Το Σάββατο αναμένονται από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, τα αποκαλυπτήρια του νέου πολυνομοσχεδίου για τα προαπαιτούμενα που θα κλείσουν την β΄αξιολόγηση, με όλες τις σαρωτικές διατάξεις που αυτό θα περιλαμβάνει για φόρους, εισφορές, συντάξεις, επιδόματα, μισθούς και αγορές.
Ο «λογαριασμός» των νέων μέτρων του πολυνομοσχεδίου ξεπερνά τα 4,5 δισ. ευρώ που θα ληφθούν διαδοχικά: 660-700 εκατ. το 2017-2018, 1% του ΑΕΠ ή 2 δισ. από περικοπές έως 18% στις συντάξεις το 2019 και άλλο 1% του ΑΕΠ ή 2 δισ. ευρώ από τη μείωση στο αφορολόγητο, σύμφωνα με το protothema.
Πλάι σε αυτά τα μέτρα που θα ισχύσουν ούτως ή άλλως, υπάρχουν και τα «αντίμετρα-φάντασμα» καθώς θα ψηφιστούν υπό αίρεση (των δανειστών) και κανείς δεν ξέρει αν, πόσα και ποια από αυτά θα ισχύσουν ποτέ ή όχι.
Ήδη, αλλά ακόμα και μετά την ψήφισή τους, η κυβέρνηση επιζητεί να παραμένει η ασάφεια για το εύρος και την ένταση των μέτρων που θα ληφθούν.
Τα σίγουρα μέτρα και... τα άλλα
Για να περάσει χωρίς τριγμούς από τις κοινοβουλευτικές ομάδες της κυβερνητικής πλειοψηφίας, το πολυνομοσχέδιο που έρχεται προς ψήφιση έχει μια πρωτοτυπία: σύμφωνα με πληροφορίες, θα προβλέπει ένα «βασικό» πακέτο μέτρων, αλλά και άλλα πολλά εναλλακτικά σενάρια, με ανοικτό τον χρόνο και τον τρόπο ενεργοποίησης για επιπλέον μέτρα, είτε θετικά είτε και αρνητικά.
Η «βασική» δέσμη μέτρων λιτότητας που θα ψηφιστούν και θα ισχύσουν σε κάθε περίπτωση, είναι ο κορμός του πολυνομοσχεδίου. Εκτός από περικοπές επιδομάτων, ΕΚΑΣ και φοροαπαλλαγών από φέτος έως το 2018 που λήγει το Μνημόνιο, το πολυνομοσχέδιο θα προβλέπει επιπλέον κατάργηση προσωπικής διαφοράς (έως 18% της σύνταξης) και δραστική μείωση αφορολογήτου στα επόμενα χρόνια. Τις τελευταίες ημέρες, μετά την διαπραγμάτευση στο Χίλτον που έκλεισε την Πρωτομαγιά, προστέθηκαν και αλλαγές στον Νόμο Κατρούγκαλου για αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών το 2018 -και ακόμα μεγαλύτερη από το 2019 και μετά.
Μόνον κάποια «αντίμετρα» που προστίθενται σαν «γλυκαντικά» μπορεί να απαλύνουν λίγο τον αρνητικό αντίκτυπο των νέων μέτρων λιτότητος, εφόσον ενεργοποιηθούν και ισχύσουν, υπό προϋποθέσεις και στο βαθμό που θα το επιτρέψουν οι δανειστές, από το 2019 και μετά.
«Ρουλέτα» τα αντίμετρα
Η ασάφεια αυτή έχει τροφοδοτήσει μια άνευ προηγουμένου πολιτική αντιπαράθεση, επί βέβαιων ή πιθανών μέτρων καθώς, ενώ θα ψηφιστούν όλα μαζί, δεν γίνεται να ισχύσουν και όλα ταυτόχρονα.
Αυτό δίνει τροφή για ...μελλοντολογικές αναλύσεις, ως προς το ποια θα είναι η κατάσταση μετά από δύο ή τρία χρόνια από σήμερα. Στην κυβερνητική πλειοψηφία κάνουν ασκήσεις θάρρους και αισιοδοξίας, υιοθετώντας μόνον «το καλό σενάριο» για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% και άνω το 2019-2021 (δηλαδή και μετά τη λήξη της θητείας της κυβέρνησης).
Αυτό προκύπτει τουλάχιστον από τις πρώτες αντιδράσεις των κυβερνητικών βουλευτών μετά την χθεσινή ενημέρωση της κοινοβουλευτικής ομάδος του ΣΥΡΙΖΑ από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο. Ωστόσο, σύμφωνα με άλλες πληροφορίες, ο κ. Τσακαλώτος δεν έκρυψε ότι τα αντίμετρα μπορεί να μην ισχύσουν ή, ακόμα χειρότερα, αν δεν πάνε καλά τα πράγματα να ληφθούν και επιπλέον επαχθή μέτρα, όπως πχ ο «κόφτης» μισθών και συντάξεων ή η εφαρμογή έναν χρόνο νωρίτερα των μειώσεων στο αφορολόγητο (από το 2019 αντί το 2020).
Με βάση την ενημέρωση Τσακαλώτου προς τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ:
- Η Βουλή θα ψηφίσει μείωση της έκπτωσης φόρου για το 2020 κατά 650 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση από 1.1.2020 (ή ενδεχομένως και από 1.1.2019 αν η τότε κατάσταση το απαιτεί) η έκπτωση φόρου μειώνεται στα 1250 ευρώ, αντί 1.900 ευρώ που ισχύει σήμερα για άγαμους μισθωτούς συνταξιούχος και αγρότες. Για όσους έχουν τουλάχιστον 3 προστατευόμενα τέκνα και άνω, θα φτάνει στα 1.450 ευρώ κατ’ ανώτατο όριο, αντί 2.100 που ισχύει εφέτος.
- Με έκπτωση φόρου στα 1.250 ευρώ αντί 1.900 ευρώ για όσους δεν έχουν παιδιά, προκύπτει πως θα πληρώνουν φόρο και όσοι βγάζουν από 5.686 ευρώ και άνω, αντί για 8.636 που ίσχυε και έμεναν αφορολόγητοι. Δηλαδή το έμμεσο αφορολόγητο μειώνεται σχεδόν 3.000 ευρώ!
- Στο ακραία «ιδανικό» σενάριο όμως -στο οποίο επιμένουν να στέκονται οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ- εάν η πρόβλεψη των θεσμών για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 ξεπερνά το 3,5% του ΑΕΠ, τότε θα ενεργοποιηθούν και τα αντίμετρα, οπότε ο χαμηλός συντελεστής φόρου 22% ενδεχομένως να μειωθεί σε 20%. Επειδή η έκπτωση φόρου θα έχει μειωθεί ήδη κατά 650 ευρώ, φόρος θα προκύπτει στα εισοδήματα από 6.250 ευρώ και άνω, για φορολογούμενους χωρίς παιδιά. Αν πάντως η υπέρβαση του στόχου κριθεί οριακή (πχ κάτω από 0,5% του ΑΕΠ) το συγκεκριμένο μέτρο μπορεί να μείνει στο συρτάρι, αφού «κοστίζει» στον προϋπολογισμό 0,8% του ΑΕΠ ή 1,6 δισ. ευρώ και επομένως απειλεί την επίτευξη του στόχου για πλεόνασμα 3,5%. Τότε θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν ίσως κάποια άλλα από τα αντίμετρα όπως πχ η μείωση στον φόρο των επιχειρήσεων από 29% σε 26% ή και μια μικρή μείωση στον ΕΝΦΙΑ, συνολικού ύψους έως 0,2% του ΑΕΠ (ή 400 εκατ. ευρώ το πολύ) για κάθε μέτρο από αυτά.
- Στο πολυνομοσχέδιο που θα ψηφιστεί θα προβλέπεται και τρίτο σενάριο, ακραία αρνητικό, για την περίπτωση που παρά τη μείωση στο αφορολόγητο δεν επιτυγχάνεται 3,5% πλεόνασμα. Τότε όχι μόνον δεν ισχύουν τα αντίμετρα και το αφορολόγητο μειώνεται στα 5.686 ευρώ, αλλά λαμβάνονται και άλλα μέτρα («κόφτης» κλπ).
Σε κάθε περίπτωση:
- Αν δεν ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα, ο φόρος θα ξεκινά με συντελεστή 22% για όσους βγάζουν από 405 ευρώ το μήνα (με 14 μισθούς στον ιδιωτικό τομέα) ή από 470 ευρώ το μήνα στο δημόσιο και οι συνταξιούχοι (12 μισθοί το χρόνο). Η επιβάρυνση για εισοδήματα 10.000-20.000 ευρώ το χρόνο φτάνει στα 650 ευρώ ετησίως.
Για παράδειγμα: Μισθωτός των 600 ευρώ του ιδιωτικού τομέα βγάζει 8.400 ευρώ το χρόνο και έμενε ως τώρα αφορολόγητος. Με συντελεστή 22% προκύπτει φόρος 1848 ευρώ. Αν είναι άγαμος, μαζεύει αποδείξεις κλπ θα έχει έκπτωση 1.250 ευρώ. Προκύπτει έτσι τελικός φόρος 598 ευρώ, δηλαδή χάνεται ένας ολόκληρος μισθός.
- Αν όμως οι θεσμοί συμφωνήσουν ότι μπορούν να ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα (με πρόβλεψη για πλεόνασμα πάνω από 3,5% το 2020) το 2019 θα μειωθεί ο συντελεστής φόρου από 22% σε 20%, για να επιτευχθεί ο στόχος που έχει συμφωνηθεί. Αυτό οδηγεί σε αφορολόγητο 6.250 ευρώ, δηλαδή θα πληρώνουν φόρο όσοι βγάζουν από 450 ευρώ το μήνα (μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα) ή 520 στο δημόσιο και τους συνταξιούχους.
Για παράδειγμα: Συνταξιούχος των 700 ευρώ με 8400 ευρώ το μήνα που έμενε αφορολόγητος, θα φορολογηθεί με 20% και προκύπτει φόρος 1.680 ευρώ. Δικαιούται έκπτωση φόρου 1.250 ευρώ και τελικά πληρώνει 430 ευρώ, ενώ κανονικά θα ήταν αφορολόγητος. Χάνει δηλαδή πάνω από μισή σύνταξη αλλά όχι τα 598 ευρώ όπως στην περίπτωση εάν δεν είχαν ενεργοποιηθεί τα αντίμετρα.
Άρα σε κάθε περίπτωση, οι χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι των 500 ευρώ το μήνα βγαίνουν χαμένοι, ακόμα και αν ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα που απλώς περιορίζουν τις απώλειες που θα υποστούν.
Αντίστοιχα, αναλόγως των προβλέψεων, μπορεί να ενεργοποιηθούν και άλλα αντίμετρα, τόσο για το 2019 σαν αντιστάθμισμα στις περικοπές συντάξεων (πχ οι βρεφονηπιακοί σταθμοί και η κατάργηση ή μείωση της συμμετοχής στα φάρμακα) όσο και για το 2020 όπως οι μειώσεις κατά 200 εκατ. ευρώ (0,1% του ΑΕΠ) στον ΕΝΦΙΑ και τον φόρο εισοδήματος στις επιχειρήσεις.