Πώς επί 32 χρόνια για τα Ελληνικά Ναυπηγεία, που κρατικοποιήθηκαν το 1985 και έγιναν το «Ναυπηγείο του Λαού», οι Έλληνες φορολογούμενοι πλήρωσαν τα «μαλλιά της κεφαλής» τους και η χώρα μας έγινε η χλεύη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με το πρόστιμο – αποζημίωση των 180 εκατ. ευρώ που επεδίκασε το Διαιτητικό Δικαστήριο του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου (ICC )στο ελληνικό Δημόσιο σε βάρος των Ελλήνων φορολογουμένων και υπέρ του σημερινού ιδιοκτήτη των Ελληνικών Ναυπηγείων κορυφώνεται ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά άγη μετά τη μεταπολίτευση χωρίς τιμωρία των εναγών.
Του Δημήτρη Στεργίου
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά εγκλήματα, που διαπράχθηκε πριν από 32 χρόνια με την εξαγορά από το κράτος των Ελληνικών ναυπηγείων με την καταβολή δισ. δραχμών για να γίνουν «Ναυπηγείο του Λαού» και την παροχή κρατικών ενισχύσεων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ , οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως παράνομες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Το τραγικό αυτό επί 32 χρόνια οικονομικό «ναυάγιο» στη θάλασσα του Σκαραμαγκά αποτελεί ένα από τα πιο δυσβάσταχτα άγη της ελληνικής οικονομίας με την καταβολή από άδεια δημόσια ταμεία 14 εκατ. δολαρίων για την εξαγορά τους από το κράτος το 1985, την καταβολή άλλων 140 δισ. δραχμών για την παγκόσμιας επινόησης… «ιδιωτικοποίησή τους» το 1995 και καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Αλήθεια, πώς θα μπορούσε να στέκονταν συνεχώς όρθια η Ελλάδα, οι Έλληνες και η ελληνική οικονομία και να μη γινόταν η χώρα μας η χλεύη της Ευρώπης με όλα αυτά τα άγη που δημιουργούσαν επί δεκαετίες σε βάρος του ελληνικού λαού, της αξιοπρέπειάς του και της αξιοπιστίας του όλες οι κυβερνήσεις μετά το 1974.
Ένα από αυτά είναι και το «Σκαραμάγκειον άγος», το οποίο άρχισε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 και συνεχίζεται με πολλά δισ. ευρώ τα πετάγονται ως ροδοπέταλα στη θάλασσα του Σκαραμαγκά.
Υπενθυμίζεται ότι από τον περασμένο Μάϊο αναμενόταν η απόφαση της διαιτησίας για τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον ιδιοκτήτη των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά Ισκαντάρ Σάφα με τον τελευταίο να διεκδικούσε ποσό από το ελληνικό Δημόσιου ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ.
Όπως είχε τονίσει τότε στους δημοσιογράφους ο τότε υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας, με βάση την απόφαση αυτή θα καθορίζονταν σε μεγάλο βαθμό και οι επόμενες κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, πρόθεση της οποίας ήταν και είναι να τεθούν τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης και εν συνεχεία να αναζητηθεί από την αγορά νέος ιδιοκτήτης.
Ο ίδιος επεσήμανε τότε ότι υπάρχει καταρχήν συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού σε ό,τι αφορά το θέμα των Ναυπηγείων και ότι οι Βρυξέλλες υποστηρίζουν το σχέδιο περί καθεστώτος ειδικής διαχείρισης, καθώς και του διαχωρισμού της επιχείρησης σε «στρατιωτικό» και εμπορικό σκέλος.
Σημειώνεται ότι το σχέδιο που υποστηρίζεται και σήμερα προβλέπει τη δημιουργία «στρατιωτικού» ναυπηγείου, το οποίο για λόγους ασφάλειας θα πωληθεί, μέσω διαγωνισμού, μόνο σε ευρωπαϊκούς ομίλους με βάση και το συνολικότερο πλαίσιο για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, ενώ με αυτό επιδιωκόταν να αποφευχθεί και η καταβολή του προστίμου ύψους 566 εκατ. ευρώ που είχε επιδικασθεί στην Ελλάδα για τα χρήματα που θεωρήθηκαν κρατικές ενισχύσεις και δόθηκαν στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά την περίοδο 1997-2002.
Μάλιστα, τότε υπήρχαν δημοσιογραφικές πληροφορίες ότι είχε εντοπιστεί χρέος πολλών εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο βάρυνε την υφιστάμενη διοίκηση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, αλλά δεν είχε καταλογισθεί, και αφορούσε σε προκαταβολές που έδωσε το ελληνικό Δημόσιο στην επιχείρηση για την πραγματοποίηση ναυπηγικών εργασιών, οι οποίες όμως ποτέ δεν υλοποιήθηκαν.
Επισημαίνεται ότι το μείζον αυτό οικονομικό έγκλημα, που έγινε πριν από 32 χρόνια και συγκεκριμένα στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985, το έχω συμπεριλάβει μαζί με άλλα επτά στο βιβλίο «Αυτή είναι η Ελλάδα – Τα οκτώ μεγαλύτερα εγκλήματα στην οικονομία μετά τη μεταπολίτευση» (Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2000).
Από το τέταρτο κεφάλαιο υπό τον τίτλο «Η εξαγορά των Ελληνικών Ναυπηγείων από το κράτος» αναδημοσιεύω από τις 50 σελίδες του μια μικρή περίληψη, έτσι για να θυμόμαστε πώς φτάσαμε στα … μνημόνια.
Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζαμε πώς τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά έγιναν στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 «Ναυπηγεία του Λαού», αφού όμως ο ελληνικός λαός κατέβαλε στον Νιάρχο 14 εκατ. δολάρια, για να μη μείνουν άνεργοι οι εργαζόμενοι σε αυτό και για να μην τους «εκμεταλλεύεται» ο ιδιώτης επιχειρηματίας και να συνεχίζει συνεχώς να πληρώνουν οι Έλληνες φορολογούμενοι, μολονότι οι εργαζόμενοι μειώνονταν συνεχώς αισθητά!
Γράφαμε, λοιπόν:
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 συνετελέσθη στη χώρα μα ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην οικονομία μεταπολεμικά.
Πρόκειται για την εξαγορά των Ελληνικών Ναυπηγείων (Ναυπηγεία Σκαραμαγκά) από το κράτος, με την καταβολή 14 εκατ. δολαρίων στον έως τότε ιδιοκτήτη τους Σταύρο Νιάρχο.
Αυτή την εξαγορά από την πρώτη στιγμή χαρακτηρίσαμε , σε άρθρα μας, σε σχόλια και σε έρευνες, ως το μεγαλύτερο οικονομικό έγκλημα στη χώρα μας.
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985 συγκλήθηκε γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας, η οποία όρισε το νέο Διοικητικό Συμβούλιο.
Στις εφημερίδες της επόμενης ημέρας, δηλαδή στις 4 Σεπτεμβρίου του 1985, δημοσιεύθηκαν «ιστορικές» δηλώσεις του νέου προέδρου, των υπουργών, των συνδικαλιστών και ρεπορτάζ με φωτογραφίες των εργαζομένων να χορεύουν στο Ναυπηγείο με το πανό να γράφει «Ναυπηγείο του Λαού»!
Το προσύμφωνο είχε υπογραφεί στις 24 Αυγούστου του 1985, δηλαδή σε μια περίοδο κατά την οποία η ελληνική οικονομία ήταν, ως συνήθως, στα πρόθυρα χρεοκοπίας, με τα υψηλά ελλείμματα, το υψηλό δημόσιο χρέος και τον υψηλό πληθωρισμό να κυριαρχούν.
Και, ως γνωστόν, επειδή, η ελληνική οικονομία είχε και τότε υψηλά δημόσια ελλείμματα, οι κυβερνήσεις αναγκάζονταν, για να έχουν μεγάλα περιθώρια σπατάλης, να δανείζονται αφειδώς από τους «διεθνείς κερδοσκόπους».
Έτσι, τα χρήματα αυτά, τα 14 εκατ. δολάρια, δόθηκαν στον Σταύρο Νιάρχο από άδεια δημόσια ταμεία ή, καλύτερα, από δανεικά!
Όπως προκύπτει από τα βιβλία μου για το άγος αυτό και από ρεπορτάζ των εφημερίδων της 24ης και 25ης Αυγούστου του 1985, όταν υπεγράφη το προσύμφωνο, έγιναν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«Με κυρίαρχα συνθήματα οι εργάτες στηρίζουν την Αλλαγή», «Το ναυπηγείο ανήκει στο λαό» και «Αυτή η πολιτική είναι Αλλαγή», χιλιάδες εργαζόμενοι στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά πανηγύρισαν χτες το πρωί την υπογραφή του προσυμφώνου εξαγοράς των Ναυπηγείων από το κράτος».
Το κείμενο κοσμούσε μια σχετικά μεγάλη σε μέγεθος έγχρωμη φωτογραφία με το «πανηγύρι» και το σχετικό πανό.
Και συνεχίζει το ρεπορτάζ:
«Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η ατμόσφαιρα που δημιούργησαν οι εργαζόμενοι στη χτεσινή συγκέντρωση των ναυπηγείων. Πολλές φορές διέκοπταν τους ομιλητές (σημείωση: μεταξύ των οποίων και ο τότε υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας Παν. Ρουμελιώτης) φωνάζοντας διάφορα συνθήματα, όπως «Ο αγώνας τώρα δικαιώνεται, «Δουλειά, ειρήνη, δημοκρατία», «Οι εργάτες στηρίζουν την Αλλαγή» και άλλα.
Τις ομιλίες στη συγκέντρωση έκλεισε ο τότε πρόεδρος των εργαζομένων στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά Γ. Κοντάκης, ο οποίος εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά σύντομα θα είναι το καλύτερο ναυπηγείο της Ευρώπης.
«Εμείς για μια ακόμα φορά, συνέχισε ο Γ. Κοντάκης, διαβεβαιώνουμε τον ελληνικό λαό πως θα συνεχίσουμε τον αγώνα στον τομέα της αύξησης της παραγωγικότητας, έτσι ώστε να διασφαλιστούν τα χρήματα του ελληνικού λαού με τον καλύτερο τρόπο».
Κορύφωση του άγους το 1995
Αμ δε! Το άγος αυτό συνεχίζεται με μια ζημιογόνα πορεία επί δέκα χρόνια και κορυφώνεται στις 11 Δεκεμβρίου του 1995 (βλέπε βιβλίο μου «Ιστορίες οικονομικής τρέλας» του 1995), όταν η τότε κυβέρνηση με μιαν ελληνικής επινόησης «ιδιωτικοποίηση» έδωσε άλλα 140 δισ. δραχμές από άδεια πάλι δημόσια ταμεία για το «Ναυπηγείο του Λαού».
Δηλαδή, το 1995, από την «ιδιωτικοποίηση» αυτή όχι μόνο δεν εισέπραξε χρήματα το Δημόσιο, όπως θα περίμενε κανείς, ξεπουλώντας δημόσια περιουσία, όπως λένε συνεχώς οι «κρατικοδίαιτοι», αλλά επεβάρυνε επιπροσθέτως τους φορολογουμένους και με 140 δισ. δραχμές.
Αυτό προκύπτει από την Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία κατατέθηκε στη Βουλή στις 11 Δεκεμβρίου του 1995 με την ευκαιρία της τροπολογίας του τότε υπουργού Βιομηχανίας Αναστασίου Πεπονή για τους όρους και τις προϋποθέσεις «ιδιωτικοποίησης» (μεταβίβαση του 49% των μετοχών των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά στους εργαζόμενους σε αυτά και διατήρηση του … 51% των μετοχών από το κράτος μέσω της ΕΤΒΑ!!!). Πρόκειται για μια τροπολογία «κόστους» 138,4 δισ. δραχμών ή 411 εκατ. ευρώ!
Από τα στοιχεία της Έκθεσης αυτής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους επιβεβαιώνεται ότι η οικονομική και πολιτική ιστορία στη χώρα μας επαναλαμβάνεται συνεχώς ως τραγωδία, αφού το κείμενό της είναι σα να κυκλοφόρησε σήμερα: Ιδού, λοιπόν, πώς και πόσο «εκοστολογείτο» το άγος αυτό:
- Η ζημιά του Πολεμικού Ναυτικού από τις καθυστερήσεις στη ναυπήγηση τριών φρεγατών θα ανέλθει σε 12 δισ. δραχμές!
- Η απώλεια εσόδων του Δημοσίου από τη … διαγραφή χρεών της εταιρείας προς το κράτος θα φθάσει το ποσό των 38 δισ. δραχμών!
- Το ποσό για ανάληψη υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και τους συμμετόχους στο επενδυτικό πρόγραμμα θα ανέλθει σε 18,7 δισ. δραχές!
- Για την πρόωρη συνταξιοδότηση υπαλλήλων των Ναυπηγείων Ελευσίνος και Σκαραμαγκά θα δαπανηθεί το ποσό των 6 δισ. δραχμών!
- Για τη δυνατότητα μετάταξης υπαλλήλων των δύο ναυπηγείων σε άλλους οργανισμούς του Δημοσίου θα χρειαστούν άλλα 700 εκατ. δραχμές!
- Το εφάπαξ για την καταβολή αποζημιώσεων στο προσωπικό που αποχωρεί από τα δύο ναυπηγεία ανέρχεται σε 10 δισ. δραχμές (10 εκατ. δραχμές ο κάθε εργαζόμενος)!!!
- Η διαγραφή χρεών της εταιρείας προς τις πιστώτριες τράπεζες ανέρχεται σε 53 δισ. δραχμές!
Και η τραγωδία είναι ότι παρόμοιες «πονόψυχες» κραυγές και άλλα ηχηρά παρόμοια ακούγονταν και ακούγονται εκκωφαντικότερα ακόμα και σήμερα, που η οικονομική κρίση έχει κλονίσει συθέμελα τη χώρα μας, την ελληνική οικονομία, την ελληνική κοινωνία.
Ε, τι λέτε; Μας χρειάζονται ή δεν μας χρειάζονται και άλλα μνημόνια…
Συνεχίζεται το άγος το 2012
Η ίδια ιστορία ως τραγωδία επαναλαμβάνεται στις αρχές Αυγούστου του 2012 (Με … Μνημόνιο γάρ!) Τότε, πραγματοποιήθηκε πολυάνθρωπη κυβερνητική σύσκεψη (συμμετείχαν πάνω από … 20 υπουργοί, υφυπουργοί, συνδικαλιστές και … παράγοντες) για να … συζητήσουν τα προβλήματα λειτουργίας των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά ή, καλύτερα, για τα προβλήματα που είχαν προκύψει και για τους εργαζόμενους και για τη λειτουργία των ναυπηγείων.
Ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Παναγιωτόπουλος δήλωσε ότι “δεν είναι δυνατόν αυτή η χώρα να έχει ναυπηγεία, τα οποία να μην λειτουργούν και οι άνθρωποι να είναι άνεργοι ή να απασχολούνται εκ περιτροπής», ανακοινώνοντας ότι θα πραγματοποιηθεί σύσκεψη των τριών πολιτικών αρχηγών, δηλαδή των Σαμαρά, Βενιζέλου και Κουβέλη για το ίδιο θέμα και για τη ναυπηγική βιομηχανία γενικότερα.
Σημειώνεται ότι την πολυάνθρωπη αυτή σύσκεψη συμμετείχαν … επτά υπουργοί (Γιάννης Στουρνάρας, Πάνος Παναγιωτόπουλος, Κωστής Χατζηδάκης, Γιάννης Βρούτσης, Κωστής Μουσουρούλης, Χρήστος Σταϊκούρας ), τρεις … υφυπουργοί ( Νίκος Παναγιωτόπουλος, Παναγιώτης Καράμπελας, Δημήτριος Ελευσινιώτης ), οι συνδικαλιστές Γιάννης Παναγόπουλος (πρόεδρος της ΓΣΕΕ) και Βασίλης Καρακίτσος (πρόεδρος των Εργαζομένων στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά «Τρίαινα») καθώς πλήθος άλλων «κυβερνητικών και υπηρεσιακών παραγόντων».
Εισβολή εργαζομένων στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας το 2013
Στα μέσα Οκτωβρίου του 2013, οι εργαζόμενοι στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά εισέβαλαν στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας ζητώντας την καταβολή δεδουλευμένων μισθών έξι μηνών.
Και ιστορία συνεχίστηκε με επανιδιωτικοποίηση, με επανακρατικοποίηση και με τους εργαζόμενους να διαμαρτύρονται συνεχώς με απεργίες ή στάσεις εργασίας, με πορείες διαμαρτυρίας ως … απλήρωτοι και με Ευρωπαϊκό Δικαστήριο!
Τότε, ο Αλέξης Τσίπρας, ως πρόεδρος του Συνασπισμού, είχε προαναγγείλει Εξεταστική Επιτροπή για το θέμα των Ελληνικών Ναυπηγείων, αλλά από το 2000, ξεχνώντας ή προφασιζόμενος κάτι τέτοιο ότι το άγος αυτό είχε αρχίσει από τις 3 Σεπτεμβρίου του 1985…
Παραθέτω ένα σύντομο χρονικό που στηρίζεται σε άρθρο της συναδέλφου και βουλευτού κυρίας Σοφίας Βούλεψη στις 21 Οκτωβρίου 2013, υπό τον τίτλο «Ναυπηγεία Σκαραμαγκά: Η κοροϊδία (μιας ακόμη Εξεταστικής) και η αμνησία»:
-Επί κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη καταβάλλεται προσπάθεια για εκκαθάριση εν λειτουργία, ενώ εξασφαλίζεται από την ΕΕ ότι ο Σκαραμαγκάς θα είναι το μοναδικό ναυπηγείο όπου το Δημόσιο θα μπορεί να διατηρεί το 51% του μετοχικού κεφαλαίου για λόγους εθνικής ασφάλειας.
-Το 1994 αρχίζουν οι ουσιαστικές προσπάθειες πώλησης. Επί υπουργού Βιομηχανίας Κ. Σημίτη βγαίνουν από το καθεστώς εκκαθάρισης και τοποθετείται Δ.Σ. Αρχίζουν οι προσπάθειες για πώληση, αλλά εμφανίζεται αδυναμία εξεύρεσης αγοραστή.
-Το 1995, ο Κ. Σημίτης παραιτήθηκε από υπουργός Βιομηχανίας μετά από τη δήλωση του Α. Παπανδρέου στη ΔΕΘ, με την οποία του απέδιδε ευθύνες για τον χειρισμό της ιδιωτικοποίησης των Ναυπηγείων. Η Ε.Ε. επιβάλλει τελικά ιδιωτικοποίηση του 49%, που περνά στους εργαζόμενους, με το 51% να παραμένει στην (περίφημη) ΕΤΒΑ, που, όπως είπαμε, υποδυόταν την τράπεζα.
-Η βρετανική εταιρία που αναλαμβάνει το μάνατζμεντ φεύγει τρέχοντας και το μάνατζμεντ αναλαμβάνουν οι εργαζόμενοι! Αποτέλεσμα: Στο τέλος της πρώτης κυβέρνησης Σημίτη τα συσσωρευμένα χρέη είχαν φθάσει τα 50 δις. δρχ.
-Το 2002 τα Ναυπηγεία πωλούνται τελικά στη γερμανική εταιρία HDW/Ferrostaal, στην οποία είχαν ήδη παραγγελθεί τρία υποβρύχια. (Η Ferrostaal είναι η εταιρία που είχε αναλάβει την προώθηση των προϊόντων της HDW). Φυσικά, εν μέσω πανηγυρισμών για την «επιτυχημένη» ιδιωτικοποίηση!
-Δυο χρόνια μετά, οι συσσωρευμένες ζημιές είχαν φθάσει τα 180 εκατ. ευρώ και η HDW, η γερμανική εταιρία στην οποία «επιτυχημένα» τα είχαμε πουλήσει, δήλωνε ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, πως σκόπευε και αυτή να πουλήσει και πως δεν μπορούσε να προχωρήσει σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να καλύψει τις ζημιές. Οι Γερμανοί αποφασίζουν να μεταφέρουν σταδιακά κατασκευαστικό έργο από τον Σκαραμαγκά στο Κίελο, προκειμένου η μητρική εταιρία να αυξήσει τα έσοδά της σε βάρος της θυγατρικής.
-Έτσι, ανατίθεται στη μητρική εταιρία υποκατασκευαστικό έργο ύψους 15 δισ. δρχ. για τμήματα των υποβρυχίων S214, που ο Σκαραμαγκάς κατασκεύαζε για λογαριασμό του Πολεμικού Ναυτικού. Πρόκειται για την περίφημη σύμβαση του 2002, όταν παραγγέλθηκαν τα τρία (που έγιναν τέσσερα) υποβρύχια, μεταξύ των οποίων και το «Παπανικολής», το «πιλοτικό», που παρουσίασε κλίση 45 μοιρών (σε ανάδυση και εν πλω).
Η Ελλάδα επί χρόνια αρνείτο να το παραλάβει, αλλά τελικά έγιναν οι αναγκαίες παρεμβάσεις και σήμερα αποτελεί το καμάρι του Στόλου μας. Το συμφωνηθέν ποσόν ήταν 1,8 δισ. ευρώ, από τα οποία προπληρώθηκε το… 1,4 δισ. ευρώ, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν το Βερολίνο πίεζε για την παραλαβή και την αποπληρωμή των υπολοίπων 400 εκατ. ευρώ, ακόμη και με δηλώσεις υπέρ των Σκοπίων!
Οι γερμανικές πιέσεις λάμβαναν διάφορες μορφές: Πουλούσαν, απειλούσαν με απολύσεις, κατέθεταν αγωγές κατά του ελληνικού Δημοσίου.
– Το 2005 οι Γερμανοί πουλούν τα ναυπηγεία (με υπόδειξη Γκέρχαρντ Σρέντερ) σε άλλους Γερμανούς, την Thyssenkrupp και η μεταβίβαση συνοδεύεται από «προικοδότηση» 3 δισ. ευρώ από το κράτος. Σημειώνεται ότι όλες οι μεταβιβάσεις συνοδεύονταν από γενναίες επιδοτήσεις, χωρίς βέβαια κανένα αποτέλεσμα. Μεταξύ του 2002 και του 2004 υπογράφονται με τους Γερμανούς επαχθείς «παράπλευρες συμφωνίες».
-Οι συνεχείς «προικοδοτήσεις», (1996-2002) καθώς από πώληση σε πώληση το κράτος επιδοτούσε τους νέους αγοραστές, είτε για να αποφασίσουν να προχωρήσουν στην αγορά είτε για να μην απολύσουν τους εργαζόμενους, οδήγησαν και σε ευρωπαϊκό «πρόστιμο» (υποχρέωση επιστροφής παράνομων κρατικών επιδοτήσεων) ύψους 230 εκατ. ευρώ.
-Τον Ιούλιο του 2008 η Κομισιόν εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία η Ελλάδα καλείτο να ανακτήσει τις παράνομες επιδοτήσεις που είχαν χορηγηθεί υπέρ των μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων των Ελληνικών Ναυπηγείων. Ανάκτηση δεν έγινε και η υπόθεση κατέληξε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
-Τον Οκτώβριο του 2006, οι διαπραγματεύσεις του υπουργείου Άμυνας με τους Γερμανούς πάγωσαν λόγω των γνωστών προβλημάτων στο «Παπανικολής», ενώ τον Μάιο του 2009 το υπουργείο αποφάσισε να μην παραλάβει το υποβρύχιο.
-Το Νοέμβριο του 2008, οι Γερμανοί έστειλαν τελεσίγραφο πως αν δεν πληρωθούν οι υποχρεώσεις θα αποσύρουν και το τελευταίο κατασκευαστικό πρόγραμμα, απολύοντας 1.400 εργαζόμενους.
-Τον Σεπτέμβριο του 2009 τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά βρέθηκαν ένα βήμα πριν από το λουκέτο με την Thyssenkrupp να καταγγέλλει τη μοναδική σύμβαση που είχε στο Ναυπηγείο. Την ίδια ώρα, οι 170 εργαζόμενοι της (αποσχισθείσας) εταιρίας τροχαίου υλικού παρέμεναν απλήρωτοι από τον Μάιο του 2009. Η αποσχισθείσα εταιρία είχε αιφνιδιαστικά πουληθεί σε… άλλο Γερμανό, που με τη σειρά του εγκατέλειψε την εταιρία!
-Οι εκβιασμοί συνεχίστηκαν και τον Οκτώβριο του 2009, όταν γνωστοποιήθηκε ότι σταματά η μισθοδοσία των εργαζομένων, με τους Γερμανούς να ανακοινώνουν την εγκατάλειψη των ναυπηγείων.
Αρχίζουν νέες περιπέτειες και αναζήτηση αγοραστή, με τον τότε υπουργό Άμυνας Β. Βενιζέλο να έχει παραλάβει μια χαώδη κατάσταση, με τους Γερμανούς να έχουν ήδη εισπράξει πάνω από 2 δισ. ευρώ για τα 4 νέα υποβρύχια S 214 και τον εκσυγχρονισμό των 3 παλαιών S 209, χωρίς βέβαια να έχει παραδοθεί κανένα. Τελικά, οι Γερμανοί υπογράφουν συμφωνία με εταιρία που ειδικεύεται στο real estate έναντι ενός ευρώ.
-Τον Ιανουάριο του 2010 αποφασίζεται νέα πώληση, με νέα συμφωνία, ενώ μπαίνει λουκέτο στο τμήμα τροχαίου υλικού και οι εργαζόμενοι βρίσκονται στον δρόμο.
-Τον Μάρτιο του 2010 αποφασίζεται τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά να περάσουν (σε ποσοστό 75,1%) στην Αμπού Ντάμπι Μαρ, με τους Γερμανούς να διατηρούν το 24,9%.
-Αρχίζουν νέες διαπραγματεύσεις και φθάνουμε στον Σεπτέμβριο του 2010, οπότε και επιτυγχάνεται συμφωνία, που υπογράφεται τον Οκτώβριο.
-Τον Νοέμβριο παραλαμβάνεται και το «Παπανικολής». Στη σύμβαση δεν φιγουράρει η Ferrostaal και δεν υπάρχουν αντισταθμιστικά ωφελήματα.
-Το Νοέμβριο του 2010 – και προκειμένου να (ξανα)πουληθούν τα Ναυπηγεία – η Ελλάδα ανέλαβε σειρά δεσμεύσεων που η Κομισιόν αποδέχθηκε – προφανώς αυτό είναι που ενδιέφερε τότε τον κ. Τσίπρα, δίνοντας την εντύπωση ότι δεν συνέβησαν όλα τα προηγούμενα. Δεσμευθήκαμε τα περιουσιακά στοιχεία των Ναυπηγείων που δεν έχουν σχέση με τη ναυπήγηση πολεμικών πλοίων να πωληθούν και τα χρήματα να χρησιμοποιηθούν για μερική επιστροφή των χρημάτων που η ΕΕ απαιτεί να ανακτηθούν από το ελληνικό δημόσιο ως παρανόμως καταβληθέντα. Επίσης:
Η «Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε» (ΕΝΑΕ) παραιτείται από τη χρήση των γηπέδων που της έχουν παραχωρηθεί και τα οποία δεν είναι αναγκαία για τις στρατιωτικές δραστηριότητες. Η ΕΝΑΕ δεν θα ασκήσει καμία μη στρατιωτική δραστηριότητα κατά τα επόμενα 15 έτη – οπότε μια κατ’ εξοχήν ναυτική χώρα όπως η Ελλάδα δεν θα μπορεί να δραστηριοποιηθεί σε έναν εξαιρετικά προσοδοφόρο τομέα όπως η ναυπήγηση πλοίων, παρά μόνο για τις στρατιωτικές της ανάγκες.
Η Ελλάδα και η ΕΝΑΕ θα καταγγείλουν μια σειρά εγγυήσεων τις οποίες η Επιτροπή είχε κρίνει ασυμβίβαστες με την απόφασή της του 2008. Και βέβαια, για όσο χρόνο διαρκεί η απαγόρευση, η Ελλάδα θα πρέπει κάθε χρόνο να υποβάλλει έκθεση από όπου θα προκύπτει η τήρηση των όρων. Το τι τελικά θα γίνει με τις παράνομες επιδοτήσεις, θα αποφασισθεί μετά την παρέλευση της 15ετίας.
-Τον Οκτώβριο του 2011, ο τότε υπουργός Άμυνας Πάνος Μπεγλίτης ταξίδεψε στις Βρυξέλλες, προκειμένου να συναντήσει τον αρμόδιο για τον ανταγωνισμό Επίτροπο Αλμούνια και να του εξηγήσει ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν μπορεί να ανακτήσει κρατικές ενισχύσεις ύψους 539 εκατ. ευρώ, που σύμφωνα με την Κομισιόν παρανόμως είχαν κατευθυνθεί προς τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά.
Προηγουμένως, τον Αύγουστο του 2011, με απόφαση του τότε υπουργού Ανάπτυξης Μ. Χρυσοχοΐδη, είχε συγκροτηθεί «διαρκής επιτροπή για τη διερεύνηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης», έργο της οποίας, όπως είχε ανακοινωθεί, θα ήταν «η συστηματική διερεύνηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης και η κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων με στόχο την οικονομική ανάκαμψη της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, μέσα από τον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της», ενώ «οι εισηγήσεις της Επιτροπής, στην οποία συμμετέχουν οι εκπρόσωποι φορέων της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, θα υποβάλλονται στον υπουργό σε τακτά χρονικά διαστήματα».
Πρόεδρος της επιτροπής είχε αναλάβει ο αναπληρωτής υπουργός Σ. Ξυνίδης, με αναπληρωτή τον γενικό γραμματέα Βιομηχανίας Αλ. Φούρλα, ενώ μετείχαν ακόμη στελέχη της πρώτης Γενικής Διεύθυνσης Βιομηχανικής Πολιτικής της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, της τρίτης Διεύθυνσης Κλαδικής Βιομηχανικής Πολιτικής, ο διευθύνων σύμβουλος της ΝΑΥΣΟΛΠ Απ. Σίγουρας, εκπρόσωπος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά, του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Πειραιά της Ομοσπονδίας Εργοδοτικών Ενώσεων Επιχειρήσεων Ναυπήγησης και Επισκευής Πλοίων Πειραιά και Ένωσης Ναυπηγοεπισκευαστών, της Ομοσπονδίας Εργοδοτικών Ενώσεων Επιχειρήσεων Ναυπήγησης και Επισκευής Πλοίων Πειραιά, της Ένωσης Ηλεκτρολόγων Πλοίων Πειραιά, της Ένωσης Εργοληπτών Αμμοβολών Χρωματιστών-Καθαρισμών Αττικής, της Ένωσης Βιοτεχνών Εργοδοτών-Μηχανουργών Πειραιά, του Συνδέσμου Εργοληπτών Ναυπηγοξυλουργικών Εργασιών, της Ένωσης Σιδηροβιοτεχνών Επισκευαστών Πλοίων Πειραιά, ο πρόεδρος της ΒΙ.ΠΑ.Σ. Α.Ε.(Διαχείριση Βιομηχανικού Πάρκου Σχιστού) Ι. Πολυχρονόπουλος, της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου (Π.Ο.Ε.Μ.) και του Συλλόγου Διπλωματούχων Ναυπηγών Ελλάδος, του Πανελλήνιου Συλλόγου Εφοδιαστών Πλοίων, του Σωματείου Εργατοϋπαλλήλων Ναυπηγοεπισκευαστικών Ζωνών.
-Έναν ακριβώς χρόνο αργότερα, μετά από δύο εκλογές, νέα κυβέρνηση και υπό άλλους πολιτικούς υπευθύνους), θα ανακοινώνονταν ακριβώς τα ίδια, με την προσθήκη του «συντονιστού υψηλού επιπέδου».
Είχε επίσης προηγηθεί, τον Μάιο του 2011, η εκ μέρους της HDW καταγγελία της σύμβασης για την κατασκευή άλλων δύο νέων υποβρυχίων τύπου 214 και την ολοκλήρωση του εκσυγχρονισμού του υποβρυχίου «ΩΚΕΑΝΟΣ» και η συνάντηση του τότε υπουργού Άμυνας Ευάγγελου Βενιζέλου με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της Αμπού Ντάμπι Μαρ Ισκαντάρ Σάφα και τον πρόεδρο του ΔΣ των ΕΝΑΕ Μπούλος Χάνκας, στη διάρκεια της οποίας, μεταξύ άλλων, ο Σάφα και λοιποί ενημέρωσαν για τα προβλήματα και ανέλαβαν την υποχρέωση άμεσης και πλήρους ενημέρωσης του ελληνικού Δημοσίου για την εξέλιξη της υπόθεσης.
-Τον Μάιο και τον Ιούλιο του 2011, υπήρξε διπλή διερεύνηση της υπόθεσης με τη λειτουργία δύο κοινοβουλευτικών επιτροπών: Η μία, η ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή αμυντικών εξοπλισμών και συμβάσεων, ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης από την περίοδο Βενιζέλου στο υπουργείο και προς τα πίσω και η άλλη, η κανονική, η προκαταρκτική, ανέλαβε τη διερεύνηση από την περίοδο Τσοχατζόπουλου, έως ότου συναντηθεί με την «ειδική».
-Στις 4 Αυγούστου 2011 η έκθεση της ειδικής επιτροπής για τις συμβάσεις των υποβρυχίων την περίοδο 2000-2009, κατέληξε πως ζημιώθηκε μεν το Δημόσιο, πλην όμως οι ευθύνες είναι μόνο… πολιτικές. Στο μεταξύ, η προανακριτική επέρριψε ευθύνες στον Άκη Τσοχατζόπουλο και στις 29 Σεπτεμβρίου 2011, ασκήθηκε ποινική δίωξη για οκτώ κακουργηματικές πράξεις, σε βάρος 29 εμπλεκομένων (υπηρεσιακών παραγόντων του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, συνδικαλιστών, ιδιωτών και εμπλεκομένων στελεχών της αρμόδιας διεύθυνσης Εξοπλισμών του υπουργείου) στην υπόθεση των γερμανικών υποβρυχίων από την εισαγγελέα Πρωτοδικών Πόπη Παπανδρέου, κατόπιν σχετικής παραγγελίας του οικονομικού εισαγγελέα Γρηγόρη Πεπόνη.
-Στη Γερμανία πάλι, η δίκη δύο πρώην στελεχών της εταιρίας Ferrostaal που κατηγορούνταν για δωροδοκία Ελλήνων και Πορτογάλων αξιωματούχων, ξεκίνησε στις 15 Δεκεμβρίου 2011.
-Πέντε μέρες αργότερα, οι κατηγορούμενοι πρώην μάνατζερς της εταιρίας είχαν καταδικαστεί σε φυλάκιση δύο ετών με αναστολή, ενώ στην εταιρία επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους 140 εκ. ευρώ.
-Στις 6 Απριλίου 2012, η εταιρία «Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε.» ανακοίνωσε την απόφαση για εκ περιτροπής εργασία μιας… ημέρας την εβδομάδα, καθώς «το υπάρχον πρόγραμμα κατασκευής υποβρυχίων διακόπηκε, διότι το Ελληνικό Δημόσιο δεν καταβάλλει τις προβλεπόμενες από τη σύμβαση πληρωμές», ενώ «παραμένει σε ισχύ η απαγόρευση να αναλαμβάνει το Ναυπηγείο εργασίες από ξένες χώρες και επιπλέον, με την ερμηνεία, που δίνει το υπουργείο Άμυνας, απαγορεύεται ακόμη και η συμμετοχή της εταιρείας σε διαγωνισμούς, που προκηρύσσονται από το Πολεμικό Ναυτικό».
-Επί του πρωτοφανούς αυτού εκβιασμού, οι εργαζόμενοι κατέφυγαν στη Δικαιοσύνη και τον Οκτώβριο του 2012, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε καταχρηστική την εκ περιτροπής εργασία μιας ημέρας, με τους δικαστές να αναφέρουν συγκεκριμένα ότι «η επιβολή της εργασίας μιας ημέρας με τις δυσχερείς συνέπειες για τους εργαζόμενους υπαγορεύτηκε από την επιθυμία της επιχείρησης να μην καταβάλει την αποζημίωση απόλυσης, κρατώντας στην ουσία ομήρους τους εργαζόμενους».
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, η αντίδραση των εργαζομένων να απεργούν τη μοναδική ημέρα εργασίας που επέβαλε το διευθυντικό δικαίωμα, κρίθηκε απόλυτα δικαιολογημένη, ενώ παράλληλα το δικαστήριο υποχρέωνε τον εργοδότη να καταβάλει σε όλους τους εργαζόμενους τις μισές αποδοχές που αντιστοιχούν σε όλο το διάστημα από την αίτηση των ασφαλιστικών μέτρων (7/8/2012) έως και την έκδοση της απόφασης (17/10/2012).
-Στις 28 Φεβρουαρίου 2013, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαίωσε την Κομισιόν και επέβαλε την επιστροφή παράνομων κρατικών ενισχύσεων, ύψους 310 εκ. ευρώ στο ελληνικό κράτος, υπενθυμίζοντας ότι από το 1992 το ελληνικό κράτος χορήγησε στην Ελληνικά Ναυπηγεία (ΕΝ) διάφορες ενισχύσεις και σημειώνοντας ότι κατ’ εφαρμογή μιας οδηγίας σχετικής με τις ενισχύσεις για τις ναυπηγικές εργασίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εγκρίνει ενισχύσεις ύψους 343 εκατ. ευρώ. (Υπενθυμίζεται ότι την 1η Δεκεμβρίου του 2010, η Επιτροπή είχε δώσει εξάμηνη παράταση προκειμένου η επιχείρηση να επιστρέψει τα χρήματα στο ελληνικό Δημόσιο. Η προθεσμία έληξε, τα χρήματα δεν επεστράφησαν και η Κομισιόν προσέφυγε στο ΔΕΕ).
Στην απόφασή του, το ΔΕΕ υπενθύμιζε επίσης ότι με απόφασή της, το 2006, η Κομισιόν υποχρέωνε την Ελλάδα να ανακτήσει από την EN, εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών, ενισχύσεις οι οποίες κρίθηκαν ασύμβατες προς την κοινή αγορά, ύψους 310 εκατ. ευρώ.
Η Ελλάδα όφειλε να κοινοποιήσει στην Επιτροπή, εντός δύο μηνών, το προς ανάκτηση ποσό, λεπτομερή περιγραφή των ληφθέντων μέτρων, καθώς και έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι ζητήθηκε από τον αποδέκτη να επιστρέψει τις ενισχύσεις.
-Η ΕΝ άσκησε προσφυγή κατά της εν λόγω απόφασης της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο, με απόφαση που εξέδωσε το 2012, απέρριψε το σύνολο των προβληθέντων λόγων και επιχειρημάτων και έκρινε ότι η Ελλάδα δεν εκτέλεσε τη συγκεκριμένη απόφαση της Επιτροπής.
-Η ΕΝ προσέβαλε την απόφαση του 2006, υποστηρίζοντας ενώπιον του ΔΕΕ ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη, καθόσον έκρινε μεν ότι από τα επίδικα μέτρα ενισχύθηκε η δραστηριότητα της παραγωγής μη στρατιωτικού υλικού, χωρίς ωστόσο να προβεί σε κατά περίπτωση εξέτασή τους προκειμένου να διαπιστώσει αν το κάθε μέτρο υπερέβαινε αυτό που ήταν αναγκαίο για την ομαλή άσκηση της στρατιωτικής δραστηριότητας του ναυπηγείου.
Κατά την ΕΝ, το ναυπηγείο είναι επιχείρηση μικτής φύσης και οι μη στρατιωτικές δραστηριότητες είναι αναγκαίες για τη βιωσιμότητα της δραστηριότητας παραγωγής στρατιωτικού υλικού, η οποία είναι η προεξάρχουσα δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, η πλήρης παύση της μη στρατιωτικής δραστηριότητας θα έθετε σε κίνδυνο τη συνέχιση της παραγωγής στρατιωτικού υλικού.
-Με την απόφαση του Φεβρουαρίου 2013, το ΔΕΕ υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη επιτρέπει στα κράτη μέλη να λαμβάνουν τα μέτρα που θεωρούν αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφάλειάς τους τα οποία συναρτώνται με την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει πάντως να αλλοιώνουν τους όρους του ανταγωνισμού σε σχέση με προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς.
Πράγματι, στη Συνθήκη γίνεται αυστηρή διάκριση μεταξύ της παραγωγής ή της εμπορίας πολεμικού υλικού και κάθε άλλης οικονομικής δραστηριότητας, ακόμη και στην περίπτωση που η ίδια επιχείρηση ασκεί τόσο στρατιωτικές όσο και μη στρατιωτικές δραστηριότητες.
Έτσι, το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι ορθώς το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την επιχειρηματολογία που προέβαλε η ΕΝ και ότι ορθώς επιβεβαίωσε ότι η ειδική διαδικασία που προβλέπεται στη Συνθήκη έχει εφαρμογή μόνον επί εκείνων των ενισχύσεων που αφορούν τη δραστηριότητα για στρατιωτικούς σκοπούς.
Ε, τι λέτε πάλι; Ήρθαν μόνα τους τα Μνημόνια και οι «απάνθρωποι» δανειστές για να «βασανίζουν» οικονομία, συνταξιούχους και εργαζόμενους;