Εκ βαθέων εκμυστηρεύσεις του πρώην πρωθυπουργού στον Δημήτρη Στεργίου για ένα πολύ σημαντικό πολιτικό και οικονομικό γεγονός που συγκλόνισε τη χώρα μας πριν από 52 χρόνια.
Του Δημήτρη Στεργίου*
Στις 15 Ιουλίου, συμπληρώθηκαν 52 χρόνια από την πολιτική κρίση, η οποία άρχισε το Μάϊο και κορυφώθηκε τον Ιούλιο του 1965 και η οποία έχει μείνει στην ιστορία ως «αποστασία».
Ανατρέξαμε στο αρχείο μας, όπου διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν σχετικές δηλώσεις ή εκμυστηρεύσεις ενός εκ των πρωταγωνιστών κατά την κρίση αυτή, του πρόσφατα εκλιπόντος Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια «αποδελτίωση» της γνώμης του πρώην πρωθυπουργού, η οποία στηρίζεται, κυρίως, σε όσα είπε κατά τις κατ’ ιδίαν πάμπολλες συζητήσεις την οικονομία και την πολιτική μετά το 1952 και, κυρίως, κατά την παρουσίαση του βιβλίου μου «Η Μεγάλη Φούσκα της Οικονομίας, 1981 – 2001» στη Στοά του Βιβλίου του 2002 και στον πρόλογό του στο βιβλίο μου «Το Πολιτικό Δράμα της Ελλάδος, 1981 – 2005», οι οποίες έχουν συγκεντρωθεί σε ένα πολυσέλιδο «Σημείωμα» υπό τον τίτλο «Έτσι τα είδα εγώ», που είχε τεθεί πριν από την αρχειοθέτησή του στον ίδιο και στον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.
-Για την ελληνική οικονομία μετά το 1963: «Να σας θυμίσω ότι, όταν η Ένωση Κέντρου κέρδισε τη σχετική πλειοψηφία και πήρε την κυβέρνηση το φθινόπωρο του 1963, εγώ παρέλαβα το υπουργείο των Οικονομικών και έκαμα τη λεγόμενη πολιτική των παροχών που ήταν πράγματι πολιτική παροχών, διότι ο Καραμανλής είχε αφήσει περιθώρια και κινήθηκα μέσα στα πραγματικά περιθώρια της οικονομίας και βοηθήσαμε να πάρουμε τις εκλογές, το θρίαμβο του Φεβρουαρίου του 1964.
Όταν όμως συνήντησα τον Γεώργιο Παπανδρέου και με ρώτησε «τι θα κάνουμε τώρα από εδώ και πέρα», του είπα «κ. πρόεδρε τέρμα στις παροχές, το είχατε πει άλλωστε και προεκλογικά». Και το είχε πει προεκλογικά «τέρμα στις παροχές» και όμως δεν δέχθηκε αυτή την πολιτική. Ήταν η μεγάλη μου διαφωνία μαζί του, η οποία από εκεί και πέρα οδήγησε τελικά σε επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, σε μια δυσκολία μεγάλη του 1965.
-Για την κρίση του Ιουλίου 1965: «Πεποίθησή μου αποτελεί ότι η κρίση του 1965 προκλήθηκε από τον Γεώργιο Παπανδρέου, διότι δεν είχε τα περιθώρια να κάνει αντιδημοτική, αντιλαϊκή πολιτική και να αναμαζέψει την οικονομία την οποία εν τω μεταξύ την είχαμε αφήσει να πάρει τον κατήφορο.
Να θυμίσω και να αποδώσω δικαιοσύνη ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπήρξε πάντοτε νοικοκύρης σε όλες τις περιόδους που η κυβέρνηση δεν έκανε ποτέ λαϊκίστικη πολιτική και το ίδιο βεβαίως έκανε και μετά τη μεταπολίτευση και η κυβέρνηση Γεωργίου Ράλλη, την οποία πολύ αναθεματίζουν.
Εγώ είχα πάψει να έχω την ευθύνη της οικονομίας, ήμουν πλέον υπουργός Εξωτερικών κατά παράκληση και επιθυμία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά έχω χρέος να πω ότι ναι έγιναν λάθη, τα ομολόγησε άλλωστε και ο ίδιος ο Γεώργιος Ράλλης παρά τη δική μου αντίδραση τότε, ήμουν και τότε απόλυτα αντίθετος προς αυτές τις παροχές.
Αυτό που παραδώσαμε εμείς στο ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση Ράλλη του 1981, ήταν μια οικονομία, η οποία πληρούσε τα κριτήρια του Μάαστριχ στο ακέραιο με εξαίρεση τον πληθωρισμό, ο οποίος όμως και τότε ήταν διπλάσιος από τον μέσο όρο του ευρωπαϊκού πληθωρισμού και σας θυμίζω απλώς για να μην ξεχνιόμαστε ότι και σήμερα είναι και πάλι διπλάσιος ο ελληνικός πληθωρισμός, από τον ευρωπαϊκό πληθωρισμό, από το μέσο όρο.
Θέλω να πω με αυτά ότι η οικονομία επηρεάζει αποφασιστικά την πολιτική πάντοτε σε όλες τις εποχές και χαίρομαι γιατί αυτό το πράγμα έγινε κατανοητό και στην Ελλάδα. Θ ήθελα να πω δύο μόνο πράγματα. Το πρώτο είναι ότι όταν κάνεις πολιτική μπορείς να έχεις όποιες απόψεις θέλεις για την οργάνωση της οικονομίας. Ένα πράγμα όμως πρέπει να έχεις πάντα υπόψη σου ότι, όταν κάνεις πολιτική διανομής, όταν δίδεις θα πρέπει να δώσεις αυτά που έχεις.
Δεν μπορείς να δώσεις αυτά που δεν έχεις, δεν μπορείς να κάνεις πολιτική υποθηκεύοντας το μέλλον, το ψωμί των παιδιών μας. Είναι μια πολύ απλή αλήθεια, την οποία όμως τον τελευταίο καιρό την έχουμε παντελώς ξεχάσει και αυτό αποτελεί και την αιτία της φούσκας, την απαρχή από το 1981 και πέρα. Στην Ελλάδα παλαιότερα ήταν αδιανόητο ότι μπορούσε να γίνουν δαπάνες κοινωνικές, κοινωνικές παροχές με δανεικά.
Το κράτος δεν δανειζόταν, το κράτος ήταν νοικοκυρεμένο κράτος, δεν δανειζόταν ακόμα ούτε για επενδύσεις, εάν δεν ήταν συναλλαγματοφόρες, αν δεν έφερναν συνάλλαγμα. Γι΄ αυτό συνεχώς επισημαίνω ότι το πολιτικό δράμα της Ελλάδος δεν άρχισε το 1981.
Απλώς κορυφώθηκε μετά το 1981. Το πολιτικό δράμα της χώρας μας άρχισε από το 1965, όταν επιχειρήθηκε να συνεχισθεί από την τότε κυβέρνηση, στην οποία συμμετείχα ως υπουργός Οικονομικών, η ίδια επεκτατική οικονομική πολιτική, η οποία όμως εδικαιολογείτο από τα γεμάτα δημόσια ταμεία που μας είχε αφήσει ο πρωθυπουργός της προηγούμενης κυβέρνησης, ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής».
-Για την εμπειρία του ως υπουργού Οικονομικών το 1966: «Υπήρξα υπουργός των Οικονομικών σε πολλές εποχές. Θα σας πω το 1966, το ήμισυ ενός πολύ σημαντικού προϋπολογισμού των δημοσίων επενδύσεων προήρχετο από πόρους του προϋπολογισμού του 1966 και μόνο το μισό το δανειζόμαστε.
Αν σκεφτείτε ότι από το 1981 ίσαμε σήμερα εισέρευσαν στην Ελλάδα χάρη στην Ευρώπη, στην πολιτική μας την ευρωπαϊκή, 100 τρις, μυθικό ποσό, απίστευτο ποσό, και παρά ταύτα το κράτος δανείζεται και το δημόσιο χρέος ανεβαίνει.
Και αν σκεφτείτε ότι φτάσαμε στο σημείο το οποίο είναι απαράδεκτα πολιτικά, αλλά και ηθικά και από κοινωνικής πλευράς να μιλούμε για παροχές, χωρίς να ρωτούμε αν έχουμε τα χρήματα, θα καταλάβετε αμέσως γιατί έφτασε η Ελλάδα εκεί που έφτασε και αυτό ήταν το μεγάλο λάθος του ΠΑΣΟΚ…».
*Πρώην αρχισυντάκτης του Οικονομικού Ταχυδρόμου