Μεσημέρι Σαββάτου καθώς προχωρώ ανάμεσα στα σοκάκια της παλιάς Πάτρας, εκεί που το χρώμα της βουκαμβίλιας ενώνεται με το άρωμα του βασιλικού και τη μυρωδιά από το γιασεμί.
Τα παιδιά παίζουν ανέμελα με τα πατίνια και γελούν αδιάφορα. Στο παγκάκι κάθονται δύο γιαγιάδες μαυροντυμένες τα χαζεύουν λες και χαζεύουν την χαμένη τους νιότη.
Γράφει η Ευτυχία Λαμπροπούλου
Κάθομαι στο διπλανό παγκάκι να πάρω μια ανάσα και να συνεχίσω τον δρόμο μου. Τότε ακούω μια από τις δύο γιαγιάδες να μου απευθύνει το λόγο με μελαγχολία…
Κορίτσι μου «σε τι κόσμο θα ζήσουν αυτά τα παιδιά ; Εμείς περάσαμε κατοχή, φτώχεια, πείνα κάποιες ήμασταν προσφυγόπουλα παλέψαμε αυτά που παίζουν ανέμελα τι τους φυλάει το αύριο;»…
Η αλήθεια είναι πως δεν αποκρίθηκα, μιας και απάντηση δεν είχα να δώσω, χαμογέλασα διστακτικά, χαιρέτησα και συνέχισα τον δρόμο μου.
Σκεπτόμενη πάντα τη φράση «…σε τι κόσμο θα ζήσουν αυτά τα παιδιά;». Τον τελευταίο καιρό όπου πάω και όπου σταθώ βλέπω τα πάντα να γίνονται αυτοματοποιημένα. Τα εργατικά χέρια σιγά- σιγά αντικαθίστανται από μηχανές.
Από το σούπερ μάρκετ όπου η ταμίας αντικαταστάθηκε από μηχάνημα, στην τράπεζα όπου οι υπάλληλοι σιγά –σιγά εξαφανίζονται, τα γκισέ καταργούνται, οι αριθμοί υποκαθιστούν τον άνθρωπο.
Πράγματι το μεγαλύτερο και το τελειότερο εργαλείο αυτή τη στιγμή στο marketing είναι οι αλγόριθμοι που όπως όλα δείχνουν τις περισσότερες φορές πέφτουν μέσα.
Περίπου δέκα σημαντικότεροι κολοσσοί του εμπορίου χρησιμοποιούν εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης προκειμένου να διευκολύνουν τους πελάτες τους. Η τεχνολογία τρέχει, οι ηλεκτρονικοί εγκέφαλοι λειτουργούν πιο γρήγορα από τον άνθρωπο.
Οι μηχανές αντικαθιστούν τα εργατικά χέρια, όσοι δεν γνωρίζουν να χειρίζονται τις νέες μορφές τεχνολογίας και δεν συναλλάσσονται ηλεκτρονικά θεωρούνται αναλφάβητοι.
Άντε τώρα να τα εξηγήσεις όλα αυτά στις γιαγιάδες, την ώρα που κοιτούσαν τα παιδιά να παίζουν. Αλλάξανε οι εποχές οι ρυθμοί της ζωής μας αυτοματοποιήθηκαν, τα παιδιά από μωρά πριν ακόμα πουν το όνομά τους ξέρουν να χειρίζονται το τάμπλετ και το κινητό τηλέφωνο.
Η ζωή αποκτά το δικό της άρωμα, που σίγουρα δεν θα μυρίζει γιασεμί, αλλά πλαστικό και θα έχει μαύρο χρώμα.
Κι αν κάτι μένει στο τέλος είναι εκείνοι οι περίφημοι στίχοι της Κ. Γώγου, που είδα σαν σλόγκαν σε έναν τοίχο ενός ερειπωμένου σπιτιού κάπου στα προσφυγικά, «Ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. Στο μυαλό είναι ο στόχος, το νου σου, ε;».