, οι θέσεις του προέδρου Ντ. Τραμπ, όπως εκφράστηκαν στην καγκελάριο Α. Μέρκελ, λένε πολλά. Προοιωνίζουν δε και εντάσεις, που είναι δύσκολο να προβλέψουμε πώς θα τις ερμηνεύσουν οι αγορές.
Την κατάσταση αυτή προσπαθούν με κάθε τρόπο στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αξιοποιήσουν πολιτικά και οι φαιοκόκκινες δυνάμεις του αντιευρωπαϊσμού, οι οποίες πιστεύουν ότι, μέσα από την διάλυση της Ευρώπης, θα αποκτήσουν ισχυρότερα ερείσματα. Έτσι, πέρα από τον εθνικισμό και την ξενοφοβία, βάλλουν και κατά του ευρώ, με αιχμή του δόρατος το Εθνικό Μέτωπο Γαλλίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η ΕΕ βρίσκεται σε ένα όντως κρίσιμο σταυροδρόμι και, αν οι ηγεσίες της δεν αποφασίσουν να ενισχύσουν την ενημέρωση των πολιτών, ίσως τελικά οδηγηθούμε σε πολύ οδυνηρές εκπλήξεις, υπό το βάρος της γενικευμένης παραπληροφόρησης, κυρίως μέσω του Διαδικτύου.
Ο φαιοκόκκινος λαϊκισμός είναι εκ νέου παρών και πάντα θα καραδοκεί να πάρει την ρεβάνς απέναντι στην Ιστορία.