Μάχη με τον χρόνο θα δοθεί στο αμέσως επόμενο διάστημα έως το Eurogroup της 22ας Μαΐου, προκειμένου κυβέρνηση και Ευρωπαίοι να φθάσουν κοντά στην τελική συμφωνία, που θα περιλαμβάνει τον «οδικό χάρτη» για τη μείωση του χρέους. Η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να προχωρήσει στην ψήφιση των μέτρων και των αντιμέτρων έως τις 16 ή 17 Μαΐου, προκειμένου να μην υπάρχει στην άλλη πλευρά «καμία δικαιολογία για να επικαλεστούν καθυστερήσεις». Η ψήφιση των μέτρων είναι και το σήμα που περιμένουν οι δανειστές, προκειμένου να θεωρήσουν ότι η συμφωνία από «προκαταρκτική» ολοκληρώνεται. Για τον λόγο αυτό κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους για το χρέος. Στο EWG της 15ης Μαΐου, αναμένεται να ξεκινήσει η συζήτηση για το χρέος, ενώ μια «γεύση» θα επιχειρηθεί να δοθεί στο περιθώριο της Συνόδου της G7 στο Μπάρι, την ερχόμενη εβδομάδα. Εκεί θα υπάρξει μια άτυπη συνάντηση του Washington Group, ώστε να δοθούν οι πρώτες κατευθυντήριες γραμμές. Στο Eurogroup της 22ας Μαΐου θα ξεκαθαρίσει η πολιτική γραμμή που θα ακολουθήσουν οι Ευρωπαίοι, καθώς από την ανακοίνωση της απόφασής τους για τα πρωτογενή πλεονάσματα των επόμενων ετών, αλλά και για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, θα διαφανεί εάν ικανοποιούνται οι όροι που έχει θέσει το ΔΝΤ για τη συμμετοχή του, αλλά και οι Γερμανοί, που δεν θέλουν να φανούν «γενναιόδωροι» εν όψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου, αναφέρει το ependisinews.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, Ευρωπαίοι και ΔΝΤ δεν ξεκινούν «από το μηδέν». Πηγές με άμεση γνώση των συζητήσεων μεταξύ των θεσμών αναφέρουν πως η διαπραγμάτευση διεξάγεται εδώ και αρκετούς μήνες και έχει φτάσει σε αρκετά προχωρημένο σημείο. Οι ίδιες πηγές σημειώνουν πως στα μέτρα που εξετάζουν οι Ευρωπαίοι σε συνεργασία με το ΔΝΤ περιλαμβάνεται η εξαγορά των δανείων του ΔΝΤ, με ένα ποσό της τάξης των 13 δισ. ευρώ στο τέλος του προγράμματος το 2018 ή στις αρχές του 2019, με κεφάλαια του ESM, από το τρίτο πρόγραμμα, τα οποία προορίζονταν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, αλλά έμειναν αδιάθετα. Στα υπόλοιπα μέτρα που εξετάζονται περιλαμβάνονται ακόμη η επιμήκυνση των λήξεων των δανείων στα ελληνικά δάνεια κατά 10-15 έτη, καθώς επίσης η επιστροφή στην Ελλάδα των κερδών των κεντρικών τραπεζών του ευρωσυστήματος από τα ελληνικά ομόλογα που έχουν στην κατοχή τους.
Παρά τις επίσημες «διαψεύσεις» από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, οι διεργασίες λαμβάνουν χώρα στο παρασκήνιο και έχουν ως κύριο στόχο να διασφαλίσουν το «ναι» του ΔΝΤ για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα έως το 2018, έστω και με ένα μικρό δάνειο της τάξης των 3-5 δισ. ευρώ.
Δοκιμαστική έξοδος στις αγορές εντός του 2017
Μπορεί ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών να μη θέλει να υπάρξει καμία εξειδίκευση των μέτρων πριν από τις γερμανικές εκλογές, τον Σεπτέμβριο, δεν συμβαίνει το ίδιο, ωστόσο, και με τον πρόεδρο της ΕΚΤ.
Ο Μάριο Ντράγκι έχει διαμηνύσει πως, για να μπορέσει να φέρει το θέμα της ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) στο Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, απαιτείται κάτι παραπάνω από μια πολιτική απόφαση του Eurogroup και ζητά συγκεκριμένη νομική δέσμευση.
Εφόσον οι διαδικασίες τρέξουν με τους ρυθμούς του «θετικού σεναρίου» και τα δείγματα στην πραγματική οικονομία δείξουν ότι εξαλείφεται η αβεβαιότητα, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει δοκιμαστική έξοδο στις αγορές εντός του έτους. Πηγές με γνώση των συζητήσεων κάνουν λόγο για τουλάχιστον μία έκδοση ομολόγου διετούς διάρκειας για μικρό ποσό, κοντά στα 3 δισ. ευρώ το φθινόπωρο, προκειμένου να τεστάρουν τη ζήτηση και τα επιτόκια. Οι ίδιες πηγές δεν αποκλείουν, εάν η πρώτη έκδοση κριθεί επιτυχής, να υπάρξει και μια δεύτερη προς τα τέλη του 2017 με μεγαλύτερη διάρκεια. Τονίζουν, πάντως, πως κανονική έξοδος της χώρας στις αγορές δεν αναμένεται πριν από τα μέσα του 2018.
Πριν από την ελάφρυνση, η... επιβάρυνση
Τα μέτρα και τα αντίμετρα που συνοδεύουν την «προκαταρκτική» τεχνική συμφωνία κυβέρνησης - θεσμών για τη δεύτερη αξιολόγηση θα συνοδεύουν τη χώρα τουλάχιστον έως το 2021, αφού η ψήφιση του μεσοπροθέσμου θα είναι ένα από τα προαπαιτούμενα για την εκταμίευση της δόσης.
Στις 128 σελίδες των 4 κειμένων που τη συνοδεύουν περιλαμβάνονται μέτρα ύψους 500 εκατ. ευρώ και για το 2018, τα οποία θα προέλθουν από κατάργηση φοροαπαλλαγών και κοινωνικών επιδομάτων, μεταξύ των οποίων: η κατάργηση της έκπτωσης φόρου από ιατρικές δαπάνες, η κατάργηση της έκπτωσης του 1,5% στην παρακράτηση φόρου μισθωτών και συνταξιούχων, η μείωση του επιδόματος για το πετρέλαιο θέρμανσης, η περικοπή στα κονδύλια για επιδόματα τέκνων, σίτισης, στήριξης οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα, ανεργίας και η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης (claw back).
Παράλληλα, η χώρα δεσμεύεται σε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, της τάξης του 3,5% + 0,2% του ΑΕΠ και μόνο έπειτα από την υπέρβασή τους θα μπορεί να ενεργοποιεί την εφαρμογή των αντιμέτρων.
Στα κείμενα της τεχνικής συμφωνίας προβλέπεται ρητά πως δεν θα γίνει καμία αύξηση στις συντάξεις έως το 2021, ενώ από την 1η/1/2019 θα γίνουν περικοπές ύψους 1% του ΑΕΠ στις κύριες και τις επικουρικές συντάξεις, οι οποίες θα φθάνουν το 18%.
Το αφορολόγητο μειώνεται από την 1η/1/2020 στα 5.681 ευρώ για τον άγαμο και φθάνει στα 6.600 ευρώ για έγγαμο με 3 παιδιά (μείωση 3.000 ευρώ). Σε περίπτωση, όμως, που το καλοκαίρι του 2018 κριθεί ότι δεν επιτυγχάνεται το πλεόνασμα του 3,5% τότε το αφορολόγητο θα περικοπεί από την 1η/1/2019.
Στα αντίμετρα περιλαμβάνονται:
- Η μείωση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων από το 29% στο 26% (κόστος 0,2% ΑΕΠ).
- Η μείωση του κατώτατου συντελεστή φορολογίας φυσικών προσώπων από το 22% στο 20% και η μείωση 30% στην εισφορά αλληλεγγύης (κόστος 0,7% ΑΕΠ).
- Η μείωση του ΕΝΦΙΑ μόλις κατά 0,1% ΑΕΠ. Ωστόσο, το 2018, οι αντικειμενικές αξίες θα πρέπει να μειωθούν, ώστε να προσεγγίσουν τις εμπορικές τιμές, χωρίς όμως να αλλάξουν τα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ (2,7 δισ. ευρώ). Πρακτικά, η μείωση των αντικειμενικών κατά 20%-30%, όπως εκτιμάται, θα φέρει αύξηση των συντελεστών του ΕΝΦΙΑ, πολύ πριν προλάβουν κάποιοι φορολογούμενοι να δουν την όποια μείωση.
Τα αντίμετρα από το μέτωπο των δαπανών περιλαμβάνουν:
- Αύξηση των δαπανών για αποδοχή παιδιών σε παιδικούς σταθμούς, επιδόματα σίτισης, κοινωνική κατοικία, μείωση συμμετοχής ασφαλισμένων σε φάρμακα (0,6% ΑΕΠ).
- Αύξηση ΠΔΕ (0,2%-0,3% ΑΕΠ).
- Ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης (0,1%-0,2% ΑΕΠ).
Στα εργασιακά, παρατείνεται η απαγόρευση της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων και το πάγωμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων έως το τέλος του προγράμματος, ενώ καταργείται το υπουργικό βέτο στις ομαδικές απολύσεις.