Η πραγματικότητα ως ανθρώπινη «κατασκευή» έχει πολλές διαστάσεις και γίνεται αντιληπτή σε διαφορετικά επίπεδα ανάλογα με τις προϋποθέσεις, που πληροί η ανθρώπινη οντότητα τόσο ως ατομικό όσο και ως συλλογικό υποκείμενο.
Αυτό σημαίνει, ότι η ταυτοποίηση της δυναμικής, που αναπτύσσεται, δεν είναι ενιαία, αλλά εξαρτάται από την οπτική, που προσεγγίζεται και τις νοητικές δυνατότητες του ατομικού υποκειμένου και τους θεσμούς (επιστημονικούς και ειδικότερα ερευνητικούς), που διαθέτει ως συλλογικό υποκείμενο για την ανάλυση του γίγνεσθαι στα διάφορα κοινωνικά συστήματα (οικονομικό, πολιτικό, πολιτισμικό, υγείας κ.λ.π.).
Συγκεκριμένα σημαντικό ρόλο τόσο για πολιτικούς όσο και για οικονομικούς λόγους παίζει η ιδεολογική προσέγγιση της πραγματικότητας. Συνδυάζεται δε με την αξιοποίηση της στο επικοινωνιακό πεδίο, ώστε η εικονική αποτύπωση της αναπτυσσόμενης δραστηριότητας ατομικών ή συλλογικών υποκειμένων να επηρεάζει και την βίωση της καθημερινότητας με στόχο τον έλεγχο της κοινωνικής δυναμικής και των επιλογών σε σχέση με το μέλλον.
Με την έννοια ιδεολογία οριοθετείται η οπτική προσέγγισης της πραγματικότητας, δηλαδή είναι ένα σύστημα κανόνων, που συμβάλλει στην αξιολόγηση του γίγνεσθαι, ενώ ταυτοχρόνως μπορεί να περικλείει εικόνες για τον κόσμο, οι οποίες δεν βασίζονται σε τεκμηριωμένα και ολοκληρωμένα (ως προς την προβολή τους σε βάθος χρόνου) επιχειρήματα, αλλά στοχεύουν στην επιβολή συγκεκριμένων συνθηκών εξουσίας.
Επίσης η ιδεολογική προσέγγιση της πραγματικότητας δεν συμπορεύεται με το κοινωνικό συμφέρον, εάν η κοινωνική της αποδοχή δεν στηρίζεται στην ανάπτυξη διαλόγου στο επίπεδο της επιστημονικής λειτουργίας και στις δομές της κοινωνίας πολιτών με λογικά χωρίς αντιφάσεις επιχειρήματα, στο πλαίσιο του οποίου εξετάζεται η αλήθεια των ισχυρισμών και η νομιμοποίηση των κοινωνικών αξιών, που εμπεριέχουν.
Σε αυτή την διεργασία λογικό είναι αυτό, που αναγνωρίζεται από τους συμμετέχοντες ως αληθινό, ενώ παράλληλα καθιστά εφικτή την ανθρώπινη συμβολή στην θεωρητική «κατασκευή» της πραγματικότητας.
Ιδιαιτέρως δύσκολη και με υψηλό βαθμό διακινδύνευσης είναι η προσέγγιση και διαμόρφωση της πραγματικότητας σε πραγματικό χρόνο με συνυπολογισμό της δυναμικής προβολής της στο μέλλον και των επιπτώσεων αυτής της πορείας.
Ο χρόνος εξελίσσεται με μεγάλη ταχύτητα και η πραγματικότητα μετασχηματίζεται διαρκώς, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται οι προϋποθέσεις, που πρέπει να συνυπολογισθούν και να αναλυθούν, ώστε τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο να είναι ελεγχόμενη η δυναμική της εξέλιξης στο πλαίσιο του ισχύοντος μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης και πολιτικής διαχείρισης.
Είναι δε τόσο υψηλός ο βαθμός αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης των αποφάσεων, που λαμβάνονται για την πορεία προς το μέλλον στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης τόσο στο επίπεδο της τοπικής κοινωνίας όσο και στα ευρύτερα και πιο σύνθετα πεδία των εθνικών ορίων και της πλανητικών διαστάσεων παγκόσμιας κοινότητας, που η δυναμική, η οποία αναπτύσσεται σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν εγγυάται ακόμη και την βιωσιμότητα του ανθρώπου και του οικοσυστήματος.
Διαμορφώνονται αδιέξοδες συνθήκες, οι οποίες οδηγούν στην διόγκωση της ρευστότητας και της ανασφάλειας στις επιμέρους κοινωνίες, ανεπτυγμένες, όπως είναι οι πλούσιες χώρες του Βορρά, αλλά και καταδικασμένες στην κατάρρευση, όπως είναι οι φτωχές χώρες του Νότου.
Το φαινόμενο της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών από τις φτωχές χώρες του Νότου προς τις ευημερούσες χώρες του Βορρά πιστοποιεί με τον καλύτερο τρόπο την μη ελεγχόμενη «κατασκευή» της παγκόσμιας πραγματικότητας.
Η διαχείριση αυτού του προβλήματος τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο δείχνει, ότι η ανθρωπότητα αδυνατεί να διαχειρισθεί με ασφάλεια και δικαιοσύνη την δυναμική της εξέλιξης, που η ίδια δρομολόγησε με την μη ισόρροπη ανάπτυξη και την άγρια εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του Νότου από τις χώρες του πλούσιου Βορρά.
Τα αδιέξοδα πληθαίνουν ακόμη περισσότερο, εάν συνυπολογισθεί και η κλιματική αλλαγή και οι ολέθριες επιπτώσεις της.
Ενώ είναι ήδη ορατοί οι κίνδυνοι, που συνεπάγεται η ακολουθούμενη πρακτική τόσο από το πολιτικό όσο και από το οικονομικό σύστημα, ακόμη δεν έχει δρομολογηθεί η αναγκαία αναθεώρηση του τρόπου λειτουργίας των κοινωνιών.
Η ρύπανση του περιβάλλοντος συνεχίζεται, ενώ δεν λαμβάνονται άμεσα αποτελεσματικά μέτρα (π.χ. παραγωγή ενέργειας μόνο με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, απαγόρευση χρήσης πλαστικού), διότι θα απειληθεί με κατάρρευση το ισχύον μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, το οποίο δημιούργησε το πρόβλημα.
Η προοπτική της αναγκαίας αλλαγής ακόμη και του τρόπου ζωής των ανθρώπων (π.χ. καταναλωτισμός, διαφοροποίηση εργασιακής μορφής κ.λ.π.), η οποία θα μπορούσε να επιφέρει κοινωνικές αναταράξεις με πολιτικές προεκτάσεις, έχει απονευρώσει την πολιτική διαχείριση της πραγματικότητας με βιώσιμο τρόπο.
Τέλος ενώ η διαμόρφωση της πραγματικότητας θα μπορούσε να βασίζεται στην παραγόμενη γνώση από την επιστημονική προσέγγιση της στους διάφορους τομείς δραστηριοποίησης των κοινωνιών (κοινωνικά συστήματα) και ταυτοχρόνως να οριοθετείται από ένα αξιακό σύστημα με προσανατολισμό την βιωσιμότητα της ανθρώπινης οντότητας σε συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης και ισορροπημένης ευημερίας σε πλανητικό επίπεδο στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και αλληλεξάρτησης των κοινωνιών, η δυναμική, που αναπτύσσεται, εδράζεται στην λογική ενός πραγματισμού, ο οποίος εργαλειοποιεί τον άνθρωπο με στόχο την λειτουργικότητα και την οικονομική απόδοση των κοινωνικών συστημάτων.
Με αυτό τον τρόπο όμως δεν αξιοποιείται η επιστημονική γνώση και οι τεχνολογικές της εφαρμογές θετικά για τον άνθρωπο και το φυσικό περιβάλλον, αλλά χρησιμοποιείται συχνά για την μαζοποίηση των κοινωνιών και την χειραγώγηση των πολιτών με την αξιοποίηση των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας.
Αυτή η αρνητική πορεία δεν οδηγεί σε ένα βιώσιμο μέλλον και πρέπει να αναζητηθούν λειτουργικές διέξοδοι. Βασική προϋπόθεση για την πραγμάτωση αυτού του στόχου είναι η οικοδόμηση ατομικής συνείδησης με κοινωνική αναφορά και γνώση της ανάγκης συνεργασίας των πολιτών για την επίτευξη βιώσιμης ευημερίας για όλους, ώστε να στηρίζεται στο κοινωνικό συμφέρον η πολιτική στάση και λειτουργία τόσο στο επίπεδο της κοινωνίας πολιτών όσο και στα κοινωνικά συστήματα και ιδιαιτέρως στο οικονομικό και στο πολιτικό.
Με αυτό τον τρόπο διευκολύνεται και η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης στους απλούς πολίτες, ώστε να μπορούν να μπουν στη θέση του «άλλου» και να κατανοήσουν και να αποδεχθούν πολύ καλύτερα την αναγκαιότητα αποδόμησης των κοινωνικών ανισοτήτων, διότι υποσκάπτουν την κοινωνική συνοχή.
Με την ισχυρή ως προς την κοινωνική της αναφορά ατομική συνείδηση και την αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης και οπτικής μπορεί να αναπτυχθεί δημιουργικός διάλογος, ο οποίος θα βασίζεται σε λογικά και χωρίς αντιφάσεις επιχειρήματα, ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος για την λήψη μη λειτουργικών και βιώσιμων αποφάσεων για το μέλλον.
Η πραγματικότητα ως ανθρώπινη «κατασκευή» μπορεί και πρέπει να αποκτήσει βιωσιμότητα και να εγγυηθεί την ευημερία σε πλανητικό επίπεδο. Δεν είναι εύκολο, δεν υπάρχει όμως άλλη επιλογή.