Οι πάντες εκφράζουν τον προβληματισμό τους για τις οικονομικές εξελίξεις και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν καθώς, επίσης, και την θλίψη τους για την ύπαρξη τόσο μεγάλου αριθμού ανέργων και για την φυγή εκατοντάδων χιλιάδων νέων ανθρώπων στο εξωτερικό σε αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Του Κώστα Χριστίδη*
Οι εξελίξεις αυτές δεν είναι τυχαίες. Οφείλονται στην επί δεκαετίες ακολουθούμενη κρατικιστική πολιτική που οδήγησε στην ολοένα μεγαλύτερη στροφή πόρων προς τον δημόσιο τομέα, που παντού και πάντοτε λειτουργεί με μειωμένη αποδοτικότητα έναντι του ιδιωτικού, και την εντεύθεν σταθερή επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Θα ανέμενε κανείς, ιδιαίτερα μετά την παρατεινόμενη κρίση των τελευταίων ετών, ότι η τάση αυτή θα ανεκόπτετο και ότι αντί να λαμβάνονται διαρκώς πρόσθετα μέτρα υφεσιακού χαρακτήρα, όπως είναι οι αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις και οι περικοπές μισθών και συντάξεων, θα γίνονταν προσπάθειες για να επέλθει διατηρήσιμη ανάπτυξη και να δημιουργηθούν παραγωγικές θέσεις εργασίας. Και οι προϋποθέσεις για την επίτευξη των στόχων αυτών είναι γνωστές και χιλιοειπωμένες: πολιτική και νομισματική σταθερότητα, λειτουργική δημόσια διοίκηση, σταθερό φορολογικό καθεστώς με σχετικά χαμηλές συνολικές επιβαρύνσεις (ασχέτως αν ονομάζονται φόροι, εισφορές ή οτιδήποτε άλλο), κλίμα φιλικό προς την επιχειρηματικότητα, εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης, ιδιωτικοποιήσεις, τόνωση του ανταγωνισμού.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο θα είχαν ήδη ξεκινήσει επενδύσεις όπως αυτή του Ελληνικού, θα είχαν προχωρήσει η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου και νέων πηγών ενέργειας, η παροχή υπηρεσιών παιδείας και υγείας από ιδιωτικούς φορείς, η ψηφιακή οικονομία κ.α., και θα είχε ήδη αρχίσει η δραστική μείωση του αριθμού των ανέργων.
Δυστυχώς, είναι ηλίου φαεινότερο ότι άλλοι είναι οι στόχοι και οι προτεραιότητες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Όλη της η δραστηριότητα εξαντλείται στην εξυπηρέτηση της κομματικής της πελατείας με τον διορισμό εκτάκτων ή μονίμων δημοσίων υπαλλήλων, όποτε υπάρχει (ή επινοείται) κάποια δυνατότητα για αυτό, και σε μία δήθεν σκληρή, αέναη ‘’διαπραγμάτευση’’ με στόχο την μετάθεση των νέων δυσβάστακτων επιβαρύνσεων σε όσο το δυνατόν μεταγενέστερο χρόνο και την ψήφιση κάποιων ‘’αντιμέτρων’’ που ελπίζεται ότι (βοηθούσης και της ασυναγώνιστης κυβερνητικής προπαγάνδας) θα χρυσώσουν το χάπι της προλεταριοποίησης της μεσαίας τάξης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η κυβέρνηση επαίρεται για την πραγματοποίηση, το 2016, πρωτογενούς πλεονάσματος οκταπλασίου του συμφωνηθέντος 0,5% επί του ΑΕΠ με τους δανειστές. Και τούτο, βεβαίως, με την φορολογική αφαίμαξη, τις χιλιάδες κατασχέσεις, την αύξηση των οφειλών στις εφορίες και τα ασφαλιστικά ταμεία, την διόγκωση των ‘’κόκκινων δανείων’’, την μείωση των τραπεζικών καταθέσεων και την μη πληρωμή ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου.
Η κυβέρνηση έχει ως όραμα ένα καθεστώς όπου ολοένα περισσότεροι πολίτες, αντί να εισπράττουν μεροκάματα, θα λαμβάνουν συσσίτια (διά των οποίων θα απαλλάσσονται και από τον κόπο του μαγειρέματος) ! Αυτό είναι σύμφωνο με την σοσιαλιστική λογική, κατά την οποία σημαντικότερη από την άνιση κατανομή των ευεργετημάτων είναι η ίση κατανομή της αθλιότητας.