Η διπλωματία ανέκαθεν αποτελεί το «βαρύ πυροβολικό» κάθε χώρας αφού η παρουσία της είναι επιβεβλημένη τόσο στην διαμόρφωση καταστάσεων – ισορροπιών – εξελίξεων όσο και στην διασφάλιση όσων διεθνώς αποτελούν τους βασικούς κανόνες που διέπουν τις σχέσεις κρατών.
Της Θάλειας Χούντα – δημοσιογράφου
Πολλές φορές έχει τεθεί το ερώτημα, αν η διπλωματία αρκεί από μόνη της για την έλευση του επιθυμητού αποτελέσματος ή απαιτείται συνεπικούρησή της.
Η απάντηση, μέσω της ιστορίας, είναι, ότι υπάρχουν πολλές φορές, όπου η διπλωματία εξαντλείται και πλέον αναλαμβάνουν δράση άλλοι τομείς της κρατικής φαρέτρας.
Σήμερα, η χώρα μας δέχεται και ανέχεται την πολύμηνη και υστερική πολύπλευρη επίθεση εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία δοκιμάζει τις αντοχές μας σε κάθε κατεύθυνση.
Πρόσφατο παράδειγμα η προσπάθεια παράνομης εισόδου μεταναστών από τον Έβρο, η αντίθετη σε κάθε έννοια δικαίου οριοθέτηση ΑΟΖ με την Λιβύη, η προσπάθεια γεωτρήσεων στην Κυπριακή ΑΟΖ και εσχάτως, η απειλή για έρευνες εντός της Ελληνικής ΑΟΖ.
Ο διπλωματικός μαραθώνιος εκ μέρους της Ελλάδας έχει αρχίσει και συνεχίζεται άοκνα, με μόνη προσπάθεια να αναδειχθεί το δίκαιο των θέσεών μας, μέσω του παράνομου της Τουρκίας.
Εύλογα, κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί, γιατί απαιτείται τέτοιος αγώνας, όταν το ορθό είναι αυταπόδεικτο; Η απάντηση είναι πολύπλευρη και έχει να κάνει με τις ισορροπίες που επιδιώκουν διάφορες Δυνάμεις τόσο στον συγκεκριμένο τόπο όσο και τον συγκεκριμένο χρόνο. Κοινώς, το «δίκαιο» ενίοτε οριοθετείτε με διαφορετικό τρόπο από τον κοινώς αντιληπτό.
Παράλληλα, επικουρικά στον διπλωματικό αγώνα θερμαίνει τις μηχανές του και ο στρατιωτικός μηχανισμός της χώρας. Ένας μηχανισμός, ο οποίος και αυτός ιστορικά έχει αποδειχθεί, ότι αποτελεί εξ’ ίσου σημαντικό βραχίονα διαμόρφωσης καταστάσεων και ο οποίος λειτουργεί ή πρέπει να λειτουργεί σε πλήρη συνεννόηση με την διπλωματία.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας αποτελούν τον διαχρονικό εγγυητή της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας και χαίρουν της απολύτου εμπιστοσύνης του λαού. Διαθέτουν δε, τα μέσα και την θέληση για να επιτύχουν στην όποια αποστολή τους ανατεθεί, έχοντας εκπαιδευτεί για τον σκοπό αυτό. Η «Δύναμή» τους είναι αποτρεπτική λόγω της ισχύος τους αλλά και παρεμβατική, όπου κριθεί αναγκαίο για επιχειρήσεις.
Τόσο η διπλωματία όσο και οι Ένοπλες Δυνάμεις υπόκεινται στην πολιτική εξουσία, η οποία έχει την διακυβέρνηση της χώρας και αποφασίζει για τις μονομερείς ή συντονισμένες δράσεις τους. Δράσεις, που από το αποτέλεσμα που θα φέρουν, θα καθορίσουν στην ουσία την συνέχεια της Πατρίδας.
Εναπόκειται λοιπόν στην Κυβέρνηση, να αποφασίσει το πώς και πότε θα χρησιμοποιήσει τον κάθε μηχανισμό της, συνυπολογιζομένης πάντα και της ψυχολογίας των μελών του.
Οι επόμενες ημέρες απαιτούν λεπτή ισορροπία εκ μέρους της χώρας στις κινήσεις της, οι οποίες πρέπει να διέπονται και να έχουν έναν κοινό παρονομαστή: την αποφασιστικότητα.
Έχοντας πλήρη συναίσθηση των όσων συμβαίνουν και όσων υπολογίζεται να συμβούν, δεν πρέπει να ακολουθήσουμε τις εξελίξεις αλλά να τις διαμορφώσουμε με στιβαρότητα.
Είναι τώρα μία από αυτές τις ιστορικές στιγμές που παρουσιάζονται στη διαδρομή της χώρας και αναλόγως του χειρισμού της, θα διαμορφώσει την μελλοντική πορεία της. Είμαστε εδώ και είμαστε ενωμένοι, για να πετύχουμε.