Ποιος πίνει ακόμα ρετσίνα στην Ελλάδα; Οι φαντάροι στον Έβρο; Οι απένταροι φοιτητές στο Γκάζι; Οι μετανάστες στα σουβλατζίδικα; Γιατί περί αυτού πρόκειται.
Την επόμενη φορά που θα βρεθείτε σε ένα παραδοσιακό και γραφικό ταβερνάκι σε κάποια παραλία ζητήστε να σας φέρουν ρετσίνα• το πιθανότερο είναι να σας πουν πως δεν έχουν. Ούτε χύμα, ούτε εμφιαλωμένη. Η ρετσίνα υπάρχει πλέον μόνο σαν ιδέα, σαν οπτασία και σαν άλλοθι για τα «καλά» κρασιά της Ελλάδας, τα άλλα, τα α-ρετσίνωτα.
Του Ντίνου Στεργίδη
Ποιος ευθύνεται για αυτό; Οι ίδιοι οι οινοπαραγωγοί, πρωτίστως. Η ρετσίνα είναι η παράπλευρη απώλεια της αναγέννησης του ελληνικού κρασιού, γιατί το ελληνικό κρασί ήταν τόσα χρόνια ταυτισμένο με αυτήν, που οι παραγωγοί μας δεν μπορούσαν να πουλήσουν τίποτε άλλο στο εξωτερικό. Έπεφταν επάνω σε ένα τοίχο που έλεγε με μεγάλα γράμματα: Greek wine is retsina (go home).
Η απόρριψη της ρετσίνας από τους oινοποιούς εκείνους που συνέθεσαν τη νέα γενιά του ελληνικού κρασιού ήταν τόσο απόλυτη και καθολική, που όταν το 2011 άρχισε να σχεδιάζεται η επίσημη πύλη www.newwinesofgreece.com, δεν είχε προβλεφθεί πουθενά χώρος για αυτήν και δημιουργήθηκε άρον-άρον μία ξεχωριστή κατηγορία «παραδοσιακών οίνων» καθώς ήταν αδιανόητο να συμπεριληφθεί με τα άλλα κρασιά.
Από τη μία, λοιπόν, είχαμε τα κορυφαία οινοποιεία της χώρας να επιδίδονται σε μία κούρσα προς τα εμπρός, υψηλής τεχνολογίας και σύγχρονου μάρκετινγκ, με ονόματα κρασιών και ετικέτες που απήχαν έτη φωτός από την κουλτούρα της ρετσίνας και της ταβέρνας και από την άλλη ένα καταναλωτικό κοινό το οποίο, ήθελε με τη σειρά του, να είναι «in», μοντέρνο και παγκοσμιοποιημένο.
Τα χρόνια της «αστακομακαρονάδας» η χρυσή νεολαία της Αθήνας θα προτιμούσε να χορέψει δημόσια τσιφτετέλι από το να θεαθεί με ένα ποτήρι ρητινίτη οίνο στο χέρι. Ακόμα και σήμερα, που θεωρείται διανοητικά προχωρημένο να αμφισβητεί κάποιος ό,τι είναι εμπορικά επιτυχημένο και δη παγκοσμιοποιημένο, δεν πρόκειται να δείτε κανέναν να πίνει ρετσίνα. Αναρωτιέμαι αν τα μέλη του Ρουβίκωνα είναι φαν της, είναι κάτι που πολύ θα ήθελα να μάθω.
Υπήρξε ωστόσο και ένα τρίτο στοιχείο που συντέλεσε καθοριστικά στην πτώση της ρετσίνας: η τυποποίησή της. Αποτελεί τεράστιο παράδοξο, αλλά στην περίπτωσή της τολμώ να πω πως η επικράτηση του εμφιαλωμένου κατέστρεψε όλη την κατηγορία.
Στο σημείο αυτό πρέπει να κάνουμε μία διευκρίνιση: περισσότερο από κάθε άλλο κρασί, η ρετσίνα είναι κρασί φαγητού. Δεν υπάρχει Έλληνας με σώας τας φρένας, πουθενά στην Ελλάδα, που θα παράγγελνε ένα ποτήρι ρετσίνα, σκέτο, ως απεριτίφ. Η ρετσίνα είναι εξόχως και μόνο κρασί φαγητού. Μάλιστα, συγκεκριμένου φαγητού, με το οποίο ταιριάζει φανταστικά, που δεν είναι άλλο από τους παραδοσιακούς μας μεζέδες.
Όμως, οι μεγάλες οινοβιομηχανίες της χώρας, όταν άρχισαν να εμφιαλώνουν τη ρετσίνα και να την πωλούν όλο και περισσότερο στο εξωτερικό (την ώρα που η εγχώρια αγορά κατέρρεε), προχώρησαν στη σταδιακή μείωση του ρετσινιού με στόχο την παραγωγή μιας ρετσίνας που θα ήταν πιο «ελαφριά» και ευπώλητη. Σε αντιδιαστολή με την παραδοσιακή βαρελίσια ρετσίνα που μπορούσε να περιέχει μέχρι και 5 κιλά ρετσίνι στον τόννο, οι εμφιαλωμένες περιείχαν... 800 γραμμάρια (η νομοθεσία προέβλεπε μέχρι 10 κιλά στον τόννο!). Με άλλα λόγια μιλάμε για ένα άλλο προϊόν, το οποίο ούτε τους παραδοσιακούς φίλους της ρετσίνας δεν μπορούσε να ικανοποιήσει, ούτε τους μικροαστούς των γερμανικών προαστείων, για τους οποίους ούτως ή άλλως ήταν ένα προϊόν ακατανόητο εκτός πλαισίου διακοπών.
Το δράμα είναι ότι οι παραδοσιακές, βαριές ρετσίνες ταιριάζουν πολύ καλύτερα με τους παραδοσιακούς μεζέδες απ’ ότι οι σύγχρονες, ελαφριές, εμφιαλωμένες ρετσίνες που ταιριάζουν καλύτερα με... σούσι (και έτσι προωθούνται!).
Δεν ξέρω ποιο είναι το μέλλον της ρετσίνας η οποία, αν μη τι άλλο, είναι ένα μοναδικό εμπορικό σήμα που μας ανήκει εξ ολοκλήρου και έχει τεράστια αναγνωρισιμότητα ανά την υφήλιο.
Τα τελευταία χρόνια πολλοί παραγωγοί πειραματίζονται σοβαρά με αυτήν και έχουμε δει διάφορα ενδιαφέροντα προϊόντα να βγαίνουν από τα κελάρια τους. Πάντως, η παραδοσιακή ρετσίνα που ξέραμε έχει πεθάνει, πόσο μάλλον που τη θέση του σαββατιανού έχει καταλάβει το ασύρτικο. The king is dead, long live the king!