Έχουν περάσει 55 χρόνια με την πληγή του κυπριακού ανοιχτή, 44 από την εισβολή των Τούρκων στη Μεγαλόνησο και 25 από τότε που άνοιξε ένα δεύτερο αυτό των Σκοπίων.
Του Τάσου Παπαδόπουλου
Οι εκλογές στην Κύπρο και οι συνομιλίες Αθηνών – Σκοπίων καθιστούν και τα δύο αυτά θέματα εξαιρετικά επίκαιρα, μια και οι αμφίπλευρες συνομιλίες βρίσκονται στο επίκεντρο της κριτικής της Αντιπολίτευσης σε Ελλάδα και Κύπρο.
Είναι λοιπόν η αδυναμία των κυβερνήσεων, που εμποδίζει την λύση αυτών των λεγόμενων Εθνικών θεμάτων, ή μήπως την αποκλειστική ευθύνη έχει η πολιτική των γειτόνων, που ευθέως ή συγκεκαλυμμένα υποκρύπτουν επεκτατικές βλέψεις σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου;
Υπήρχαν ευκαιρίες και πότε εμφανίστηκαν αυτές στην πορεία των χρόνων που πέρασαν με άλυτα τα δύο αυτά επίμαχα θέματα;
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι υπήρξαν ευκαιρίες, που χάθηκαν μια και η μικροπολιτική και οι μαξιμαλιστικές προσεγγίσεις, στάθηκαν εμπόδιο στην επίλυση των δύο αυτών μεγάλων θεμάτων.
Ας αρχίσουμε από το Σκοπιανό. Ήταν πράγματι ευκαιρία το λεγόμενο πακέτο Πινέιρο, που παρουσιάστηκε το 1992 αμέσως μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της γειτονικής μας χώρας;
Για την Ελλάδα ήταν για κάποιους μια ευκαιρία, με την έννοια δεν είχαν τότε φουντώσει οι εθνικιστικές κορώνες στα Σκόπια, περί των δήθεν απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με τις οποίες γαλουχήθηκε μια ολόκληρη γενιά.
Δεν είχε φτιαχτεί το Σύνταγμα των αλυτρωτισμών, δεν είχε γεμίσει η χώρα με αγάλματα και δεν είχαν γίνει οι αλλαγές στις ονομασίες δρόμων, πλατειών και αεροδρομίων που παραπέμπουν στην Αρχαία Ελλάδα.
Δεν είχαν περάσει στα σχολεία όλα αυτά, με ανάλογους χάρτες που περιλαμβάνουν το σύνολο της Ελληνικής Μακεδονίας.
Όλα αυτά συνέβησαν στα 25 χρόνια της απραξίας. Να θυμηθούμε επίσης, ότι η Ελλάδα υπό την πίεση της Ουάσιγκτον, λίγα χρόνια μετά, και αφού είχε επιβάλει εμπάργκο στα Σκόπια, δέχθηκε την ενδιάμεση συμφωνία, την οποία κατά παράβαση κάθε διπλωματικής δεοντολογίας, εξήγγειλε βγαίνοντας από την κατοικία του τότε Πρωθυπουργού Α. Παπανδρέου ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα.
Και ενώ η Ελληνική πλευρά τήρησε την συμφωνία, δεν κινήθηκαν με ανάλογη διάθεση οι σκοπιανοί. Έκαναν τον αλυτρωτισμό σημαία και με αυτήν πορεύτηκαν για πολλά χρόνια. Από την πλευρά της η Αθήνα κατήγγειλε τη συμφωνία και δεν προσέφυγε στα διεθνή δικαστήρια για να καταδικάσει την ΠΓΔΜ.
Το αντίθετο έπραξαν τα Σκόπια, όταν η Ελλάδα τους εμπόδισε ως όφειλε να εισέλθουν σε ΝΑΤΟ και ΕΕ με άλυτο το θέμα της ονομασίας και των όσων την ακολουθούν. Προσέφυγαν στο Διεθνές Δικαστήριο που καταδίκασε γι’ αυτό το θέμα την χώρα μας.
Γι’ αυτή την ελληνική ολιγωρία δεν ακούσαμε τίποτα από το αρμόδιο υπουργείο Εξωτερικών.
Την περίοδο αυτή πολλές ελληνικές επιχειρήσεις και τράπεζες επένδυσαν στη χώρα αυτή, με αποτέλεσμα να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη στην ασθενική οικονομίας τους.
Ο όγκος του συλλαλητηρίου της περασμένης Κυριακής οδήγησε σε δεύτερες σκέψεις τους πολιτικούς σχηματισμούς στην Ελλάδα. Άλλοι ουδετεροποιήθηκαν περισσότερο και άλλοι σκλήρυναν την στάση τους, επιδιώκοντας να προσεγγίσουν πολιτικά, εκείνους που πήγαν σε αυτή τη μεγάλη διαδήλωση.
Το σοβαρότερο πάντως θέμα δεν είναι το λεγόμενο ονοματολογικό, αλλά αυτό του αλυτρωτισμού, που διαχέει τα δημόσια πράγματα της χώρας αυτής και κατά προέκταση ίδια την κοινωνία.
Το τι μέλλει γενέσθαι ουδείς γνωρίζει, μια και αντίστοιχες διεργασίες υπάρχουν και στα Σκόπια. Το πιο πιθανό είναι να δοθεί μια μάχη εντυπώσεων, με αμφίπλευρη προσπάθεια να μην αποδοθούν στην δική του πλευρά οι ευθύνες της αποτυχίας επίλυσης του όλου θέματος.
Σε ανάλογο περιβάλλον κινούνται και οι συνομιλίες στο κυπριακό. Παρά την εμμονή στην αρχή των ίσων αποστάσεων του ΟΗΕ, στο Γκαν Μοντάνα έγινε φανερό ότι η Τουρκία θέλει μια λύση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της. Πολύ απλά επιδιώκει να κεφαλαιοποιήσει τα κέρδη της εισβολής και κατοχής εδώ και 44 χρόνια του 38% του κυπριακού εδάφους.
Η λύση που επιδιώκουν είναι να έχουν κυρίαρχο λόγο σε ολόκληρη την Μεγαλόνησο, μέσω της διαρκούς παρουσίας των κατοχικών στρατευμάτων, της διατήρησης των εγγυήσεων και του δικαιώματος της επέμβασης δηλ. μιας νέας στρατιωτικής επιχείρησης στην Κύπρο.
Οι προσφορές Αναστασιάδη στο Ελβετικό θέρετρο που αφορούσαν την εκ περιτροπής προεδρία, την παραμονή του συνόλου των εποίκων, του πρώτου δικαιώματος στον χρήστη στα θέματα περιουσίας, αριθμητική ισότητα και veto στις αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα των Τουρκοκυπρίων, η ελεύθερη διακίνηση Τούρκων μετά την λύση, κατά το πρότυπο των πολιτών της Ε.Ε., δεν συγκίνησαν την Άγκυρα, που θέλει στην Κύπρο και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο.
Το θέμα του αύριο στην αντιμετώπιση του Κυπριακού, κυριάρχησε στην διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Όποιος και να αναλάβει τα ηνία της εξουσίας από την μεθεπόμενη Δευτέρα, θα έχει μπροστά του από την μια την επιθετικότητα της Άγκυρας στο θέμα της ΑΟΖ και από την άλλη τις τελματωμένες συνομιλίες, που είναι άγνωστο σε πια βάση θα μπορούσαν να εκκινήσουν εκ νέου.
Σε ότι αφορά τις χαμένες ευκαιρίες στο κυπριακό και όσοι μιλούν γι’ αυτές, μάλλον αγνοούν τον παράγοντα Τουρκία και τις γεωστρατηγικές του βλέψεις που σημαίνει ότι στην ουσία θα συναινούσαν σε μια λύση που θα θύμιζε Αλεξανδρέττα, Ίμβρο ή Τένεδο.
Πάντως κοινός παρονομαστής στα Εθνικά μας θέματα, πρέπει να είναι η ειλικρινής προσέγγισή τους, από όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς και η προσπάθεια συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Κύπρο…