Πέραν των μεγάλων πολιτικών ζητημάτων που ανέκυψαν από της υπογραφής της «συμφωνίας των Πρεσπών», έχουν ανακύψει και σοβαρά νομικά θέματα, τα οποία χρήζουν έρευνας.
Αρχικά, υφίστανται οι δύο αποφάσεις του Αρείου Πάγου των ετών 1994 και 2009, οι οποίες έκριναν ως ανύπαρκτη την “Μακεδονική” γλώσσα και ανύπαρκτο το “Μακεδονικό” Έθνος.
Του Νίκου Μπούρα*
Αποφάσεις κρίσιμες και επί της ουσίας, οι οποίες, λόγω της εκδόσεώς τους από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχουν δημιουργήσει δεδικασμένο και μάλιστα αμετάκλητα. Επίσης, η ¨συμφωνία¨ αυτή άπτεται υψίστης σημασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ελλήνων, παραβιάζοντας ταυτόχρονα αρχές του Διεθνούς Δικαίου και της Οικουμενικής Διακήρυξης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ο Υπουργός των Εξωτερικών υπέγραψε μία «συνθήκη», χωρίς την διενέργεια δημοψηφίσματος. Το Σύνταγμα στο αρ. 44 παρ. 2 προβλέπει, ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκηρύσσει με διάταγμα δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Το θέμα της συγκεκριμένης ¨συμφωνίας¨ δεν νομίζω, ότι υπάρχει κάποιος, που δεν το θεωρεί ως «κρίσιμο εθνικά θέμα» και αυτοδικαίως, υπάγεται στις προβλέψεις του συγκεκριμένου άρθρου. Η Κυβέρνηση, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου, όφειλε να ενεργοποιήσει την συγκεκριμένη διάταξη και να προχωρήσει στα επόμενα βήματά της σύμφωνα με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Επίσης, δεδομένου ότι ο κυβερνητικός συνεταίρος έχει δηλώσει ρητά, ότι θα καταψηφίσει στην Βουλή την ¨συμφωνία¨ αυτή, είναι αποδεδειγμένο, ότι η Κυβέρνηση κατά την υπογραφή δεν είχε την απαραίτητη πλειοψηφία βουλευτών.
Αυτά είναι ενδεικτικά κάποια από τα σοβαρά νομικά θέματα που έχουν ανακύψει και είναι σίγουρο, ότι οι προσφυγές στη Δικαιοσύνη διαφόρων φορέων και ενώσεων θα διαλευκάνουν πλήρως το τοπίο αλλά θα δημιουργήσουν και το οριοθετημένο νομικό πλαίσιο, στο οποίο θα πρέπει να κινηθούν οι επερχόμενες εξελίξεις στην χώρα μας.
*Δικηγόρος