Γίνεται σταδιακά συνείδηση ότι το επικείμενο κύριο διακύβευμα της Ελλάδας δεν θα είναι το οικονομικό πρόβλημα, αλλά ο εκ Τουρκίας κίνδυνος.
Οι συνταρακτικές αλλαγές των τελευταίων ετών έχουν αχρηστεύσει τη μέχρι πρότινος εμπειρία από τη σχέση μας με τη γείτονα. Υπάρχουν, βέβαια, εξελίξεις ευνοϊκές για τα ελληνικά συμφέροντα.
Του Γιώργου Πρεβελάκη
Επί παραδείγματι, η ιστορική στρατηγική σχέση Τουρκίας-Ισραήλ ανετράπη εν μία νυκτί, με αποτέλεσμα το Ισραήλ να στραφεί προς την Ελλάδα και την Κύπρο. Εντούτοις, η συνολική εικόνα παραμένει ανησυχητική.
Η νέα κατάσταση, περίπλοκη και δυσνόητη με σημερινά κριτήρια,μπορεί να ερμηνευθεί αν αναχθούμε σε έναν αιώνα πίσω. Μετά την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μουσταφά Κεμάλ κατόρθωσε να αναστείλει τη “βαλκανοποίηση”, δηλαδή την επέκταση του κατακερματισμού της τέως Αυτοκρατορίας από το ευρωπαϊκό στο ασιατικό της τμήμα.
Η συνθήκη της Λωζάνης ενοποίησε τον πολιτικό χάρτη της Ανατολίας, ανατρέποντας την συνθήκη των Σεβρών, η οποία τον διασπούσε σε διάφορα κράτη. Έτσι δημιουργήθηκε η Τουρκία. Σε ποιες, όμως, βάσεις;
Τουρκικό έθνος δεν υφίστατο. Στα εδάφη τής μετέπειτα τουρκικής επικράτειας είχε συγκεντρωθεί ένας ετερογενής πληθυσμός, κατά το πλείστον αγροτικός και προϊόν προσφυγικών ροών από περιοχές οι οποίες, από τον δέκατο όγδοο αιώνα και εξής, είχαν περιέλθει σε χριστιανικό έλεγχο.
Αυτοί οι “θρησκευτικοί πρόσφυγες”, οι muhacir, με διαφορετικές γλώσσες και παραδόσεις, είχαν ως μοναδική κοινή αναφορά το Ισλάμ.
Ο Κεμάλ στήριξε την ενότητα τού υπό κατασκευήν τουρκικού έθνους σε στοιχεία εισαγόμενα από τη Δύση: εκσυγχρονισμός και φυλετισμός. Δεν ήταν δυνατόν να εντάξει στη νέα ταυτότητα ένα ισχυρό ενδογενές στοιχείο, χωρίς να επιστρέψει στην οθωμανική τραυματική εμπειρία.
Αντικατέστησε, λοιπόν, τη θρησκεία με μια άλλη αναφορά, στην οποία προσέδωσε ιερά χαρακτηριστικά: το έδαφος. Το νέο εδαφικό δόγμα επέβαλε στους Νεοτούρκους να εγκαταλείψουν τον επεκτατισμό, έναντι της απόλυτης προάσπισης της εδαφικής ακεραιότητας.
Η αναμενόμενη φθορά του κεμαλικού ιδεολογήματος στα τέλη του εικοστού αιώνα οδήγησε στην αντικατάστασή του από τον ισλαμισμό και τον νεο-οθωμανισμό. Μετά από μια πρώτη ευφορική περίοδο, αυτή η vintage ιδεολογική αναθεώρηση απεδείχθη προβληματική.
Αναβίωσαν οι παλαιές οθωμανικές αντιφάσεις ανάμεσα σε σουνίτες και αλεβίτες, οι οποίες ενίσχυσαν τις μεταγενέστερες: Τούρκοι έναντι Κούρδων, εξευρωπαϊσμένοι παράλιοι και αστοί έναντι των λοιπών. Οι εντάσεις αυτές οδήγησαν σε εκρήξεις βίας και σε μια αυξανόμενη αυταρχική και κατασταλτική πολιτική.
Τι απομένει για να διατηρεί τη συνοχή των πληθυσμών στην Τουρκία; Μόνον το έδαφος. Αυτό το“ιερόν” απειλείται τώρα από τις συνεχείς διπλωματικές και στρατιωτικές επιτυχίες του κουρδικού εθνικισμού.
Η προοπτική να δημιουργηθεί κουρδικό κράτος, με αναπόφευκτα αλυτρωτικό χαρακτήρα, απειλεί το τελευταίο οχυρό της τουρκικής ταυτότητας. Ακόμη και ένα κουρδικό χωριό να αποσπασθεί από το τουρκικό έδαφος, ολόκληρο το οικοδόμημα της Τουρκίας κλονίζεται.
Η Τουρκία αντιμετωπίζει, επομένως, υπαρξιακή απειλή. Καθίσταται, κατά συνέπειαν, απρόβλεπτη. Η Ελλάδα είναι όμηρος της κατάστασης.
Στην τουρκική προκλητικότητα έναντι της Ελλάδος και της Κύπρου, τα παλαιά ελληνοτουρκικά διακυβεύματα λειτουργούν προσχηματικά. Οι προκλήσεις της Τουρκίας δεν απευθύνονται κυρίως προς την Ελλάδα, καθώς η χώρα μας δεν επηρεάζει το ζωτικό κουρδικό ζήτημα.
Έχουν αποδέκτες τη Δύση και, κυρίως, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η απειλή να αποσταθεροποιηθεί η Ανατολική Μεσόγειος και τα Βαλκάνια είναι η απάντηση της Τουρκίας στην αμερικανική και ευρωπαϊκή υποστήριξη προς τους Κούρδους.
Το κουρδικό ερμηνεύεται ως de factoανατροπή της συνθήκης της Λωζάνης. Εφόσον αμφισβητούνται τα ανατολικά της σύνορα, η Τουρκία δικαιούται να αναθεωρήσει τα δυτικά: τα κέρδη των Κούρδων εξισορροπούνται με απώλειες της Ελλάδος.
Τα περιθώρια ελιγμών της Δύσης είναι περιορισμένα. Εγκατάλειψη των Κούρδων συνεπάγεται την απώλεια της δυτικής γεωπολιτικής αξιοπιστίας. Επιπλέον, οι Δυτικοί δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται τη ζωτική σημασία του εδαφικού για την Τουρκία και,πιθανώς, υποτιμούν το θέμα. Ούτως ή άλλως, πρόκειται για μια κατάσταση προς το παρόν μη επιλύσιμη.
Όπως και αν εξελιχθούν οι σχέσεις Δύσης,Τουρκίας και Κούρδων, η Ελλάδα τοποθετείται στο κέντρο του τριγώνου. Ενδέχεται να αναβαθμιστεί ο γεωπολιτικός και γεωστρατηγικός της ρόλος• δεν μπορούν, όμως, να αποκλεισθούν και δυσάρεστες κατακλυσμιαίες εξελίξεις.
Μόνον βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα θα δεχθεί σοβαρούς κλυδωνισμούς οι οποίοι θα προέρχονται από τα τουρκικά προβλήματα.
Μέσα από το τουρκικό και το κουρδικό ζήτημα, η Ελλάδα επιστρέφει στις αβεβαιότητες, τις ευκαιρίες και τους κινδύνους της εποχής πριν και μετά από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ώς σήμερα, μεταπολιτευτικά, το πρότυπο του ιδανικού ηγέτη ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής• στην εποχή που ανοίγεται μπροστά μας, πρέπει να αναζητηθούνηγέτες-συνεχιστές της βενιζελικής πολιτικής και,κυρίως, τηςγεωπολιτικήςπαράδοσης.