Η επικαιρότητα ενός μικρού δοκιμίου που αναφέρεται σε μία πραγματεία του Τζόναθαν Σουΐφτ, που γράφτηκε πριν 285 χρόνια!
Το βρήκα μάλλον τυχαία, σε ένα συμπαθητικό βιβλιοπωλείο στο Νέο Ψυχικό. Είναι ένα πολύ καλά επιμελημένο βιβλίο 70 σελίδων που φέρει τον τίτλο Η Τέχνη της Πολιτικής Ψευδολογίας (εκδόσεις Άγρα) και την υπογραφή του Jonathan Swift (1667-1765), Αγγλο-Ιρλανδού συγγραφέα, δοκιμιογράφου και σατιρικού σχολιαστή, γνωστού κυρίως από τα Ταξείδια του Γκιούλιβερ.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Σε κείμενο που τού αποδίδεται, με έτος συγγραφής το 1733, το οποίο σχολιάζει εισαγωγικά ο καθηγητής Jean-Jacques Courtine, ο Swift πραγματεύεται σε δύο τόμους την πολιτική ψευδολογία –στην οποία σπεύδουμε να υπογραμμίσουμε ότι δεν αποδίδει μόνον αρνητικές συνέπειες. Αυτός είναι και ο λόγος που τον οδηγεί να διατυπώνει συμβουλές για το πώς πρέπει να λέγεται το ψέμμα και ποια χρειάζεται να είναι η σύνθεσή του ώστε …να πείθει!
Από την άποψη αυτή, το ηλικίας σχεδόν τριών αιώνων κείμενο ψέγει τους δημοσιογράφους της εποχής χαρακτηρίζοντάς τους «χονδροειδείς ψευδολόγους με λειψό ταλέντο, που τούς λείπει η ικανότητα να πουλήσουν το ψέμμα».
Κατά τον Swift – ή όποιον άλλον τυχόν χρησιμοποίησε το όνομά του, υπαινίσσεται ο Courtine– το ψέμμα είναι ένα είδος πολιτικής πρώτης ύλης. Η δε ύπαρξή του πάει πολύ μακρυά. Τοποθετείται στην εποχή του Αριστοτέλη, αλλά γίνεται αντικείμενο μελέτης από τον Μακιαβέλλι και τον Ηγεμόνα του.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας, που στις μέρες μας παγκοσμιοποιείται και άρα προσλαμβάνει κατακλυσμιαίες διαστάσεις, διατηρεί ακέραια την ορθότητά της. Η δε επικαιρότητά της είναι τέτοια που επιτρέπει να υποθέσουμε μία μεγάλη σαθρότητα των πολιτικών ηθών.
Όλως περιέργως, έτσι, το ψέμμα τού σήμερα μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με το αντίστοιχο τού χθες.Η μόνη διαφορά είναι ότι σήμερα το ψέμμα συνδυαάζεται και με συνειδητή πολιτική απάτη. Ειναι δε και παγκοσμιοποιημένο.
Είναι συνεπώς κατάδηλο ότι, πριν τρεις αιώνες σχεδόν, ο Jonathan Swift κατόρθωσε να δει μακρυά, τηρουμένων των τεχνικών αναλογιών. Μετά την εποχή του Αγγλο-Ιρλανδού συγγραφέα, που έγινε πάστορας στο Μπέλφαστ το 1694, η πολιτική ψευδολογία έκανε και αυτή την «βιομηχανική επανάστασή» της.
Με την ανάπτυξη του Τύπου στην διάρκεια του 19ου αιώνα, έφυγε από το προφορικό στάδιο, μηχανοποιήθηκε και κέρδισε έδαφος, αποκτώντας συστηματικότητα και διάδοση που άλλοτε δεν θα τολμούσε καν να ονειρευτεί.
Έτσι, ναι μεν οι παρατηρήσεις του Swift διατηρούν την εγκυρότητά τους, αλλά ίσως σήμερα εμείς να μην έχουμε «δει» τίποτα από αυτά που έπονται. Στην διάρκεια του 20ου αιώνα, το ψέμμα ακολούθησε και αυτό την πορεία της μαζικής κατανάλωσης. Μαζικοποιήθηκε και πήρε κατακλυσμιαίες διαστάσεις –με ό,τι αυτό συνεπαγόταν.
Σήμερα το ψέμμα είναι ηλεκτρονικό, ψηφιακό, παγκόσμιο. Είναι προϊόν μίας ορθολογικής οργάνωσης και ενός αυστηρού καταμερισμού της εργασίας, που σκοπόν έχουν όμως να παράγουν ανορθολογισμό, ενίοτε δε φανατισμό και μίσος. Είναι έτσι ξεκάθαρο ότι ο 21ος αιώνας είναι αυτής της ψηφιακής εποχής του ψεύδους.
Είναι ο αιώνας που θα δει να εφευρίσκονται αφάνταστοι τύποι πολιτικής εξαπάτησης. Ψεύδη, τα οποία θα παράγονται σε κλίμακα χωρίς προηγούμενο, θα διαδίδονται με πρωτόγνωρη ταχύτητα. Η περίφημη «Ψευδολογική Εταιρεία» που ανέφερε το Swift στην πραγματεία του θα φαντάζει σαν μεσαιωνική συντεχνία.
Ήδη, όμως, έχει τεθεί ένα σοβαρό πρόβλημα που ίσως αλλάξει τον ρου της ψευδολογίας. Ποιο είναι;
Προς το τέλος του 20ου αιώνα, η οργάνωση της ψευδολογίας και τα «Υπουργεία της Αλήθειας» που περιέγραψε ο Τζωρτζ Όργουελ, υπέστησαν δεινή ήττα σε όλες τις εκδοχές τους. Το περίφημο, κατά Όργουελ, «αρχιπέλαγος του αποπροσανατολιστικού ψεύδους» έμελλε να πέσει θύμα των ίδιων των φιλοδοξιών του.
Οι εμπνευστές του, φαιοκόκκινοι κατά κανόνα, μάλλον δεν είχαν διαβάσει την πραγματεία του Swift.
Αλλιώς θα ήξεραν ότι είναι μεν καλό να επιδιώκεις την ευτυχία του λαού παρά την θέλησή του ή να τού πουλάς φύκια για μεταξωτές κορδέλλες, αλλά είναι άκρως επιβλαβές για ένα ψέμμα να εκλαμβάνεται ως αλήθεια. Πρόκειται για τραγικό λάθος. Η αγριότητα της πτώσης είναι ανάλογη με το υπέρμετρο μέγεθος των φιλοδοξιών. Η αχαριστία των λαών δεν έχει όρια.
«Το παράδειγμα της Τέχνης της Πολιτικής Ψευδολογίας μάς καλεί επίσης να κάνουμε τις απαραίτητες διευκρινίσεις προκειμένου για τα ψέμματα του καιρού μας. Πρέπει λοιπόν να κάμουμε την διάκριση ανάμεσα στο ολοκληρωτικό ψέμμα και στα δημοκρατικά ψέμματα.
Το δημοκρατικό ψέμμα είναι πλουραλιστικό. Δεν διεκδικεί την αποκλειστικότητα, αλλά συνυπάρχει ανεκτικά με τα αντίπαλά του.
Με άλλα λόγια,σε κάποια φάση μιά πολιτική απάτη αποκαλύπτεται.Το θέμα είναι πόσο εγκαιρα γίνεται η αποκάλυψη αυτή και υπό ποιό κόστος.